θίξις: Difference between revisions

From LSJ

Οὐ δεῖ σε χαίρειν τοῖς δεδυστυχηκόσι → Nicht freut man über den sich, der im Unglück ist → Kein Mensch legt Hand an den an, der im Unglück ist

Menander, Monostichoi, 431
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")
m (LSJ1 replacement)
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=thiksis
|Transliteration C=thiksis
|Beta Code=qi/cis
|Beta Code=qi/cis
|Definition=εως, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[touching]], <span class="bibl">Hp.<span class="title">Mul.</span>1.40</span>, <span class="bibl">Arist.<span class="title">GA</span>751a19</span>, <span class="bibl"><span class="title">Ph.</span>202a7</span>, Gal.15.45, <span class="bibl">S.E.<span class="title">P.</span>3.56</span>,al.; <b class="b3">ἄχρι τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης κατὰ θίξιν</b> as far as the Red Sea, [[which it touches]], <span class="bibl">Vett.Val.12.20</span>, cf. <span class="bibl">13.19</span>; <b class="b3">ὁ κατὰ θίξιν περισκυθισμός</b> a scalp operation in which the edges of the wound were made to touch, <span class="title">Arch.Pap.</span>4.270 (iii A.D.), cf. Archig. ap. Gal.12.577 (where [[θῆξιν]]). </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> metaph., [[apprehension]] of the mind, <span class="bibl">Plot.5.3.10</span>: pl., <span class="bibl">Procl.<span class="title">in Prm.</span>p.628S.</span></span>
|Definition=-εως, ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[touching]], Hp.''Mul.''1.40, Arist.''GA''751a19, ''Ph.''202a7, Gal.15.45, S.E.''P.''3.56,al.; <b class="b3">ἄχρι τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης κατὰ θίξιν</b> as far as the Red Sea, [[which it touches]], Vett.Val.12.20, cf. 13.19; <b class="b3">ὁ κατὰ θίξιν περισκυθισμός</b> a scalp operation in which the edges of the wound were made to touch, ''Arch.Pap.''4.270 (iii A.D.), cf. Archig. ap. Gal.12.577 (where [[θῆξιν]]).<br><span class="bld">II</span> metaph., [[apprehension]] of the mind, Plot.5.3.10: pl., Procl.''in Prm.''p.628S.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1212.png Seite 1212]] ἡ, das Berühren, die Berührung; Arist. gen. anim. 3, 1; Plut. u. a. Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1212.png Seite 1212]] ἡ, das Berühren, die Berührung; Arist. gen. anim. 3, 1; Plut. u. a. Sp.
}}
{{elru
|elrutext='''θίξις:''' εως ἡ касание, (со)прикосновение (οὐ θ., ἀλλὰ [[ἕνωσις]] Sext.): κατὰ τὴν θίξιν Arst. на ощупь.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θίξις]], ἡ (Α) [[θιγγάνω]]<br /><b>1.</b> [[πλησίασμα]], [[άγγιγμα]], [[προσέγγιση]], [[ψηλάφηση]] («[[ἄχρι]] τῆς Ἐρυθρᾱς θαλάσσης κατὰ θίξιν» — [[μέχρι]] την Ερυθρά [[θάλασσα]], την οποία πλησιάζουμε, Βέττ. Βαλ.)<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> (για τον νου) [[αντίληψη]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ὁ κατὰ θίξιν [[περισκυθισμός]]» — [[εγχείρηση]] του κρανίου, [[κατά]] την οποία προσεγγίζονταν τα [[άκρα]] του τραύματος<br /><b>4.</b> <b>μουσ.</b><br />([[κατά]] τον <b>Πλούτ.</b>) το [[άγγιγμα]] τών χορδών της λύρας.
|mltxt=[[θίξις]], ἡ (Α) [[θιγγάνω]]<br /><b>1.</b> [[πλησίασμα]], [[άγγιγμα]], [[προσέγγιση]], [[ψηλάφηση]] («[[ἄχρι]] τῆς Ἐρυθρᾱς θαλάσσης κατὰ θίξιν» — [[μέχρι]] την Ερυθρά [[θάλασσα]], την οποία πλησιάζουμε, Βέττ. Βαλ.)<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> (για τον νου) [[αντίληψη]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ὁ κατὰ θίξιν [[περισκυθισμός]]» — [[εγχείρηση]] του κρανίου, [[κατά]] την οποία προσεγγίζονταν τα [[άκρα]] του τραύματος<br /><b>4.</b> <b>μουσ.</b><br />([[κατά]] τον <b>Πλούτ.</b>) το [[άγγιγμα]] τών χορδών της λύρας.
}}
{{elru
|elrutext='''θίξις:''' εως ἡ касание, (со)прикосновение (οὐ θ., ἀλλὰ [[ἕνωσις]] Sext.): κατὰ τὴν θίξιν Arst. на ощупь.
}}
}}

Latest revision as of 10:22, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θίξις Medium diacritics: θίξις Low diacritics: θίξις Capitals: ΘΙΞΙΣ
Transliteration A: thíxis Transliteration B: thixis Transliteration C: thiksis Beta Code: qi/cis

English (LSJ)

-εως, ἡ,
A touching, Hp.Mul.1.40, Arist.GA751a19, Ph.202a7, Gal.15.45, S.E.P.3.56,al.; ἄχρι τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης κατὰ θίξιν as far as the Red Sea, which it touches, Vett.Val.12.20, cf. 13.19; ὁ κατὰ θίξιν περισκυθισμός a scalp operation in which the edges of the wound were made to touch, Arch.Pap.4.270 (iii A.D.), cf. Archig. ap. Gal.12.577 (where θῆξιν).
II metaph., apprehension of the mind, Plot.5.3.10: pl., Procl.in Prm.p.628S.

German (Pape)

[Seite 1212] ἡ, das Berühren, die Berührung; Arist. gen. anim. 3, 1; Plut. u. a. Sp.

Russian (Dvoretsky)

θίξις: εως ἡ касание, (со)прикосновение (οὐ θ., ἀλλὰ ἕνωσις Sext.): κατὰ τὴν θίξιν Arst. на ощупь.

Greek (Liddell-Scott)

θίξις: -εως, ἡ, ψαῦσις, τὸ ἐγγίζειν, Ἀριστ. Γεν. Ζ. 3. 1, 27, Φυσ. 3. 2, 4.

Greek Monolingual

θίξις, ἡ (Α) θιγγάνω
1. πλησίασμα, άγγιγμα, προσέγγιση, ψηλάφησηἄχρι τῆς Ἐρυθρᾱς θαλάσσης κατὰ θίξιν» — μέχρι την Ερυθρά θάλασσα, την οποία πλησιάζουμε, Βέττ. Βαλ.)
2. μτφ. (για τον νου) αντίληψη
3. φρ. «ὁ κατὰ θίξιν περισκυθισμός» — εγχείρηση του κρανίου, κατά την οποία προσεγγίζονταν τα άκρα του τραύματος
4. μουσ.
(κατά τον Πλούτ.) το άγγιγμα τών χορδών της λύρας.