διαχειροτονία: Difference between revisions
ἕτερος ἐξ ἑτέρου σοφός τό τε πάλαι τό τε νῦν → one gets his skill from another, now as in days of old
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0613.png Seite 613]] ἡ, Entscheidung durch Abstimmen mit Handaufheben, Xen. Hell. 1, 7, 34; Dem. 59, 5; πότερον – ἤ, 24, 25; διδόναι τ ῷ δήμῳ, abstimmen lassen, Aesch. 3, 39. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0613.png Seite 613]] ἡ, Entscheidung durch Abstimmen mit Handaufheben, Xen. Hell. 1, 7, 34; Dem. 59, 5; πότερον – ἤ, 24, 25; διδόναι τ ῷ δήμῳ, abstimmen lassen, Aesch. 3, 39. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />décision entre deux propositions <i>ou</i> choix entre deux concurrents par un vote à main levée.<br />'''Étymologie:''' [[διαχειροτονέω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διαχειροτονία''': ἡ, ἐκλογὴ μεταξὺ δύο προσώπων ἢ πραγμάτων, ἐκλογὴ δι’ ἀνατάσεως χειρῶν, δ. ποιεῖν =διαχειροτονεῖν Δημ. 707. 25, κτλ.· δ. διδόναι, παρέχειν τὸ [[δικαίωμα]] ἐκλογῆς, Αἰσχίν. 59. 13. | |lstext='''διαχειροτονία''': ἡ, ἐκλογὴ μεταξὺ δύο προσώπων ἢ πραγμάτων, ἐκλογὴ δι’ ἀνατάσεως χειρῶν, δ. ποιεῖν =διαχειροτονεῖν Δημ. 707. 25, κτλ.· δ. διδόναι, παρέχειν τὸ [[δικαίωμα]] ἐκλογῆς, Αἰσχίν. 59. 13. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 18:40, 1 October 2022
English (LSJ)
ἡ, choice between two persons or things, election, δ. ποιεῖν, = διαχειποτονεῖν, D. 24.25, IG12(7).237.19 (Amorgos, ii/i B. C.); δ. διδόναι to allow a right of election, Aeschin.3.39.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
votación a mano alzada para decidir entre dos opciones διαχειροτονίας γενομένης X.HG 1.7.34, cf. D.59.5
•διαχειροτονίαν ποιεῖν poner a votación πότερον ... ἤ ... D.24.25, ποιέτωσαν διαχειροτονίαν τοῖς πα[ροῦ] σιν que pongan a votación entre los presentes, IG 12(7).237.29 (Amorgos II/I a.C.)
•tb. διαχειροτονίαν διδόναι poner a votación ὅτῳ ... καὶ ὅτῳ μή D.22.9, διαχειροτονίαν διδόναι τῷ δήμῳ ofrecer a la asamblea una votación a mano alzada Aeschin.3.39, cf. ISmyrna 587.9 (III/II a.C.).
German (Pape)
[Seite 613] ἡ, Entscheidung durch Abstimmen mit Handaufheben, Xen. Hell. 1, 7, 34; Dem. 59, 5; πότερον – ἤ, 24, 25; διδόναι τ ῷ δήμῳ, abstimmen lassen, Aesch. 3, 39.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
décision entre deux propositions ou choix entre deux concurrents par un vote à main levée.
Étymologie: διαχειροτονέω.
Greek (Liddell-Scott)
διαχειροτονία: ἡ, ἐκλογὴ μεταξὺ δύο προσώπων ἢ πραγμάτων, ἐκλογὴ δι’ ἀνατάσεως χειρῶν, δ. ποιεῖν =διαχειροτονεῖν Δημ. 707. 25, κτλ.· δ. διδόναι, παρέχειν τὸ δικαίωμα ἐκλογῆς, Αἰσχίν. 59. 13.
Greek Monolingual
η (ΑΝ)
εκλογή, απόφαση ή έγκριση που λαμβάνεται με ανύψωση τών χεριών
(αρχ.; φρ. (για άρχοντες) «διαχειροτονίαν διδόναι» — δίνω το δικαίωμα εκλογής.
Greek Monotonic
διαχειροτονία: ἡ, εκλογή με ανάταση χειρών, επιλογή, σε Δημ., Αισχίν.
Russian (Dvoretsky)
διαχειροτονία: ἡ голосование поднятием рук Xen., Aeschin., Dem.
Middle Liddell
διαχειροτονία, ἡ, n [from διαχειροτονέω
election, Dem., Aeschin.