πρωθήβης: Difference between revisions

From LSJ

Ἀλλ’ ἐσθ’ ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρός κακῶν → But death is the ultimate healer of ills

Sophocles, Fragment 698
(1b)
m (LSJ1 replacement)
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=prothivis
|Transliteration C=prothivis
|Beta Code=prwqh/bhs
|Beta Code=prwqh/bhs
|Definition=ου, ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">in the prime of youth</b>, παῖδας πρωθήβας <span class="bibl">Il.8.518</span>; <b class="b3">κοῦροι π</b>. <span class="bibl">Od.8.263</span>, cf. Epigr. in <span class="title">BpW.</span>32.480 (Delph.): in late Prose, <span class="bibl">Luc.<span class="title">DMort.</span> 5.2</span>, <span class="bibl">App.<span class="title">Hisp.</span>65</span>:—fem. <b class="b3">πρωθήβη</b> only <span class="bibl">Od.1.431</span>; also πρωθ-ῆβις, <span class="title">IG</span>14.2122, Hdn.Gr.2.67.</span>
|Definition=πρωθήβου, ὁ, [[in the prime of youth]], παῖδας πρωθήβας Il.8.518; <b class="b3">κοῦροι π.</b> Od.8.263, cf. Epigr. in ''BpW.''32.480 (Delph.): in late Prose, Luc.''DMort.'' 5.2, App.''Hisp.''65:—fem. [[πρωθήβη]] only Od.1.431; also [[πρωθῆβις]], ''IG''14.2122, Hdn.Gr.2.67.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0803.png Seite 803]] ὁ, = [[πρώθηβος]]; παῖδας πρωθήβας, Il. 8, 518; κοῦροι πρωθῆβαι, Od. 8, 263; κοῦρος, Ep. ad. 695 a (App. 306); [[πρωθήβης]] ἀντὶ γέροντος, Luc. Mort. D. 5, 2.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0803.png Seite 803]] ὁ, = [[πρώθηβος]]; παῖδας πρωθήβας, Il. 8, 518; κοῦροι πρωθῆβαι, Od. 8, 263; κοῦρος, Ep. ad. 695 a (App. 306); [[πρωθήβης]] ἀντὶ γέροντος, Luc. Mort. D. 5, 2.
}}
{{bailly
|btext=ου;<br /><i>adj. m.</i><br />[[qui est dans la première jeunesse]].<br />'''Étymologie:''' [[πρῶτος]], [[ἥβη]].
}}
{{elnl
|elnltext=πρωθήβης -ου &#91;[[πρῶτος]], [[ἥβη]]] [[in de bloei van de jeugd]]:. παῖδας πρωθήβας jonge knapen Il. 8.518.
}}
{{elru
|elrutext='''πρωθήβης:''' ου adj. m юный, в цвете лет Hom., Luc.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πρωθήβης''': -ου, ὁ, (πρῶτος) ἐν τῇ πρώτῃ ἀκμῇ τῆς ἥβης, παῖδας πρωθήβας, «[[πρώτως]] ἡβῶντας» (Σχόλ.), Ἰλ. Θ. 518· κοῦροι πρ. Ὀδ. Θ. 563· οὕτω καὶ παρὰ μεταγενεστ. ποιηταῖς· [[ὡσαύτως]] παρὰ μεταγενεστ. πεζολόγοις, [[οἷον]] Λουκ. ἐν Νεκρ. Διαλ., 5. 2, Ἀππ. Ἰβηρ. 65· - θηλ. προθήβη μόνον ἐν Ὀδ. Α. 431, πρωθήβην ἔτ’ ἐοῦσαν· - Ἕτερον θηλ. πρωθῆβις εὕρηται ἐν Ἡρῳδιανῷ περὶ Ἰλιακῆς Προσῳδίας τ. 2, σ. 67, 32, κ. ἀλλ.· ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 532.
|lstext='''πρωθήβης''': -ου, ὁ, (πρῶτος) ἐν τῇ πρώτῃ ἀκμῇ τῆς ἥβης, παῖδας πρωθήβας, «[[πρώτως]] ἡβῶντας» (Σχόλ.), Ἰλ. Θ. 518· κοῦροι πρ. Ὀδ. Θ. 563· οὕτω καὶ παρὰ μεταγενεστ. ποιηταῖς· [[ὡσαύτως]] παρὰ μεταγενεστ. πεζολόγοις, [[οἷον]] Λουκ. ἐν Νεκρ. Διαλ., 5. 2, Ἀππ. Ἰβηρ. 65· - θηλ. προθήβη μόνον ἐν Ὀδ. Α. 431, πρωθήβην ἔτ’ ἐοῦσαν· - Ἕτερον θηλ. πρωθῆβις εὕρηται ἐν Ἡρῳδιανῷ περὶ Ἰλιακῆς Προσῳδίας τ. 2, σ. 67, 32, κ. ἀλλ.· ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 532.
}}
{{bailly
|btext=ου;<br /><i>adj. m.</i><br />qui est dans la première jeunesse.<br />'''Étymologie:''' [[πρῶτος]], [[ἥβη]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth
Line 27: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πρωθήβης:''' -ου, ὁ ([[πρῶτος]]), αυτός που βρίσκεται στην πρώτη [[ακμή]] της ήβης, σε Όμηρ.· θηλ. [[πρωθήβη]], σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''πρωθήβης:''' -ου, ὁ ([[πρῶτος]]), αυτός που βρίσκεται στην πρώτη [[ακμή]] της ήβης, σε Όμηρ.· θηλ. [[πρωθήβη]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elnl
|elnltext=πρωθήβης -ου [πρῶτος, ἥβη] in de bloei van de jeugd:. παῖδας πρωθήβας jonge knapen Il. 8.518.
}}
{{elru
|elrutext='''πρωθήβης:''' ου adj. m юный, в цвете лет Hom., Luc.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=πρωθ-ήβης, ου, ὁ, [[πρῶτος]]<br />in the [[prime]] of [[youth]], Hom.; fem. [[πρωθήβη]] Od.
|mdlsjtxt=πρωθ-ήβης, ου, ὁ, [[πρῶτος]]<br />in the [[prime]] of [[youth]], Hom.; fem. [[πρωθήβη]] Od.
}}
}}

Latest revision as of 10:43, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρωθήβης Medium diacritics: πρωθήβης Low diacritics: πρωθήβης Capitals: ΠΡΩΘΗΒΗΣ
Transliteration A: prōthḗbēs Transliteration B: prōthēbēs Transliteration C: prothivis Beta Code: prwqh/bhs

English (LSJ)

πρωθήβου, ὁ, in the prime of youth, παῖδας πρωθήβας Il.8.518; κοῦροι π. Od.8.263, cf. Epigr. in BpW.32.480 (Delph.): in late Prose, Luc.DMort. 5.2, App.Hisp.65:—fem. πρωθήβη only Od.1.431; also πρωθῆβις, IG14.2122, Hdn.Gr.2.67.

German (Pape)

[Seite 803] ὁ, = πρώθηβος; παῖδας πρωθήβας, Il. 8, 518; κοῦροι πρωθῆβαι, Od. 8, 263; κοῦρος, Ep. ad. 695 a (App. 306); πρωθήβης ἀντὶ γέροντος, Luc. Mort. D. 5, 2.

French (Bailly abrégé)

ου;
adj. m.
qui est dans la première jeunesse.
Étymologie: πρῶτος, ἥβη.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πρωθήβης -ου [πρῶτος, ἥβη] in de bloei van de jeugd:. παῖδας πρωθήβας jonge knapen Il. 8.518.

Russian (Dvoretsky)

πρωθήβης: ου adj. m юный, в цвете лет Hom., Luc.

Greek (Liddell-Scott)

πρωθήβης: -ου, ὁ, (πρῶτος) ἐν τῇ πρώτῃ ἀκμῇ τῆς ἥβης, παῖδας πρωθήβας, «πρώτως ἡβῶντας» (Σχόλ.), Ἰλ. Θ. 518· κοῦροι πρ. Ὀδ. Θ. 563· οὕτω καὶ παρὰ μεταγενεστ. ποιηταῖς· ὡσαύτως παρὰ μεταγενεστ. πεζολόγοις, οἷον Λουκ. ἐν Νεκρ. Διαλ., 5. 2, Ἀππ. Ἰβηρ. 65· - θηλ. προθήβη μόνον ἐν Ὀδ. Α. 431, πρωθήβην ἔτ’ ἐοῦσαν· - Ἕτερον θηλ. πρωθῆβις εὕρηται ἐν Ἡρῳδιανῷ περὶ Ἰλιακῆς Προσῳδίας τ. 2, σ. 67, 32, κ. ἀλλ.· ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 532.

English (Autenrieth)

(πρῶτος, ἥβη): in the prime or ‘bloom’ of youth.

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ, και τ. θηλ. πρωθήβη και πρωθῆβις, -ήβεως, Α
αυτός που βρίσκεται στην πρώτη ακμή της ήβης, που διανύει την αρχή της εφηβικής ηλικίας, ο νεαρός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο)- + ἥβη].

Greek Monotonic

πρωθήβης: -ου, ὁ (πρῶτος), αυτός που βρίσκεται στην πρώτη ακμή της ήβης, σε Όμηρ.· θηλ. πρωθήβη, σε Ομήρ. Οδ.

Middle Liddell

πρωθ-ήβης, ου, ὁ, πρῶτος
in the prime of youth, Hom.; fem. πρωθήβη Od.