ὑδροχόος: Difference between revisions

From LSJ

τί δ' ἢν ῥαφανιδωθῇ πιθόμενός σοι τέφρᾳ τε τιλθῇ, ἕξει τινὰ γνώμην λέγειν τὸ μὴ εὐρύπρωκτος εἶναι; → What if he should have a radish shoved up his ass because he trusted you and then have hot ashes rip off his hair? What argument will he be able to offer to prevent himself from having a gaping-anus | but suppose he trusts in your advice and gets a radish rammed right up his arse, and his pubic hairs are burned with red-hot cinders. Will he have some reasoned argument to demonstrate he's not a loose-arsed bugger

Source
(1b)
(CSV import)
 
(12 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ydrochoos
|Transliteration C=ydrochoos
|Beta Code=u(droxo/os
|Beta Code=u(droxo/os
|Definition=ὁ, (χέω) <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">water-pourer</b>, name of the constellation <b class="b2">Aquarius</b>, Eudox. ap. <span class="bibl">Hipparch.1.2.20</span>, <span class="title">Placit.</span>1.6.6, <span class="bibl">Euc.<span class="title">Phaen.</span>p.12</span> M., cf. <span class="title">AP</span>12.199 (Strat.); contr. ὑδρο-χοῦς, <span class="title">Supp.Epigr.</span>7.363.5, al. (Dura-Europus, ii A. D.):—dat. <b class="b3">ὑδροχοῆϊ</b> (as if from <b class="b3">ὑδροχοεύς</b>), Ep. for the common <b class="b3">ὑδροχόῳ</b>, <span class="bibl">Arat. 389</span>, <span class="bibl">Nonn.<span class="title">D.</span>23.315</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> name of an Egyptian month, = [[Φαρμοῦθι]], <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>465.11</span> (ii A. D.).</span>
|Definition=ὁ, ([[χέω]])<br><span class="bld">A</span> [[water-pourer]], name of the [[constellation]] [[Aquarius]], Eudox. ap. Hipparch.1.2.20, Placit.1.6.6, Euc.Phaen.p.12 M., cf. AP12.199 (Strat.); contr. [[ὑδροχοῦς]], Supp.Epigr.7.363.5, al. (Dura-Europus, ii A. D.):—dat. [[ὑδροχοῆϊ]] (as if from [[ὑδροχοεύς]]), Ep. for the common [[ὑδροχόῳ]], Arat. 389, Nonn.D.23.315.<br><span class="bld">II</span> name of an [[Egyptian]] [[month]], = [[Φαρμοῦθι]] ([[Pharmouthi]], [[Parmouti]]), POxy.465.11 (ii A. D.).
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1174.png Seite 1174]] 1) Wasser gießend, ergießend, Sp. – 2) ὁ [[ὑδροχόος]], der Wassermann, als Gestirn; Strat. 41 (XII, 199); Maneth. 2, 95; S. Emp. adv. astrol. 2.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1174.png Seite 1174]] 1) Wasser gießend, ergießend, Sp. – 2) ὁ [[ὑδροχόος]], der Wassermann, als Gestirn; Strat. 41 (XII, 199); Maneth. 2, 95; S. Emp. adv. astrol. 2.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />le Verseau <i>litt.</i> qui verse de l'eau, <i>signe du Zodiaque</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ὕδωρ]], [[χέω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὑδροχόος:''' ὁ Anth., Plut. = [[ὑδρηχόος]] II, 1.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑδροχόος''': ὁ, (χέω) ὁ χέων [[ὕδωρ]], [[ὄνομα]] ἀστερισμοῦ, Aquarius, Πλούτ. 2. 908C, Ἀνθ. Π. 12. 199· - δοτ. ὑδροχοῆι (ὡς εἰ ἐξ ὀνομ. ὑδροχοεὺς) Ἐπικ. ἀντὶ τοῦ κοινοῦ ὑδροχόῳ, Ἄρατ. 389, Νόνν. Δ. 23. 315.
|lstext='''ὑδροχόος''': ὁ, (χέω) ὁ χέων [[ὕδωρ]], [[ὄνομα]] ἀστερισμοῦ, Aquarius, Πλούτ. 2. 908C, Ἀνθ. Π. 12. 199· - δοτ. ὑδροχοῆι (ὡς εἰ ἐξ ὀνομ. ὑδροχοεὺς) Ἐπικ. ἀντὶ τοῦ κοινοῦ ὑδροχόῳ, Ἄρατ. 389, Νόνν. Δ. 23. 315.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />le Verseau <i>litt.</i> qui verse de l’eau, <i>signe du Zodiaque</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ὕδωρ]], [[χέω]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο / [[ὑδροχόος]], ΝΜΑ, και ως επίθ. [[ὑδρηχόος]] και [[ὑδρήχοος]], -ον, και συνηρ. τ. αρσ. ὑδροχοῡς, Α<br /><b>1.</b> αυτός που χύνει [[νερό]]<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> (<i>ο</i>) <i>Υδροχόος</i><br />[[ονομασία]] του ενδέκατου αστερισμού του ζωδιακού κύκλου<br /><b>αρχ.</b><br />[[ονομασία]] ενός αιγυπτιακού [[μήνα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>υδρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[χόος]] (<span style="color: red;"><</span> <i>χέω</i>), <b>πρβλ.</b> <i>οινο</i>-[[χόος]].
|mltxt=ο / [[ὑδροχόος]], ΝΜΑ, και ως επίθ. [[ὑδρηχόος]] και [[ὑδρήχοος]], -ον, και συνηρ. τ. αρσ. ὑδροχοῦς, Α<br /><b>1.</b> αυτός που χύνει [[νερό]]<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> (<i>ο</i>) <i>Υδροχόος</i><br />[[ονομασία]] του ενδέκατου αστερισμού του ζωδιακού κύκλου<br /><b>αρχ.</b><br />[[ονομασία]] ενός αιγυπτιακού [[μήνα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>υδρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[χόος]] (<span style="color: red;"><</span> <i>χέω</i>), [[πρβλ]]. [[οινοχόος]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὑδροχόος:''' ὁ ([[χέω]]), αυτός που χύνει [[νερό]], όνομα του αστερισμού Aquarius, σε Ανθ.
|lsmtext='''ὑδροχόος:''' ὁ ([[χέω]]), αυτός που χύνει [[νερό]], όνομα του αστερισμού Aquarius, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὑδροχόος:''' ὁ Anth., Plut. = [[ὑδρηχόος]] II, 1.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ὑδρο-[[χόος]], ὁ, [χέω]<br />the [[water]]-pourer, [[name]] of the [[constellation]] Aquarius, Anth.
|mdlsjtxt=ὑδρο-[[χόος]], ὁ, [χέω]<br />the [[water]]-pourer, [[name]] of the [[constellation]] Aquarius, Anth.
}}
{{mantoulidis
|mantxt=Ἀπό τό [[ὕδωρ]] + [[χέω]], ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.
}}
}}

Latest revision as of 14:45, 14 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑδροχόος Medium diacritics: ὑδροχόος Low diacritics: υδροχόος Capitals: ΥΔΡΟΧΟΟΣ
Transliteration A: hydrochóos Transliteration B: hydrochoos Transliteration C: ydrochoos Beta Code: u(droxo/os

English (LSJ)

ὁ, (χέω)
A water-pourer, name of the constellation Aquarius, Eudox. ap. Hipparch.1.2.20, Placit.1.6.6, Euc.Phaen.p.12 M., cf. AP12.199 (Strat.); contr. ὑδροχοῦς, Supp.Epigr.7.363.5, al. (Dura-Europus, ii A. D.):—dat. ὑδροχοῆϊ (as if from ὑδροχοεύς), Ep. for the common ὑδροχόῳ, Arat. 389, Nonn.D.23.315.
II name of an Egyptian month, = Φαρμοῦθι (Pharmouthi, Parmouti), POxy.465.11 (ii A. D.).

German (Pape)

[Seite 1174] 1) Wasser gießend, ergießend, Sp. – 2) ὁ ὑδροχόος, der Wassermann, als Gestirn; Strat. 41 (XII, 199); Maneth. 2, 95; S. Emp. adv. astrol. 2.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
le Verseau litt. qui verse de l'eau, signe du Zodiaque.
Étymologie: ὕδωρ, χέω.

Russian (Dvoretsky)

ὑδροχόος: ὁ Anth., Plut. = ὑδρηχόος II, 1.

Greek (Liddell-Scott)

ὑδροχόος: ὁ, (χέω) ὁ χέων ὕδωρ, ὄνομα ἀστερισμοῦ, Aquarius, Πλούτ. 2. 908C, Ἀνθ. Π. 12. 199· - δοτ. ὑδροχοῆι (ὡς εἰ ἐξ ὀνομ. ὑδροχοεὺς) Ἐπικ. ἀντὶ τοῦ κοινοῦ ὑδροχόῳ, Ἄρατ. 389, Νόνν. Δ. 23. 315.

Greek Monolingual

ο / ὑδροχόος, ΝΜΑ, και ως επίθ. ὑδρηχόος και ὑδρήχοος, -ον, και συνηρ. τ. αρσ. ὑδροχοῦς, Α
1. αυτός που χύνει νερό
2. ως κύριο όν. (ο) Υδροχόος
ονομασία του ενδέκατου αστερισμού του ζωδιακού κύκλου
αρχ.
ονομασία ενός αιγυπτιακού μήνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο)- + -χόος (< χέω), πρβλ. οινοχόος.

Greek Monotonic

ὑδροχόος: ὁ (χέω), αυτός που χύνει νερό, όνομα του αστερισμού Aquarius, σε Ανθ.

Middle Liddell

ὑδρο-χόος, ὁ, [χέω]
the water-pourer, name of the constellation Aquarius, Anth.

Mantoulidis Etymological

Ἀπό τό ὕδωρ + χέω, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.