παρεμπλοκή: Difference between revisions
(9) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(9 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=paremploki | |Transliteration C=paremploki | ||
|Beta Code=paremplokh/ | |Beta Code=paremplokh/ | ||
|Definition=ἡ, < | |Definition=ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[fitting in]], [[inclusion]], κενοῦ Epicur.''Frr.''92, 274; <b class="b3">ἡ κατὰ κένωσιν π.</b> prob. in Hero ''Spir.''1 ''Prooemia'' (παρεις-codd.); of cogs in a machine, Theo Sm.p.180 H.<br><span class="bld">2</span> in Tactics, = [[παρένταξις]] 2, Ascl.''Tact.''10.17.<br><span class="bld">3</span> Astrol., [[complication]], Petos. ap. Vett. Val.281.23.<br><span class="bld">4</span> generally, [[complication]], [[interposition]], <b class="b3">ἡ τοῦ μᾶλλον καὶ ἧττον π.</b> Procl. ''in Prm.'' p.578 S.<br><span class="bld">5</span> [[interlude]], [[digression]], <b class="b3">ἱστορικὴ π.</b> Eust.103.39.<br><span class="bld">II</span> in concrete sense, [[stuffing]], [[forcemeat]], Agatharch.34. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0515.png Seite 515]] ἡ, das dazwischen Einflechten, ἱστορική, eingeflochtene Erzählung, Sp. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''παρεμπλοκή''': ἡ, [[σύμπλεξις]], [[παρεμβολή]], Ἀγάθαρχ. παρὰ Φωτ. Βιβλ. 449. 25· ἱστορικὴ π. Εὐστ. 103. 39. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ἡ, ΜΑ [[παρεμπλέκω]]<br /><b>1.</b> το να περικλείεται, να συμπεριλαμβάνεται [[κανείς]] ή [[κάτι]] σε [[κάτι]] [[άλλο]]<br /><b>2.</b> <b>(μηχαν.)</b> [[εμπλοκή]] τών δοντιών τροχού<br /><b>3.</b> <b>στρατ.</b> η [[ένταξη]] [[ελαφρώς]] οπλισμένων στρατιωτών [[μεταξύ]] οπλιτών<br /><b>4.</b> α) [[παρεμβολή]]<br />β) διηγηματική [[παρεμβολή]], [[σύμπλεξη]] στο [[μέσον]] επεισοδίου<br /><b>5.</b> [[παραγέμισμα]], υπερβολική [[συσσώρευση]]<br /><b>6.</b> μαγειρικό [[παρασκεύασμα]] με το οποίο γεμίζεται το κύριο [[μαγείρευμα]], η [[γέμιση]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:16, 25 August 2023
English (LSJ)
ἡ,
A fitting in, inclusion, κενοῦ Epicur.Frr.92, 274; ἡ κατὰ κένωσιν π. prob. in Hero Spir.1 Prooemia (παρεις-codd.); of cogs in a machine, Theo Sm.p.180 H.
2 in Tactics, = παρένταξις 2, Ascl.Tact.10.17.
3 Astrol., complication, Petos. ap. Vett. Val.281.23.
4 generally, complication, interposition, ἡ τοῦ μᾶλλον καὶ ἧττον π. Procl. in Prm. p.578 S.
5 interlude, digression, ἱστορικὴ π. Eust.103.39.
II in concrete sense, stuffing, forcemeat, Agatharch.34.
German (Pape)
[Seite 515] ἡ, das dazwischen Einflechten, ἱστορική, eingeflochtene Erzählung, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
παρεμπλοκή: ἡ, σύμπλεξις, παρεμβολή, Ἀγάθαρχ. παρὰ Φωτ. Βιβλ. 449. 25· ἱστορικὴ π. Εὐστ. 103. 39.
Greek Monolingual
ἡ, ΜΑ παρεμπλέκω
1. το να περικλείεται, να συμπεριλαμβάνεται κανείς ή κάτι σε κάτι άλλο
2. (μηχαν.) εμπλοκή τών δοντιών τροχού
3. στρατ. η ένταξη ελαφρώς οπλισμένων στρατιωτών μεταξύ οπλιτών
4. α) παρεμβολή
β) διηγηματική παρεμβολή, σύμπλεξη στο μέσον επεισοδίου
5. παραγέμισμα, υπερβολική συσσώρευση
6. μαγειρικό παρασκεύασμα με το οποίο γεμίζεται το κύριο μαγείρευμα, η γέμιση.