ἐπανηλογέω: Difference between revisions

From LSJ

Τί κοινότατον; ἐλπίς. καὶ γὰρ οἷς ἄλλο μηδέν, αὕτη πάρεστι → What is most common? Hope. For those who have nothing else, that is always there.

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "perh." to "perhaps")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=aor1 ἐπανηλόγησα<br />to [[recount]], [[recapitulate]], Hdt.: but perh. ἐπαλιλλόγησα is the true [[form]]: v. παλιλ-λογέω.
|mdlsjtxt=aor1 ἐπανηλόγησα<br />to [[recount]], [[recapitulate]], Hdt.: but perhaps ἐπαλιλλόγησα is the true [[form]]: v. παλιλ-λογέω.
}}
}}

Revision as of 14:10, 14 September 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπανηλογέω Medium diacritics: ἐπανηλογέω Low diacritics: επανηλογέω Capitals: ΕΠΑΝΗΛΟΓΕΩ
Transliteration A: epanēlogéō Transliteration B: epanēlogeō Transliteration C: epanilogeo Beta Code: e)panhloge/w

English (LSJ)

f.l. in Hdt. 1.90 ἐπανηλόγησε πᾶσαν τὴν ἑωυτοῦ διάνοιαν (leg. ἐπαλιλλόγησε from Poll. 2.120, cf. Hdt.1.118).

Greek (Liddell-Scott)

ἐπανηλογέω: τύπος ἀμφίβολος ἐν Ἡροδ. 1. 90, ἐπανηλόγησε πᾶσαν τὴν ἑωυτοῦ διάνοιαν, ἔνθα (εἰ γνήσιον) πρέπει νὰ σημαίνῃ ἀφηγοῦμαι πάλιν: ὁ Valck. ὅμως καὶ ἄλλοι διορθοῦσιν ἐπαλιλλόγησεν ἐκ τοῦ Πολυδεύκους Βʹ, 120, πρβλ. Ἡρόδ. 1. 118. ‒ Ὁ τύπος κατηλογέω δὲν δύναται νὰ μνημονευθῇ ὡς ἀποτελῶν ἀναλογίαν, διότι ἰσοδυναμεῖ τῷ καταλογέω (τὸ δὲ ἀλογέω ἐσχηματίσθη κανονικῶς ἐκ τοῦ ἄλογος), ἐνῷ τὸ ἐπανηλογέω πρέπει νὰ ἰσοδυναμῇ τῷ ἐπαναλογέω.

Greek Monotonic

ἐπανηλογέω: αόρ. αʹ ἐπανηλόγησα, εξιστορώ, συγκεφαλαιώνω, σε Ηρόδ.· αλλά πιθ. το ἐπαλιλλόγησα είναι ο γνήσιος τύπος· βλ. παλιλ-λογέω.

Middle Liddell

aor1 ἐπανηλόγησα
to recount, recapitulate, Hdt.: but perhaps ἐπαλιλλόγησα is the true form: v. παλιλ-λογέω.