ἀνάστροφος: Difference between revisions

From LSJ

Νέμεσιν φυλάσσου, μηδὲν ὑπέρογκον ποίει → Nemesin caveto: longe fuge superbiam → Hab Acht vor Nemesis und tu nichts über's Maß

Menander, Monostichoi, 374
mNo edit summary
mNo edit summary
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνάστροφος]], -ον) [[αναστρέφω]]<br /><b>1.</b> [[αντίστροφος]], [[ανάποδος]], [[αντίξοος]]<br /><b>2.</b> <b>επίρρ.</b> <i>ανάστροφα</i><br />αντίστροφα, [[ανάποδα]], [[παρά]] [[προσδοκία]]<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η ανάστροφη</i><br />[[ράπισμα]] με τη [[ράχη]] του χεριού, [[μπάτσος]].
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνάστροφος]], -ον) [[αναστρέφω]]<br /><b>1.</b> [[αντίστροφος]], [[ανάποδος]], [[αντίξοος]]<br /><b>2.</b> <b>επίρρ.</b> <i>ανάστροφα</i><br />αντίστροφα, [[ανάποδα]], [[παρά]] [[προσδοκία]]<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η ανάστροφη</i><br />[[ράπισμα]] με τη [[ράχη]] του χεριού, [[μπάτσος]].
}}
{{trml
|trtx====[[inversely]]===
Bulgarian: обратно; Finnish: käänteisesti; French: [[inversement]]; German: [[umgekehrt]]; Greek: [[αντίθετα]], [[ανάποδα]], [[αντίστροφα]]; Ancient Greek: [[ἀλλάξ]], [[ἀνάπαλι]], [[ἀνάπαλιν]], [[ἀναστρόφως]], [[ἀναστροφίως]], [[ἀνεστραμμένως]], [[ἀντεστραμμένως]], [[ἀντιπεπονθότως]], [[ἀντιστρόφως]], [[ἔμπαλιν]], [[ἐνηλλαγμένως]]; Spanish: [[inversamente]]
}}
}}

Latest revision as of 19:00, 9 February 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνάστροφος Medium diacritics: ἀνάστροφος Low diacritics: ανάστροφος Capitals: ΑΝΑΣΤΡΟΦΟΣ
Transliteration A: anástrophos Transliteration B: anastrophos Transliteration C: anastrofos Beta Code: a)na/strofos

English (LSJ)

ἀνάστροφον, = ἀναστρόφιος (inverse), Papp.828.17 (s.v.l.); adv. ἀναστρόφως = inversely.

Spanish (DGE)

-ον
1 mat. recíproco Papp.828.17.
2 adv. ἀναστρόφως = inversamente, al revés Chrysipp.Stoic.2.71, Iambl.VP 118.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀνάστροφος, -ον) αναστρέφω
1. αντίστροφος, ανάποδος, αντίξοος
2. επίρρ. ανάστροφα
αντίστροφα, ανάποδα, παρά προσδοκία
3. το θηλ. ως ουσ. η ανάστροφη
ράπισμα με τη ράχη του χεριού, μπάτσος.

Translations