νεκυομαντεῖον: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ὑπολέλειμμαι ἐγὼ μονώτατος, καὶ ζητοῦσι τὴν ψυχήν μου λαβεῖν αὐτήν → and I, even I only, am left; and they seek my life, to take it away (1 Kings 19:14)

Source
m (Text replacement - "l’" to "l'")
m (Text replacement - " ιονιξ " to " ''Ionic'' ")
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=νεκυο-[[μαντεῖον]], ιονιξ -ήιον, ου, τό,<br />an [[oracle]] of the [[dead]], a [[place]] [[where]] ghosts were called up and questioned, Hdt.
|mdlsjtxt=νεκυο-[[μαντεῖον]], ''Ionic'' -ήιον, ου, τό,<br />an [[oracle]] of the [[dead]], a [[place]] [[where]] ghosts were called up and questioned, Hdt.
}}
}}

Revision as of 13:35, 21 September 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεκῠομαντεῖον Medium diacritics: νεκυομαντεῖον Low diacritics: νεκυομαντείον Capitals: ΝΕΚΥΟΜΑΝΤΕΙΟΝ
Transliteration A: nekyomanteîon Transliteration B: nekyomanteion Transliteration C: nekyomanteion Beta Code: nekuomantei=on

English (LSJ)

Ion. νεκῠομαντ-ήϊον, τό, oracle of the dead, where ghosts were called up, Hdt.5.92. ή, Cic.Tusc.1.16.37, D.S.4.22, Plu.Cim.6, Paus.9.30.6: in plural, PMag.Lond.121.285.

German (Pape)

[Seite 238] τό, = νεκρομαντεῖον; Her. 5, 92, 7, in der ion. Form νεκυομαντήϊον; Plut. Cimon 6 u. a. Sp., vgl. B. A. 414.

Greek (Liddell-Scott)

νεκυομαντεῖον: Ἰων. -ήιον, τό, μαντεῖον τῶν νεκρῶν, τόπος ἔνθα οἱ νεκροὶ ἀνεβιβάζοντο καὶ ἠρωτῶντο, Ἡρόδ. 5. 92, 7, Διόδ. 4. 22, Πλουτ. Κίμ. 6· ἐφθαρμένως νεκυμάντιον παρὰ Παυσ. 9. 30, 6.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
lieu où l'on évoque les morts.
Étymologie: νέκυς, μαντεία.

Greek Monolingual

νεκυομαντεῖον, ιων. τ. νεκυομαντήϊον, τὸ (Α)
το νεκρομαντείο, το μαντείο όπου προσκαλούσαν τα πνεύματα τών νεκρών για να μαντεύσουν τα μέλλοντα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νέκυς, -υος «νεκρός» + μαντεῖον.

Greek Monotonic

νεκυομαντεῖον: τό, Ιων. -ήϊον, μαντείο των νεκρών, τόπος όπου τα πνεύματα των νεκρών καλούνταν από τον Κάτω Κόσμο για να προφητεύσουν το μέλλον, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

νεκυομαντεῖον: ион. νεκυομαντήϊον τό некромантей, прорицалище мертвых, место, где вызывались и вопрошались души усопших Her., Diod., Plut.

Middle Liddell

νεκυο-μαντεῖον, Ionic -ήιον, ου, τό,
an oracle of the dead, a place where ghosts were called up and questioned, Hdt.