δᾶ: Difference between revisions
Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
(6_7) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δᾶ''': ἐρμηνευόμενον ὑπὸ τῶν Σχολ. ὡς Δωρ. ἀντὶ γᾶ, γῆ, ἐν ταῖς φράσεσι φεῦ δᾶ Εὐρ. Φοιν. 1296, Ἀριστοφ. Λυσ. 198· οἰοῑ δᾶ, φεῦ Αἰσχύλ. Εὐμ. 874· ἀλεῦ δᾱ ὁ αὐτ. Πρ. 568· οὐ δᾶν, ὄχι, μὰ τὴν γῆν, Θεόκρ. 4. 17· ἐν τῷ κυρίῳ ὀνόματι Δα-[[μάτηρ]] καὶ τῷ οὐδ. [[δάπεδον]].― Ἀλλ’ ὁ Ahrens (π. Δωρ. Δ. 80) πααρτηρεῖ ὅτι ἡ [[ἐπίκλησις]] τῆς γῆς ἐν τοῖς μνημονευθεῖσι χωρίοις [[εἶναι]] [[παράδοξος]], ὅτι οὐδεὶς Ἑλληνικὸς [[τύπος]] Γη-[[μήτηρ]] ἀπαντᾷ, ὅτι τὸ [[δάπεδον]] ἔχει δᾰ- καὶ δὲν δύναται λοιπὸν νὰ παράγηται ἐκ τοῦ δᾶ· καὶ συμπεραίνει ὅτι ἡ [[λέξις]] δᾶ, ἢ [[μᾶλλον]] Δᾶ, [[εἶναι]] Δωρ. κλητ. τοῦ Δάν = Ζάν (ὃ ἐ. Ζήν, Ζεύς), καὶ ὅτι τὸ Δᾶν παρὰ Θεοκρ.= Ζῆν (ὃ ἐ. Ζῆνα). | |lstext='''δᾶ''': ἐρμηνευόμενον ὑπὸ τῶν Σχολ. ὡς Δωρ. ἀντὶ γᾶ, γῆ, ἐν ταῖς φράσεσι φεῦ δᾶ Εὐρ. Φοιν. 1296, Ἀριστοφ. Λυσ. 198· οἰοῑ δᾶ, φεῦ Αἰσχύλ. Εὐμ. 874· ἀλεῦ δᾱ ὁ αὐτ. Πρ. 568· οὐ δᾶν, ὄχι, μὰ τὴν γῆν, Θεόκρ. 4. 17· ἐν τῷ κυρίῳ ὀνόματι Δα-[[μάτηρ]] καὶ τῷ οὐδ. [[δάπεδον]].― Ἀλλ’ ὁ Ahrens (π. Δωρ. Δ. 80) πααρτηρεῖ ὅτι ἡ [[ἐπίκλησις]] τῆς γῆς ἐν τοῖς μνημονευθεῖσι χωρίοις [[εἶναι]] [[παράδοξος]], ὅτι οὐδεὶς Ἑλληνικὸς [[τύπος]] Γη-[[μήτηρ]] ἀπαντᾷ, ὅτι τὸ [[δάπεδον]] ἔχει δᾰ- καὶ δὲν δύναται λοιπὸν νὰ παράγηται ἐκ τοῦ δᾶ· καὶ συμπεραίνει ὅτι ἡ [[λέξις]] δᾶ, ἢ [[μᾶλλον]] Δᾶ, [[εἶναι]] Δωρ. κλητ. τοῦ Δάν = Ζάν (ὃ ἐ. Ζήν, Ζεύς), καὶ ὅτι τὸ Δᾶν παρὰ Θεοκρ.= Ζῆν (ὃ ἐ. Ζῆνα). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>seul. voc. et acc. dans</i> [[φεῦ]] [[δᾶ]], [[δᾶ]] [[φεῦ]], [[δᾶ]], hélas ! ô terre… ; terre ! <i>ou, sel. d’autres</i>, hélas ! ô Zeus !… Zeus ! ; [[οὐ]] [[δᾶν]] THCR non, par la terre (<i>ou</i> par Zeus).<br />'''Étymologie:''' dor. p. [[γᾶ]], [[γῆ]] ; sel. d’autres, voc. et acc. de [[Ζάν]] = [[Ζήν]] ; cf. [[Ζεύς]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:51, 9 August 2017
English (LSJ)
expld. by the Sch.A.Ag.1072, EM60.8 as Dor. for γᾶ, γῆ, in Trag. (lyr.) φεῦ δᾶ, E.Ph.1296, Ar.Lys.198;
A οἰοῖ δᾶ φεῦ A.Eu.874; ἄλευ' ἆ δᾶ Id.Pr.567; ὀτοτοτοτοῖ ποποῖ δᾶ Id.Ag.1072; οὐ δᾶν no by earth, Theoc.4.17 (v.l. γᾶν):—prob. an exclamation of horror.
German (Pape)
[Seite 513] dor. = γᾶ, γῆ, voc. φεῦ Δᾶ Eur. Phoen. 1304; so sagt die Lacedämonierin bei Ar. Lys. 198; vgl.Aesch. Prom. 568 Eum. 841; οὐ δᾶν, nein bei der Erde, Theocr. 4, 17.
Greek (Liddell-Scott)
δᾶ: ἐρμηνευόμενον ὑπὸ τῶν Σχολ. ὡς Δωρ. ἀντὶ γᾶ, γῆ, ἐν ταῖς φράσεσι φεῦ δᾶ Εὐρ. Φοιν. 1296, Ἀριστοφ. Λυσ. 198· οἰοῑ δᾶ, φεῦ Αἰσχύλ. Εὐμ. 874· ἀλεῦ δᾱ ὁ αὐτ. Πρ. 568· οὐ δᾶν, ὄχι, μὰ τὴν γῆν, Θεόκρ. 4. 17· ἐν τῷ κυρίῳ ὀνόματι Δα-μάτηρ καὶ τῷ οὐδ. δάπεδον.― Ἀλλ’ ὁ Ahrens (π. Δωρ. Δ. 80) πααρτηρεῖ ὅτι ἡ ἐπίκλησις τῆς γῆς ἐν τοῖς μνημονευθεῖσι χωρίοις εἶναι παράδοξος, ὅτι οὐδεὶς Ἑλληνικὸς τύπος Γη-μήτηρ ἀπαντᾷ, ὅτι τὸ δάπεδον ἔχει δᾰ- καὶ δὲν δύναται λοιπὸν νὰ παράγηται ἐκ τοῦ δᾶ· καὶ συμπεραίνει ὅτι ἡ λέξις δᾶ, ἢ μᾶλλον Δᾶ, εἶναι Δωρ. κλητ. τοῦ Δάν = Ζάν (ὃ ἐ. Ζήν, Ζεύς), καὶ ὅτι τὸ Δᾶν παρὰ Θεοκρ.= Ζῆν (ὃ ἐ. Ζῆνα).
French (Bailly abrégé)
seul. voc. et acc. dans φεῦ δᾶ, δᾶ φεῦ, δᾶ, hélas ! ô terre… ; terre ! ou, sel. d’autres, hélas ! ô Zeus !… Zeus ! ; οὐ δᾶν THCR non, par la terre (ou par Zeus).
Étymologie: dor. p. γᾶ, γῆ ; sel. d’autres, voc. et acc. de Ζάν = Ζήν ; cf. Ζεύς.