Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

περιλεσχήνευτος: Difference between revisions

From LSJ
Menander, fragment 761
(10)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(21 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=perileschineftos
|Transliteration C=perileschineftos
|Beta Code=perilesxh/neutos
|Beta Code=perilesxh/neutos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">talked of in every club</b> (λέσχη), <b class="b2">matter of common talk</b>, <span class="bibl">Hdt.2.135</span>.</span>
|Definition=περιλεσχήνευτον, [[talked of in every club]] ([[λέσχη]]), [[matter of common talk]], [[Herodotus|Hdt.]]2.135.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0582.png Seite 582]] wovon ringsum geschwatzt od. gesprochen wird, weit berühmt, Her. 2, 135.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />[[qui est l'objet de tous les entretiens]], [[fameux]], [[célèbre]].<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[λέσχη]].
}}
{{elnl
|elnltext=περιλεσχήνευτος -ον &#91;[[περί]], [[λεσχηνεύω]]] [[veelbesproken]].
}}
{{elru
|elrutext='''περιλεσχήνευτος:''' [[передаваемый из уст в уста]], [[известный всем]], [[прославленный]] ([[οὔνομα]] Her.).
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός για τον οποίο μιλούν [[παντού]], για τον οποίο γίνεται [[λόγος]] σε [[κάθε]] [[λέσχη]], σε [[κάθε]] [[τόπο]] συνάθροισης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[λεσχηνεύω]] «[[συζητώ]]» (<span style="color: red;"><</span> [[λέσχη]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''περιλεσχήνευτος:''' -ον, αυτός που αποτελεί [[αντικείμενο]] συζήτησης σε [[κάθε]] [[λέσχη]] ([[λέσχη]]), που αποτελεί [[θέμα]] κοινής συζήτησης, σε Ηρόδ.
}}
{{ls
|lstext='''περιλεσχήνευτος''': -ον, περὶ οὗ γίνεται [[λόγος]] ἐν πάσῃ λέσχῃ, [[περιλάλητος]], Ἡρόδ. 2. 135· πρβλ. ἔλλεσχο [[προλεσχηνεύομαι]].
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=περι-λεσχήνευτος, ον,<br />talked of in [[every]] [[club]] (λέσχἠ, [[matter]] of [[common]] [[talk]], Hdt.
}}
}}

Latest revision as of 12:07, 4 September 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιλεσχήνευτος Medium diacritics: περιλεσχήνευτος Low diacritics: περιλεσχήνευτος Capitals: ΠΕΡΙΛΕΣΧΗΝΕΥΤΟΣ
Transliteration A: perileschḗneutos Transliteration B: perileschēneutos Transliteration C: perileschineftos Beta Code: perilesxh/neutos

English (LSJ)

περιλεσχήνευτον, talked of in every club (λέσχη), matter of common talk, Hdt.2.135.

German (Pape)

[Seite 582] wovon ringsum geschwatzt od. gesprochen wird, weit berühmt, Her. 2, 135.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui est l'objet de tous les entretiens, fameux, célèbre.
Étymologie: περί, λέσχη.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περιλεσχήνευτος -ον [περί, λεσχηνεύω] veelbesproken.

Russian (Dvoretsky)

περιλεσχήνευτος: передаваемый из уст в уста, известный всем, прославленный (οὔνομα Her.).

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός για τον οποίο μιλούν παντού, για τον οποίο γίνεται λόγος σε κάθε λέσχη, σε κάθε τόπο συνάθροισης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + λεσχηνεύω «συζητώ» (< λέσχη)].

Greek Monotonic

περιλεσχήνευτος: -ον, αυτός που αποτελεί αντικείμενο συζήτησης σε κάθε λέσχη (λέσχη), που αποτελεί θέμα κοινής συζήτησης, σε Ηρόδ.

Greek (Liddell-Scott)

περιλεσχήνευτος: -ον, περὶ οὗ γίνεται λόγος ἐν πάσῃ λέσχῃ, περιλάλητος, Ἡρόδ. 2. 135· πρβλ. ἔλλεσχο προλεσχηνεύομαι.

Middle Liddell

περι-λεσχήνευτος, ον,
talked of in every club (λέσχἠ, matter of common talk, Hdt.