πολύκλειτος: Difference between revisions

From LSJ

οὖρος ὀφθαλμῶν ἐμῶν αὐτῇ γένοιτ' ἄπωθεν ἑρπούσῃ → let a fair wind be with her as she goes from my sight, let her go as quick as may be

Source
(CSV import)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=πολύκλειτος -η -ον [πολύς, κλειτός] zeer beroemd.
|elnltext=πολύκλειτος -η -ον [πολύς, κλειτός] [[zeer beroemd]].
}}
}}
{{elru
{{elru

Revision as of 13:50, 29 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολῠ́κλειτος Medium diacritics: πολύκλειτος Low diacritics: πολύκλειτος Capitals: ΠΟΛΥΚΛΕΙΤΟΣ
Transliteration A: polýkleitos Transliteration B: polykleitos Transliteration C: polykleitos Beta Code: polu/kleitos

English (LSJ)

η, ον, (κλείω B) far-famed, Pi.O.6.71, Fr. 194.

German (Pape)

[Seite 664] viel od. sehr berühmt, γένος, Pind. Ol. 6, 71.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
très illustre.
Étymologie: πολύς, κλειτός.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πολύκλειτος -η -ον [πολύς, κλειτός] zeer beroemd.

Russian (Dvoretsky)

πολύκλειτος: весьма славный, прославленный (γένος Pind.).

Greek (Liddell-Scott)

πολύκλειτος: -η, -ον, περίφημος, διάσημος, Πινδ. Ο. 6. 120, Ἀποσπ. 206.

English (Slater)

πολύκλειτος of great renown ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν (O. 6.71) καὶ πολυκλείταν περ ἐοῖσαν ὅμως Θήβαν ἔτι μᾶλλον ἐπασκήσει fr. 194. 4.

Spanish

que tiene gran fama

Greek Monolingual

-η, -ο, Α
διάσημος, ονομαστός («ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾱν», Πίνδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + κλειτός (Ι) «φημισμένος» (πρβλ. πάγ-κλειτος)].

Greek Monotonic

πολύκλειτος: -η, -ον, περίφημος, περιβόητος, διακεκριμένος, σε Πίνδ.

Middle Liddell

πολύ-κλειτος, η, ον
far-famed, Pind.

Léxico de magia

-ον que tiene gran fama de Selene ἐνεύχομαί σοι, δαιδάλη καἰπή, ..., παιωνία, προμηθική, πολυκλείτη a ti te suplico, astuta y arrogante, sanadora, previsora, que tienes gran fama P IV 2268