ἐπιχειροτονία: Difference between revisions
ἔκβαλε πρῶτον ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σοῦ τὴν δοκόν, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου → first take the plank out of your own eye, and then you will see clearly to remove the speck from your brother's eye
m (Text replacement - ":<br />][[" to ":<br />[[") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=epicheirotonia | |Transliteration C=epicheirotonia | ||
|Beta Code=e)pixeirotoni/a | |Beta Code=e)pixeirotoni/a | ||
|Definition=ἡ, < | |Definition=ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[voting by show of hands]], Pl.''Lg.''755e; -τονίαν διδόναι, εἰ δοκεῖ..ἢ μή Arist.''Ath.''43.5.<br><span class="bld">2</span> [[confirmation]] of the powers of magistrates, D.58.27 (pl.), Arist.''Ath.''55.4; <b class="b3">ἐ. αὐτῶν ἐστί..εἰ δοκοῦσιν καλῶς ἄρχειν</b> ib.61.2.<br><span class="bld">b</span> <b class="b3">ἐ. νόμων</b> [[confirmation]] of the existing laws, Lex ap.D.24.20. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 10:29, 25 August 2023
English (LSJ)
ἡ,
A voting by show of hands, Pl.Lg.755e; -τονίαν διδόναι, εἰ δοκεῖ..ἢ μή Arist.Ath.43.5.
2 confirmation of the powers of magistrates, D.58.27 (pl.), Arist.Ath.55.4; ἐ. αὐτῶν ἐστί..εἰ δοκοῦσιν καλῶς ἄρχειν ib.61.2.
b ἐ. νόμων confirmation of the existing laws, Lex ap.D.24.20.
German (Pape)
[Seite 1003] ἡ, die Abstimmung des Volkes durch Handhochheben, νόμων Dem. 24, 20 ff., über die Gesetze; – ποιεῖν, od. διδόναι τινί, abstimmen lassen, von den πρόεδροι, 24, 50, im Gesetz. – Wahl durch solche Abstimmung, τῶν ταξιαρχῶν Plat. Legg. VI, 755 e.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
vote à main levée.
Étymologie: ἐπιχειροτονέω.
Russian (Dvoretsky)
ἐπιχειροτονία: ἡ
1 голосование (поднятием рук): τινός ἐπιχειροτονίαν ποιεῖν или διδόναι Dem. ставить на голосование что-л.;
2 избрание поднятием рук (τῶν ταξιαρχῶν Plat.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιχειροτονία: ἡ, ψηφοφορία δι’ ἀνατάσεως τῶν χειρῶν, Πλάτ. Νόμ. 755E· νόμων ἐπιχειροτονίαν ποιεῖν Ψήφισμα παρὰ Δημ. 706. 7· ὡσαύτως, ἐπ. διδόναι αὐτόθι 716. 19· ἐπ. ἐστὶ ἢ γίγνεται αὐτόθι 706. 8 κἑξ., 1330. 17· (οἱ πρυτανεύοντες) καὶ περὶ τῆς ὀστρακοφορίας ἐπιχειροτονίαν διδόασιν Ἀριστ. Ἀθην. Πολ. σ. 63. 8 (ἔκδ. Blass)· οὕτω δίδωσιν ἐν μὲν τῇ βουλῇ τὴν ἐπιχειροτονίαν, ἐν δὲ τῷ δικαστηρίῳ τὴν ψῆφον αὐτόθι σ. 80. 8.
Greek Monolingual
ἐπιχειροτονία, ἡ (Α) επιχειροτονώ
1. ψηφοφορία με ανάταση της χειρός
2. επικύρωση της εξουσίας τών αρχόντων με ψηφοφορία
3. φρ. «ἐπιχειροτονία τῶν νόμων» — επικύρωση υπαρχόντων νόμων.
Greek Monotonic
ἐπιχειροτονία: ἡ, ψηφοφορία μέσω ανάτασης χειρών, σε Δημ.
Middle Liddell
ἐπιχειροτονία, ἡ, [from ἐπιχειροτονέω
a voting by show of hands, Dem.