ἀσυνάρτητος: Difference between revisions
Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch
(3) |
m (Text replacement - "Uebh." to "Übh.") |
||
(19 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=asynartitos | |Transliteration C=asynartitos | ||
|Beta Code=a)suna/rthtos | |Beta Code=a)suna/rthtos | ||
|Definition= | |Definition=ἀσυνάρτητον,<br><span class="bld">A</span> [[disconnected]], [[incoherent]], [[asynartetic]], D.H.''Th.''6, Gal.15.468, Sch.[[Sophocles|S.]]''[[Oedipus Coloneus|OC]]''1560.<br><span class="bld">II</span> in Metric, <b class="b3">ἀσυνάρτητοι στίχοι</b> [[verse]]s [[compound]]ed of [[independent]] [[κῶλον|κῶλα]], having or containing two different types of metre Heph.15, Sch.Ar.''Ra.''1316, etc. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=ἀσυνάρτητον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[inconexo]], [[incoherente]] de abstr. κεφάλαια D.H.<i>Th</i>.6, λήμματα S.E.<i>P</i>.2.153, λόγος Gal.15.468, τὸ δὲ δίδου μοι τοῦτο ἀσυνάρτητον Sch.S.<i>OC</i> 1560P., cf. Sch.Ar.<i>Ra</i>.1340.<br /><b class="num">2</b> métr. [[asinárteto]] στίχοι versos compuestos de κῶλα diferentes, Heph.15, Aristid.Quint.51.2, Sch.Ar.<i>Ra</i>.1316.<br /><b class="num">II</b> adv. [[ἀσυναρτήτως]] = [[incoherentemente]] ἐπεὶ ὁ γέρων εἶπεν ἀ. Sch.Ar.<i>Nu</i>.247, cf. Eus.<i>E.Th</i>.1.20.9<br /><b class="num">•</b>ἀ. ἐρράπτει Gr.Nyss.<i>Hom.in Cant</i>.2.1.6. | |||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0380.png Seite 380]] nicht verknüpft, unzusammenhangend. Bei den Metrikern sind ἀσυνάρτητοι Verse, in denen verschiedene Rhythmen locker od. gar nicht verbunden sind. Übh. nicht zusammenpassend, Dion. Hal. iud. de Thuc. 6. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀσυνάρτητος:''' досл. несвязанный, стих. разнородный, состоящий из разных размеров (στίχοι). | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀσυνάρτητος''': -ον, [[ἀσύνδετος]], [[ἀσύναπτος]], [[ἀνακόλουθος]], εἰς πολλὰ μεμερισμένην καὶ ἀσυνάρτητα κεφάλαια Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 6. ΙΙ. ἐν τῇ μετρικῇ, ἀσυνάρτητοι στίχοι [[εἶναι]] οἱ συγκείμενοι ἐξ ἑτερογενῶν μερῶν, «γίνεται δὲ καὶ ἀσυνάρτητα, [[ὁπόταν]] δύο κῶλα μὴ δυνάμενα ἀλλήλοις συναρτηθῆναι [[μηδὲ]] ἕνωσιν ἔχειν ἀντὶ ἑνὸς μόνου παραλαμβάνηται στίχου» Ἡφαιστ. 15, πρβλ. Ἀριστείδ. Κοϊντιλ. π. Μουσ. 56. 12. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἀσυνάρτητος]], -ον) [[συναρτώ]]<br />αυτός που δεν έχει ειρμό, [[ασύνδετος]], [[ανακόλουθος]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br /><b>(μετρ.)</b> «ἀσυνάρτητοι στίχοι» — οι στίχοι που αποτελούνται από ανομοιογενή ημιστίχια. | |||
}} | |||
{{trml | |||
|trtx====[[incoherent]]=== | |||
Bulgarian: несвързан, непоследователен; Catalan: incoherent; Chinese Mandarin: [[不连贯的]]; Czech: nesoudržný, nesouvislý; Danish: usammenhængende; Esperanto: nekohera; Finnish: ristiriitainen, epäjohdonmukainen; French: [[incohérent]], [[décousu]]; Galician: incoherente; German: [[inkohärent]], [[unzusammenhängend]], [[unlogisch]], [[unvereinbar]]; Greek: [[ασυνάρτητος]]; Ancient Greek: [[ἀδιεξέταστος]], [[ἀκατάλληλος]], [[ἀνυπόστατος]], [[ἀξυγκρότητος]], [[ἀξύστατος]], [[ἀσύνακτος]], [[ἀσυνάρτητος]], [[ἀσύστατος]], [[διάσπαστος]], [[διάφωνος]], [[ἐπεισοδιώδης]]; Italian: [[incoerente]], [[sconclusionato]]; Maori: parure, whakaparure, nakunaku, ngau; Polish: niekoherentny, nieścisły; Portuguese: [[incoerente]]; Russian: [[бессвязный]], [[несвязный]]; Spanish: [[incoherente]], [[inconexo]], [[deshilvanado]], [[descosido]]; Swedish: osammanhängande; Welsh: digyswllt, anghysylltiol | |||
}} | }} |
Latest revision as of 06:37, 30 October 2024
English (LSJ)
ἀσυνάρτητον,
A disconnected, incoherent, asynartetic, D.H.Th.6, Gal.15.468, Sch.S.OC1560.
II in Metric, ἀσυνάρτητοι στίχοι verses compounded of independent κῶλα, having or containing two different types of metre Heph.15, Sch.Ar.Ra.1316, etc.
Spanish (DGE)
ἀσυνάρτητον
I 1inconexo, incoherente de abstr. κεφάλαια D.H.Th.6, λήμματα S.E.P.2.153, λόγος Gal.15.468, τὸ δὲ δίδου μοι τοῦτο ἀσυνάρτητον Sch.S.OC 1560P., cf. Sch.Ar.Ra.1340.
2 métr. asinárteto στίχοι versos compuestos de κῶλα diferentes, Heph.15, Aristid.Quint.51.2, Sch.Ar.Ra.1316.
II adv. ἀσυναρτήτως = incoherentemente ἐπεὶ ὁ γέρων εἶπεν ἀ. Sch.Ar.Nu.247, cf. Eus.E.Th.1.20.9
•ἀ. ἐρράπτει Gr.Nyss.Hom.in Cant.2.1.6.
German (Pape)
[Seite 380] nicht verknüpft, unzusammenhangend. Bei den Metrikern sind ἀσυνάρτητοι Verse, in denen verschiedene Rhythmen locker od. gar nicht verbunden sind. Übh. nicht zusammenpassend, Dion. Hal. iud. de Thuc. 6.
Russian (Dvoretsky)
ἀσυνάρτητος: досл. несвязанный, стих. разнородный, состоящий из разных размеров (στίχοι).
Greek (Liddell-Scott)
ἀσυνάρτητος: -ον, ἀσύνδετος, ἀσύναπτος, ἀνακόλουθος, εἰς πολλὰ μεμερισμένην καὶ ἀσυνάρτητα κεφάλαια Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 6. ΙΙ. ἐν τῇ μετρικῇ, ἀσυνάρτητοι στίχοι εἶναι οἱ συγκείμενοι ἐξ ἑτερογενῶν μερῶν, «γίνεται δὲ καὶ ἀσυνάρτητα, ὁπόταν δύο κῶλα μὴ δυνάμενα ἀλλήλοις συναρτηθῆναι μηδὲ ἕνωσιν ἔχειν ἀντὶ ἑνὸς μόνου παραλαμβάνηται στίχου» Ἡφαιστ. 15, πρβλ. Ἀριστείδ. Κοϊντιλ. π. Μουσ. 56. 12.
Greek Monolingual
-η, -ο (AM ἀσυνάρτητος, -ον) συναρτώ
αυτός που δεν έχει ειρμό, ασύνδετος, ανακόλουθος
αρχ.-μσν.
(μετρ.) «ἀσυνάρτητοι στίχοι» — οι στίχοι που αποτελούνται από ανομοιογενή ημιστίχια.
Translations
incoherent
Bulgarian: несвързан, непоследователен; Catalan: incoherent; Chinese Mandarin: 不连贯的; Czech: nesoudržný, nesouvislý; Danish: usammenhængende; Esperanto: nekohera; Finnish: ristiriitainen, epäjohdonmukainen; French: incohérent, décousu; Galician: incoherente; German: inkohärent, unzusammenhängend, unlogisch, unvereinbar; Greek: ασυνάρτητος; Ancient Greek: ἀδιεξέταστος, ἀκατάλληλος, ἀνυπόστατος, ἀξυγκρότητος, ἀξύστατος, ἀσύνακτος, ἀσυνάρτητος, ἀσύστατος, διάσπαστος, διάφωνος, ἐπεισοδιώδης; Italian: incoerente, sconclusionato; Maori: parure, whakaparure, nakunaku, ngau; Polish: niekoherentny, nieścisły; Portuguese: incoerente; Russian: бессвязный, несвязный; Spanish: incoherente, inconexo, deshilvanado, descosido; Swedish: osammanhängande; Welsh: digyswllt, anghysylltiol