εὕστρα: Difference between revisions

From LSJ

ὁ μὴ πεπλευκὼς οὐδὲν ἑόρακεν κακόν → anyone who hasn't sailed has never seen trouble

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1099.png Seite 1099]] ἡ, 1) der Ort, wo die geschlachteten Schweine abgesengt werden, Ar. Equ. 1232, wo εὔστραις steht, Schol. τὸ [[μαδιστήριον]], ἀπὸ τοῦ εὔειν καὶ φλογίζειν τοὺς χοίρους; bei Poll. 6, 91 βόθροι ἐν οἷς εὕεται τὰ χοιρίδια. – 2) nach VLL. auch die geröstete Gerste, aus der ἄλφιτα gemacht wurden.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1099.png Seite 1099]] ἡ, 1) der Ort, wo die geschlachteten Schweine abgesengt werden, Ar. Equ. 1232, wo εὔστραις steht, Schol. τὸ [[μαδιστήριον]], ἀπὸ τοῦ εὔειν καὶ φλογίζειν τοὺς χοίρους; bei Poll. 6, 91 βόθροι ἐν οἷς εὕεται τὰ χοιρίδια. – 2) nach VLL. auch die geröstete Gerste, aus der ἄλφιτα gemacht wurden.
}}
{{bailly
|btext=<i>att. c.</i> [[εὔστρα]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''εὕστρα''': ἢ εὔστρα (ἴδε Ἐτυμ. Μ. 398, 31), ἡ: (εὕω): τὸ [[μέρος]] [[ἔνθα]] ἐφλόγιζον, «ἐκαψάλιζαν» τοὺς χοίρους «εὔστρα, [[βόθρος]] ἐν ᾧ περιφλέγουσι τὰς τῶν ὑῶν τρίχας» (Εὐστ. 1446, 22), Ἀριστοφ. Ἱππ. 1236, Πολυδ. ς΄, 91. ΙΙ. «κατὰ Παυσανίαν, τὸ ἐκ σταχύων καυθέντων [[ἔδεσμα]] τοὺς ἀνθέρικας ἀποβαλόντων, [[ἤτοι]] ὁ περικεκαυμένος [[στάχυς]]» Εὐστ. ἔνθ. ἀνωτ. ΙΙΙ. κωμικῶς, τὸ [[γυναικεῖον]] [[μόριον]], [[αὐτόθι]].
|lstext='''εὕστρα''': ἢ εὔστρα (ἴδε Ἐτυμ. Μ. 398, 31), ἡ: (εὕω): τὸ [[μέρος]] [[ἔνθα]] ἐφλόγιζον, «ἐκαψάλιζαν» τοὺς χοίρους «εὔστρα, [[βόθρος]] ἐν ᾧ περιφλέγουσι τὰς τῶν ὑῶν τρίχας» (Εὐστ. 1446, 22), Ἀριστοφ. Ἱππ. 1236, Πολυδ. ς΄, 91. ΙΙ. «κατὰ Παυσανίαν, τὸ ἐκ σταχύων καυθέντων [[ἔδεσμα]] τοὺς ἀνθέρικας ἀποβαλόντων, [[ἤτοι]] ὁ περικεκαυμένος [[στάχυς]]» Εὐστ. ἔνθ. ἀνωτ. ΙΙΙ. κωμικῶς, τὸ [[γυναικεῖον]] [[μόριον]], [[αὐτόθι]].
}}
{{bailly
|btext=<i>att. c.</i> [[εὔστρα]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 19:05, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὕστρα Medium diacritics: εὕστρα Low diacritics: εύστρα Capitals: ΕΥΣΤΡΑ
Transliteration A: heústra Transliteration B: heustra Transliteration C: eystra Beta Code: eu(/stra

English (LSJ)

or εὔστρα (EM398.31), ἡ: (εὕω):—A place for singeing slaughtered swine, Ar.Eq.1236 (pl.). II roasted barley, from which ἄλφιτα were made, Paus.Gr.Fr.184, cf. EM90.31. 2 a kind of pulse, PTeb.9.14, 11.9 (ii B. C.).

German (Pape)

[Seite 1099] ἡ, 1) der Ort, wo die geschlachteten Schweine abgesengt werden, Ar. Equ. 1232, wo εὔστραις steht, Schol. τὸ μαδιστήριον, ἀπὸ τοῦ εὔειν καὶ φλογίζειν τοὺς χοίρους; bei Poll. 6, 91 βόθροι ἐν οἷς εὕεται τὰ χοιρίδια. – 2) nach VLL. auch die geröstete Gerste, aus der ἄλφιτα gemacht wurden.

French (Bailly abrégé)

att. c. εὔστρα.

Greek (Liddell-Scott)

εὕστρα: ἢ εὔστρα (ἴδε Ἐτυμ. Μ. 398, 31), ἡ: (εὕω): τὸ μέρος ἔνθα ἐφλόγιζον, «ἐκαψάλιζαν» τοὺς χοίρους «εὔστρα, βόθρος ἐν ᾧ περιφλέγουσι τὰς τῶν ὑῶν τρίχας» (Εὐστ. 1446, 22), Ἀριστοφ. Ἱππ. 1236, Πολυδ. ς΄, 91. ΙΙ. «κατὰ Παυσανίαν, τὸ ἐκ σταχύων καυθέντων ἔδεσμα τοὺς ἀνθέρικας ἀποβαλόντων, ἤτοι ὁ περικεκαυμένος στάχυς» Εὐστ. ἔνθ. ἀνωτ. ΙΙΙ. κωμικῶς, τὸ γυναικεῖον μόριον, αὐτόθι.

Greek Monolingual

εὕστρα ή εὔστρα, ἡ (Α)
1. λάκκος στον οποίο καψάλιζαν τις τρίχες τών σφαγμένων χοίρων
2. καψαλισμένο, καβουρδισμένο κριθάρι, από το οποίο κατασκευάζονταν τα άλφιτα
3. είδος παλμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. εύω].

Greek Monotonic

εὕστρα: ή εὔστρα (εὕω), μέρος όπου καψαλίζουν σφαγμένους χοίρους, σε Αριστοφ.