κακόμαντις: Difference between revisions

From LSJ

ἐν δὲ τοῖς φυσικοῖς ἀεὶ οὕτως, ἂν μή τι ἐμποδίσῃ → in natural products the sequence is invariable, if there is no impediment | now with that which is natural it is always thus if there is no impediment

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=εως (ὁ, ἡ)<br />prophète de malheurs.<br />'''Étymologie:''' [[κακός]], [[μάντις]].
|btext=εως (ὁ, ἡ)<br />prophète de malheurs.<br />'''Étymologie:''' [[κακός]], [[μάντις]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''κακόμαντις''': -εως, ὁ, ἡ, [[μάντις]] κακῶν, προφητεύων τὸ κακόν, Ἐρινὺς Αἰσχύλ. Θήβ. 724· θυμὸς ὁ αὐτ. ἐν Πέρσ. 10· ἀπολ., ἔρροις, ὦ κακόμαντι Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 935.
|elnltext=κακόμαντις -εως, ὁ [κακός, μάντις] onheilsprofeet.
}}
{{elru
|elrutext='''κᾰκόμαντις:''' εως adj. вещающий несчастье, пророчащий беду ([[Ἐρινύς]] Aesch.): κ. [[θυμός]] Aesch. зловещее предчувствие.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''κᾰκόμαντις:''' -εως, ὁ, ἡ, [[προφήτης]], [[μάντης]] κακών, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''κᾰκόμαντις:''' -εως, ὁ, ἡ, [[προφήτης]], [[μάντης]] κακών, σε Αισχύλ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''κᾰκόμαντις:''' εως adj. вещающий несчастье, пророчащий беду ([[Ἐρινύς]] Aesch.): κ. [[θυμός]] Aesch. зловещее предчувствие.
|lstext='''κακόμαντις''': -εως, ὁ, ἡ, [[μάντις]] κακῶν, προφητεύων τὸ κακόν, Ἐρινὺς Αἰσχύλ. Θήβ. 724· θυμὸς ὁ αὐτ. ἐν Πέρσ. 10· ἀπολ., ἔρροις, ὦ κακόμαντι Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 935.
}}
{{elnl
|elnltext=κακόμαντις -εως, ὁ [κακός, μάντις] onheilsprofeet.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=κᾰκό-μαντις, εως<br />[[prophet]] of ill or [[evil]], Aesch.
|mdlsjtxt=κᾰκό-μαντις, εως<br />[[prophet]] of ill or [[evil]], Aesch.
}}
}}

Revision as of 20:20, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰκόμαντις Medium diacritics: κακόμαντις Low diacritics: κακόμαντις Capitals: ΚΑΚΟΜΑΝΤΙΣ
Transliteration A: kakómantis Transliteration B: kakomantis Transliteration C: kakomantis Beta Code: kako/mantis

English (LSJ)

εως, ὁ, ἡ, A prophet of evil, Ἐρινύς A.Th.722 (lyr.); θυμός Id.Pers.10 (anap.). II abs., sorry prophet, A.R.3.936.

German (Pape)

[Seite 1301] εως, ὁ, Unglücksprophet, Ap. Rh. 3, 935; adj., Böses weissagend, Ἐρινύς Aesch. Spt. 704, θυμός Pers. 10.

French (Bailly abrégé)

εως (ὁ, ἡ)
prophète de malheurs.
Étymologie: κακός, μάντις.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κακόμαντις -εως, ὁ [κακός, μάντις] onheilsprofeet.

Russian (Dvoretsky)

κᾰκόμαντις: εως adj. вещающий несчастье, пророчащий беду (Ἐρινύς Aesch.): κ. θυμός Aesch. зловещее предчувствие.

Greek Monolingual

κακόμαντις, ὁ, ἡ (Α)
1. αυτός που προφητεύει κακά, που μαντεύει συμφορές («κακόμαντις Ἐρινύς», Αισχύλ.)
2. κακός, δυσάρεστος προφήτης.

Greek Monotonic

κᾰκόμαντις: -εως, ὁ, ἡ, προφήτης, μάντης κακών, σε Αισχύλ.

Greek (Liddell-Scott)

κακόμαντις: -εως, ὁ, ἡ, μάντις κακῶν, προφητεύων τὸ κακόν, Ἐρινὺς Αἰσχύλ. Θήβ. 724· θυμὸς ὁ αὐτ. ἐν Πέρσ. 10· ἀπολ., ἔρροις, ὦ κακόμαντι Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 935.

Middle Liddell

κᾰκό-μαντις, εως
prophet of ill or evil, Aesch.