ἀντιληπτέον: Difference between revisions
καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=<b class="num">1</b> abs. [[hay que ponerse a la obra, esforzarse]] Ar.<i>Pax</i> 485.<br /><b class="num">2</b> [[hay que hacerse cargo, tomar sobre sí]] τῶν πραγμάτων ... αὐτοῖς ἀ. D.1.2, cf. 14, τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς ἐλπίδος Mac.Aeg.M.34.945B.<br /><b class="num">3</b> [[hay que sujetar]] τοῦ ἵππου ἀ. τῷ χαλινῷ X.<i>Eq</i>.8.8. | |dgtxt=<b class="num">1</b> abs. [[hay que ponerse a la obra, esforzarse]] Ar.<i>Pax</i> 485.<br /><b class="num">2</b> [[hay que hacerse cargo, tomar sobre sí]] τῶν πραγμάτων ... αὐτοῖς ἀ. D.1.2, cf. 14, τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς ἐλπίδος Mac.Aeg.M.34.945B.<br /><b class="num">3</b> [[hay que sujetar]] τοῦ ἵππου ἀ. τῷ χαλινῷ X.<i>Eq</i>.8.8. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀντιληπτέον:''' adj. verb. к [[ἀντιλαμβάνω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 18: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀντιληπτέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀντιλαμβάνω]], αυτό που πρέπει να ληφθεί υπόψιν σε μια [[συζήτηση]] ή [[κατάσταση]], σε Αριστοφ.· [[τῶν]] πραγμάτων αὐτοῖς ἀντ., σε Δημ. | |lsmtext='''ἀντιληπτέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀντιλαμβάνω]], αυτό που πρέπει να ληφθεί υπόψιν σε μια [[συζήτηση]] ή [[κατάσταση]], σε Αριστοφ.· [[τῶν]] πραγμάτων αὐτοῖς ἀντ., σε Δημ. | ||
}} | }} |
Revision as of 17:50, 3 October 2022
English (LSJ)
A one must take part in a matter: abs., Ar Pax485; τῶν πραγμάτων αὐτοῖς ἀ. D.1.2, cf. 14. II one must hold back, ἀ. τοῦ ἵππου τῷ χαλινῷ X.Eq.8.8. III Adj. ἀντι-ληπτέος, α, ον, ὁ λόγος Plu.Nob.3.
Spanish (DGE)
1 abs. hay que ponerse a la obra, esforzarse Ar.Pax 485.
2 hay que hacerse cargo, tomar sobre sí τῶν πραγμάτων ... αὐτοῖς ἀ. D.1.2, cf. 14, τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς ἐλπίδος Mac.Aeg.M.34.945B.
3 hay que sujetar τοῦ ἵππου ἀ. τῷ χαλινῷ X.Eq.8.8.
Russian (Dvoretsky)
ἀντιληπτέον: adj. verb. к ἀντιλαμβάνω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιληπτέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ λάβῃ μέρος ἔν τινι ὑποθέσει, Ἀριστοφ. Εἰρ. 485· τῶν πραγμάτων αὑτοῖς ἀντ. Δημ. 9. 13, πρβλ. 13.15. ΙΙ. ἴδε ἀντιλαμβάνω ΙΙΙ.
Greek Monotonic
ἀντιληπτέον: ρημ. επίθ. του ἀντιλαμβάνω, αυτό που πρέπει να ληφθεί υπόψιν σε μια συζήτηση ή κατάσταση, σε Αριστοφ.· τῶν πραγμάτων αὐτοῖς ἀντ., σε Δημ.