πόστος: Difference between revisions
Ὁ μὴ δαρεὶς ἄνθρωπος οὐ παιδεύεται → Male eruditur ille, qui non vapulat → nicht recht erzogen wird ein nicht geschundner Mensch
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=η, ον :<br />en quel nombre ? πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστὶν [[ὅτε]] ; OD combien y a-t-il d'années depuis que ?<br />'''Étymologie:''' [[πόσος]]. | |btext=η, ον :<br />en quel nombre ? πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστὶν [[ὅτε]] ; OD combien y a-t-il d'années depuis que ?<br />'''Étymologie:''' [[πόσος]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=πόστος -η -ον [πόσος] interrog. (de) hoeveelste?:. πόστον δὴ ἔτος ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; hoeveel jaar geleden is het dat je hem onthaald hebt? Od. 24.288; κατανόησον πόστῳ μέρει αὐτῶν πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν bedenk met wat voor fractie ( lett. met een hoeveelste deel) van hun krijgsmacht wij met onze hele krijgsmacht voor onze overwinning gestreden hebben Xen. Cyr. 4.1.16. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πόστος:''' [[который]] (по порядку): πόστον [[ἔτος]] ἐστὶν ([[ὅτε]]); Hom. который это год?, т. е. сколько лет прошло (с тех пор, как)?; πόστῳ μέρει Xen. в какой (небольшой) доле?; πόστη (sc. [[ὥρα]]); Arph. который час? | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 27: | Line 33: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πόστος:''' -η, -ον ([[πόσος]]), [[ποιος]] κατά την αριθμητική [[σειρά]]; Λατ. [[quotus]]? πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστὶν [[ὅτε]] ξείνισσας ἐκεῖνον; πόσα έτη είναι αφ' ότου...; από [[τότε]] που...;, σε Ομήρ. Οδ.· σε πλάγιες ερωτήσεις, <i>πόστῳ μέρει</i>, με πόσο μικρό [[μέρος]], σε Ξεν. | |lsmtext='''πόστος:''' -η, -ον ([[πόσος]]), [[ποιος]] κατά την αριθμητική [[σειρά]]; Λατ. [[quotus]]? πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστὶν [[ὅτε]] ξείνισσας ἐκεῖνον; πόσα έτη είναι αφ' ότου...; από [[τότε]] που...;, σε Ομήρ. Οδ.· σε πλάγιες ερωτήσεις, <i>πόστῳ μέρει</i>, με πόσο μικρό [[μέρος]], σε Ξεν. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[πόστος]], η, ον [[πόσος]]<br />[[which]] of a [[number]]? Lat. [[quotus]]? πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; how [[many]] years is it [[since]] . . ? Od.:—in [[indirect]] questions, πόστῳ μέρει with how [[small]] a [[part]], Xen. | |mdlsjtxt=[[πόστος]], η, ον [[πόσος]]<br />[[which]] of a [[number]]? Lat. [[quotus]]? πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; how [[many]] years is it [[since]] . . ? Od.:—in [[indirect]] questions, πόστῳ μέρει with how [[small]] a [[part]], Xen. | ||
}} | }} |
Revision as of 23:55, 2 October 2022
English (LSJ)
η, ον, A which in the ordinal series? π. δὴ ἔτος ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; how many years is it since . .? Od.24.288; πόστην (sc. γραμμήν, i. e. on the sun-dial) ἥλιος τέτραπται; Ar.Fr.163; π. ῥύμη; which side-street? which turning? Philippid.22; κατὰ π. σφόνδυλον; Gal.8.238; ἐνθυμήθητι π. ἀφ' Ἡρακλέους ἐγένετο Arr.Epict.2.18.22; κατανόησον πόστῳ αὐτῶν μέρει πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν with what fraction, i.e. with how small a part, X.Cyr.4.1.16, cf. Jul.Mis. 340b; Ξενοφῶν π. μέρος τοῦ λόχου ἡ ἐνωμοτία ἐστὶν οὐ διασαφεῖ Arr. Tact.6.3. II ποστός, ή, όν, holding a certain place in the ordinal series, τῇ ποστῇ (sc. ἡμέρᾳ) on such-and-such a day of the month, PMag.Leid.W.3.35, cf. S.E.M.5.37. (Prob.from ποσσοστος, formed from πός (ς) οι on analogy of πολλοστός from πολλοί.)
German (Pape)
[Seite 688] der, die, das wievielte? πόστον δὴ ἔτος ἐστίν, ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον, Od. 24, 288; κατανόησον, πόστῳ αὐτῶν μέρει πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν, Xen. Cyr. 4, 1, 16, d. i. mit einem wie kleinen Theile; Plut.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
en quel nombre ? πόστον δὴ ἔτος ἐστὶν ὅτε ; OD combien y a-t-il d'années depuis que ?
Étymologie: πόσος.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πόστος -η -ον [πόσος] interrog. (de) hoeveelste?:. πόστον δὴ ἔτος ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; hoeveel jaar geleden is het dat je hem onthaald hebt? Od. 24.288; κατανόησον πόστῳ μέρει αὐτῶν πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν bedenk met wat voor fractie ( lett. met een hoeveelste deel) van hun krijgsmacht wij met onze hele krijgsmacht voor onze overwinning gestreden hebben Xen. Cyr. 4.1.16.
Russian (Dvoretsky)
πόστος: который (по порядку): πόστον ἔτος ἐστὶν (ὅτε); Hom. который это год?, т. е. сколько лет прошло (с тех пор, как)?; πόστῳ μέρει Xen. в какой (небольшой) доле?; πόστη (sc. ὥρα); Arph. который час?
Greek (Liddell-Scott)
πόστος: -η, -ον, (πόσος) ποῖος κατὰ τὴν ἀριθμητικὴν σειράν, Λατ. quotus, πόστον δὴ ἔτος ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; πόσα ἔτη εἶναι ἀφ’ ὅτου...; Ὀδ. Ω. 288· πόστην (ἐξυπ. ὥραν) ἥλιος τέτραπται; ποίαν ὥραν δεικνύει; Λατ. quota hora? Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 210· κατανόησον πόστῳ αὐτῶν μέρει πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν, δηλ. μὲ πόσον μικρὸν μέρος, Ξεν. Κύρ. 4. 1, 16.
English (Autenrieth)
the ‘how-manyeth?’ πόστον δὴ ἔτος ἐστίν, ὅτε, ‘how many years is it, since, etc.?’ Od. 24.288†.
Greek Monolingual
-η, -ον, Α
(ερωτ. αντων.) ποιος στη σειρά, ποιος ως προς την αριθμητική σειρά («πόστον δὴ ἔτος ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον», Ομ. Οδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Η αντωνυμία σχηματίστηκε από αμάρτυρο αρχ. ποσ(σ)οστός (< πόσος, πρβλ. πολλοστός) με συλλαβική ανομοίωση και τονίστηκε στην παραλήγουσα κατ' επίδραση του πόσος.
Greek Monotonic
πόστος: -η, -ον (πόσος), ποιος κατά την αριθμητική σειρά; Λατ. quotus? πόστον δὴ ἔτος ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; πόσα έτη είναι αφ' ότου...; από τότε που...;, σε Ομήρ. Οδ.· σε πλάγιες ερωτήσεις, πόστῳ μέρει, με πόσο μικρό μέρος, σε Ξεν.
Middle Liddell
πόστος, η, ον πόσος
which of a number? Lat. quotus? πόστον δὴ ἔτος ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; how many years is it since . . ? Od.:—in indirect questions, πόστῳ μέρει with how small a part, Xen.