ἀνάγνωσις: Difference between revisions

From LSJ

Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news

Sophocles, Antigone, 277
m (Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ")
m (LSJ1 replacement)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=anagnosis
|Transliteration C=anagnosis
|Beta Code=a)na/gnwsis
|Beta Code=a)na/gnwsis
|Definition=εως, ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[recognition]], Hdt.1.116.<br><span class="bld">2</span> [[reading]], Pl.Euthd.279e, Arist.Po.1462a17 (prob. l.), Rh.1414a18, etc.: pl., Aristeas 283.<br><span class="bld">b</span> [[reading aloud]], Hp.Vict.2.61, Sor.1.49, Act.Ap.13.15, SIG959.8 (Chios), D.T.642.11: in plural, [[public readings]], Pl.Lg.81ce; ἀναγνώσεις τῷ θεῷ ποιούμενος BCH31.351 (Delos).<br><span class="bld">II</span> Gramm., in textual criticism, [[reading]], ἡ [[Ἀριστάρχειος]] ἀνάγνωσις A.D.Synt.164.2.<br><span class="bld">III</span> = [[πραγματεία]], Olymp. in Mete.3.34.<br><span class="bld">IV</span> [[persuasion]], Suid. (misunderstanding Hdt.1.116).
|Definition=-εως, ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[recognition]], Hdt.1.116.<br><span class="bld">2</span> [[reading]], Pl.Euthd.279e, Arist.Po.1462a17 (prob. l.), Rh.1414a18, etc.: pl., Aristeas 283.<br><span class="bld">b</span> [[reading aloud]], Hp.Vict.2.61, Sor.1.49, Act.Ap.13.15, SIG959.8 (Chios), D.T.642.11: in plural, [[public readings]], Pl.Lg.81ce; ἀναγνώσεις τῷ θεῷ ποιούμενος BCH31.351 (Delos).<br><span class="bld">II</span> Gramm., in textual criticism, [[reading]], ἡ [[Ἀριστάρχειος]] ἀνάγνωσις A.D.Synt.164.2.<br><span class="bld">III</span> = [[πραγματεία]], Olymp. in Mete.3.34.<br><span class="bld">IV</span> [[persuasion]], Suid. (misunderstanding Hdt.1.116).
}}
}}
{{DGE
{{DGE

Revision as of 09:05, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνάγνωσις Medium diacritics: ἀνάγνωσις Low diacritics: ανάγνωσις Capitals: ΑΝΑΓΝΩΣΙΣ
Transliteration A: anágnōsis Transliteration B: anagnōsis Transliteration C: anagnosis Beta Code: a)na/gnwsis

English (LSJ)

-εως, ἡ,
A recognition, Hdt.1.116.
2 reading, Pl.Euthd.279e, Arist.Po.1462a17 (prob. l.), Rh.1414a18, etc.: pl., Aristeas 283.
b reading aloud, Hp.Vict.2.61, Sor.1.49, Act.Ap.13.15, SIG959.8 (Chios), D.T.642.11: in plural, public readings, Pl.Lg.81ce; ἀναγνώσεις τῷ θεῷ ποιούμενος BCH31.351 (Delos).
II Gramm., in textual criticism, reading, ἡ Ἀριστάρχειος ἀνάγνωσις A.D.Synt.164.2.
III = πραγματεία, Olymp. in Mete.3.34.
IV persuasion, Suid. (misunderstanding Hdt.1.116).

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
I reconocimiento τὸν Ἀστυάγεα ἐσήιε ἀνάγνωσις αὐτοῦ Hdt.1.116.
II 1lectura en voz alta según la costumbre en la antigüedad ὁκόσοι δὲ πόνοι φωνῆς, ἢ λέξιες ἢ ἀναγνώσιες ἢ ᾠδαὶ ... κινέουσι τὴν ψυχήν Hp.Vict.2.61, περὶ γραμμάτων γραφῆς τε καὶ ἀναγνώσεως Pl.Euthd.279e, (ἡ τραγῳδία) τὸ ἐναργὲς ἔχει καὶ ἐν τῇ ἀ. Arist.Po.1462a17, cf. D.T.629.12, como parte de una vida perfecta ἀναγνώσιες δὲ καὶ μελέται Archyt.Fr.Sp.1 (1, p.554)
lectura pública πολυηκόους τ' ἐν ταῖς ἀ. ποιοῦντας καὶ πολυμαθεῖς Pl.Lg.810e, τοῖς τ' ἀκούουσιν ... ἀνωφελὴς ἂν ἐκ τῆς ἀ. κρίνοιτο χρεία Plb.1.57.3, cf. Plu.2.14e, D.C.43.11.3, LXX 1Es.9.48, SIG 959.8 (Quíos), IG 11(4).618.8 (Delos), POxy.2417.8 (III a.C.), Herm.Vis.1.4.2
lectura privada πρόσεχε τῇ ἀ., τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ 1Ep.Ti.4.13, cf. Luc.VH 1.1, Plu.2.604d, Ph.1.91.
2 obra, tratado Olymp.in Mete.3.34
de la Sagrada Escritura A.Mart.25.2.2
pasaje Origenes Comm.in Eph.1.9.
3 en crít. text. lección, lectura de un pasaje o palabraἈριστάρχειος ἀνάγνωσις A.D.Synt.164.2.

German (Pape)

[Seite 184] ἡ, 1) das Erkennen, Her. 1, 116, Wiedererkennen. – 2) das Lesen, Plat. Euthyd. 279 e u. Folgde. – 3) das Überreden, VLL.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
1 action de reconnaître;
2 lecture, récitation.
Étymologie: ἀναγιγνώσκω.

Greek Monolingual

η (Α ἀνάγνωσις)
1. απόδοση γραπτού κειμένου με προφορικό λόγο, διάβασμα
2. διάβασμα με δυνατή φωνή εμπρός σε ακροατήριο
νεοελλ.
1. κατανόηση της σημασίας συμβόλων (ιερογλυφικών κ.λπ.)
2. κείμενο για ανάγνωση
3. το μάθημα της ανάγνωσης
αρχ.
αναγνώριση, επαναφορά στη μνήμη προσώπου, πράγματος ή περιστάσεων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀναγιγνώσκω.
ΠΑΡ. αναγνωστικός].

Russian (Dvoretsky)

ἀνάγνωσις: εως ἡ
1 Her. = ἀναγνώρισις;
2 чтение Plat.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνάγνωσις: -εως, ἡ, ὅμ. τῷ ἀναγνώρισις, Ἡρόδ. 1. 116. 2) ἀνάγνωσις, ὡς καὶ νῦν, κοιν. «διάβασμα», Πλάτ. Εὐθύδ. 279Ε, Νόμ. 810Ε: - ἡ πρὸς τὴν ἀνάγνωσιν ἀγάπη, μελέτη, Πλούτ. 2. 604D: - κατὰ πληθ. λειτουργικαὶ ἀναγνώσεις, περικοπαὶ τῶν Γραφῶν, Ἐκκλ. ΙΙ. «ἀνάπεισις» Σουΐδ.

English (Strong)

from ἀναγινώσκω; (the act of) reading: reading.

English (Thayer)

(εως, ἡ (ἀναγινώσκω, which see);
a. a knowing again, owning.
b. reading (from Plato on): מִקרָא.)

Greek Monotonic

ἀνάγνωσις: -εως, ἡ,
1. αναγνώριση, σε Ηρόδ.
2. διάβασμα, σε Πλάτ.

Chinese

原文音譯:¢n£gnwsij 安那-格挪西士
詞類次數:名詞(3)
原文字根:向上-知道(著) 相當於: (מִקְרָא‎)
字義溯源:閱讀,誦讀,宣讀,讀;源自(ἀναγινώσκω)=再知道);由(ἀνά)*=上,回復)與(γινώσκω)*=知道)組成
出現次數:總共(3);徒(1);林後(1);提前(1)
譯字彙編
1) 宣讀(1) 提前4:13;
2) 誦讀(1) 林後3:14;
3) 讀過(1) 徒13:15