Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τυμπανισμός: Difference between revisions

From LSJ

Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love.

Sophocles, Antigone, 523
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 13: Line 13:
|btext=οῦ (ὁ) :<br />action de battre du tambour ; ministère des prêtres de Cybèle.<br />'''Étymologie:''' [[τυμπανίζω]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br />action de battre du tambour ; ministère des prêtres de Cybèle.<br />'''Étymologie:''' [[τυμπανίζω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''τυμπᾰνισμός''': , ἡ [[κροῦσις]] τυμπάνων, ὡς οἱ Γάλλοι ἐποίουν τυμπανίζοντες κατὰ τὴν ἑορτὴν τῆς Κυβέλης, Ἀριστοφ. Λυσ. 328· πρβλ. Λοβεκ. Ἀγλαόφ. σ. 652 κἑξ.· - [[ὅθεν]] καὶ αὐτὴ αὕτη ἡ [[λατρεία]] ἡ ἄλλως καλουμένη μητρῷα [[ἱερά]], Πλάτ. 2. 171Β, 338C. 2) = [[ἀποκεφαλισμός]], Ἀθαν. τ. 2, σ. 334C.
|elnltext=τυμπανισμός -οῦ, ὁ [τυμπανίζω] het slaan op de tamboerijn.
}}
{{elru
|elrutext='''τυμπᾰνισμός:''' ὁ культ.<br /><b class="num">1)</b> [[барабанный бой]] Arph., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> перен. [[служение богине Кибеле]] Plut.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ [[τυμπανίζω]]<br />η [[κρούση]] τύμπανου, [[τυμπανοκρουσία]], η οποία [[κατά]] την [[αρχαιότητα]] γινόταν [[κυρίως]] στις τελετές [[προς]] τιμήν της Κυβέλης και του Διονύσου<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ήχος]] τύμπανου<br /><b>2.</b> (ιατρ.-[[κτην]].) α) ο [[τυμπανικός]] [[ήχος]] που παράγεται [[κατά]] την [[επίκρουση]] σημείων του σώματος<br />β) [[διόγκωση]] της κοιλιάς που προκαλείται από [[συσσώρευση]] αερίων στα έντερα ή στον στόμαχο, [[μετεωρισμός]]<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> [[άγριος]] ξυλοδαρμός<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>συνεκδ.</b> η [[ιεροτελεστία]] [[προς]] τιμήν της Κυβέλης<br /><b>2.</b> [[αποκεφαλισμός]].
|mltxt=ο, ΝΜΑ [[τυμπανίζω]]<br />η [[κρούση]] τύμπανου, [[τυμπανοκρουσία]], η οποία [[κατά]] την [[αρχαιότητα]] γινόταν [[κυρίως]] στις τελετές [[προς]] τιμήν της Κυβέλης και του Διονύσου<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ήχος]] τύμπανου<br /><b>2.</b> (ιατρ.-[[κτην]].) α) ο [[τυμπανικός]] [[ήχος]] που παράγεται [[κατά]] την [[επίκρουση]] σημείων του σώματος<br />β) [[διόγκωση]] της κοιλιάς που προκαλείται από [[συσσώρευση]] αερίων στα έντερα ή στον στόμαχο, [[μετεωρισμός]]<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> [[άγριος]] ξυλοδαρμός<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>συνεκδ.</b> η [[ιεροτελεστία]] [[προς]] τιμήν της Κυβέλης<br /><b>2.</b> [[αποκεφαλισμός]].
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''τυμπᾰνισμός:''' ὁ культ.<br /><b class="num">1)</b> [[барабанный бой]] Arph., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> перен. [[служение богине Кибеле]] Plut.
|lstext='''τυμπᾰνισμός''': , ἡ [[κροῦσις]] τυμπάνων, ὡς οἱ Γάλλοι ἐποίουν τυμπανίζοντες κατὰ τὴν ἑορτὴν τῆς Κυβέλης, Ἀριστοφ. Λυσ. 328· πρβλ. Λοβεκ. Ἀγλαόφ. σ. 652 κἑξ.· - [[ὅθεν]] καὶ αὐτὴ αὕτη ἡ [[λατρεία]] ἡ ἄλλως καλουμένη μητρῷα [[ἱερά]], Πλάτ. 2. 171Β, 338C. 2) = [[ἀποκεφαλισμός]], Ἀθαν. τ. 2, σ. 334C.
}}
{{elnl
|elnltext=τυμπανισμός -οῦ, ὁ [τυμπανίζω] het slaan op de tamboerijn.
}}
}}
{{WoodhouseReversedUncategorized
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[beating of drums]]
|woodrun=[[beating of drums]]
}}
}}

Revision as of 22:40, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τυμπᾰνισμός Medium diacritics: τυμπανισμός Low diacritics: τυμπανισμός Capitals: ΤΥΜΠΑΝΙΣΜΟΣ
Transliteration A: tympanismós Transliteration B: tympanismos Transliteration C: tympanismos Beta Code: tumpanismo/s

English (LSJ)

ὁ, beating of drums, drumming, as the Galli did in the worship of Cybele, Ar.Lys.388; in the Dionysus-cult, Str.15.1.8; as a superstitious practice, in plural, Plu.2.171b,338c.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
action de battre du tambour ; ministère des prêtres de Cybèle.
Étymologie: τυμπανίζω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

τυμπανισμός -οῦ, ὁ [τυμπανίζω] het slaan op de tamboerijn.

Russian (Dvoretsky)

τυμπᾰνισμός: ὁ культ.
1) барабанный бой Arph., Plut.;
2) перен. служение богине Кибеле Plut.

Greek Monolingual

ο, ΝΜΑ τυμπανίζω
η κρούση τύμπανου, τυμπανοκρουσία, η οποία κατά την αρχαιότητα γινόταν κυρίως στις τελετές προς τιμήν της Κυβέλης και του Διονύσου
νεοελλ.
1. ήχος τύμπανου
2. (ιατρ.-κτην.) α) ο τυμπανικός ήχος που παράγεται κατά την επίκρουση σημείων του σώματος
β) διόγκωση της κοιλιάς που προκαλείται από συσσώρευση αερίων στα έντερα ή στον στόμαχο, μετεωρισμός
3. μτφ. άγριος ξυλοδαρμός
αρχ.
1. συνεκδ. η ιεροτελεστία προς τιμήν της Κυβέλης
2. αποκεφαλισμός.

Greek (Liddell-Scott)

τυμπᾰνισμός: ὁ, ἡ κροῦσις τυμπάνων, ὡς οἱ Γάλλοι ἐποίουν τυμπανίζοντες κατὰ τὴν ἑορτὴν τῆς Κυβέλης, Ἀριστοφ. Λυσ. 328· πρβλ. Λοβεκ. Ἀγλαόφ. σ. 652 κἑξ.· - ὅθεν καὶ αὐτὴ αὕτη ἡ λατρεία ἡ ἄλλως καλουμένη μητρῷα ἱερά, Πλάτ. 2. 171Β, 338C. 2) = ἀποκεφαλισμός, Ἀθαν. τ. 2, σ. 334C.

English (Woodhouse)

beating of drums

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)