ῥοδοδάκτυλος: Difference between revisions

From LSJ

καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (LSJ1 replacement)
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=rododaktylos
|Transliteration C=rododaktylos
|Beta Code=r(ododa/ktulos
|Beta Code=r(ododa/ktulos
|Definition=ον, Aeol. βροδοδάκτυλος (q.v.), <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[rosy-fingered]], as epith. of [[Ἠώς]] in Hom. and Hes., <span class="bibl">Od.2.1</span>, <span class="bibl">Hes.<span class="title">Op.</span>610</span>, etc.; Ἰνάχου ῥοδοδάκτυλος κόρα <span class="bibl">B.18.18</span>; Κύπρις <span class="bibl">Coluth.99</span>.</span>
|Definition=ῥοδοδάκτυλον, Aeol. [[βροδοδάκτυλος]] ([[quod vide|q.v.]]), [[rosy-fingered]], as [[epithet]] of [[Ἠώς]] in Hom. and Hes., Od.2.1, Hes.Op.610, etc.; Ἰνάχου ῥοδοδάκτυλος [[κόρα]] B.18.18; Κύπρις Coluth.99.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0846.png Seite 846]] rosenfingerig; oft bei Hom. u. Hes., stets als Beiwort der Eos, der Morgenröthe, vgl. Arist. rhet. 3, 2; auch sp. D., wie Anacr. 54, 1; [[Κύπρις]], Coluth. 98; σαῦρα, Strat. 81 (XII, 242).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0846.png Seite 846]] rosenfingerig; oft bei Hom. u. Hes., stets als Beiwort der Eos, der Morgenröthe, vgl. Arist. rhet. 3, 2; auch sp. D., wie Anacr. 54, 1; [[Κύπρις]], Coluth. 98; σαῦρα, Strat. 81 (XII, 242).
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />[[aux doigts de roses]].<br />'''Étymologie:''' [[ῥόδον]], [[δάκτυλος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ῥοδοδάκτῠλος:''' [[с розовыми пальцами]], [[розоперстый]] ([[Ἠώς]] Hom., Hes.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ῥοδοδάκτῠλος''': -ον, ἐπίθ. τῆς Ἠοῦς παρ’ Ὁμ. καὶ Ἡσ., ἡ ἔχουσα ῥοδίνους δακτύλους, πρβλ. Nitzsch εἰς Ὀδ. Β. 1· [[Κύπρις]] Κόλουθ. 98.
|lstext='''ῥοδοδάκτῠλος''': -ον, ἐπίθ. τῆς Ἠοῦς παρ’ Ὁμ. καὶ Ἡσ., ἡ ἔχουσα ῥοδίνους δακτύλους, πρβλ. Nitzsch εἰς Ὀδ. Β. 1· [[Κύπρις]] Κόλουθ. 98.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />aux doigts de roses.<br />'''Étymologie:''' [[ῥόδον]], [[δάκτυλος]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=[[rosy]]-fingered, epith. of Eos, [[goddess]] of the [[dawn]].
|auten=[[rosy]]-fingered, [[epithet]] of Eos, [[goddess]] of the [[dawn]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[ῥοδοδάκτυλος]], -ον, ΝΜΑ και ροδοδάχτυλος, Ν, και αιολ. τ. [[βροδοδάκτυλος]], Α<br />(συν. ως επίθ. της Ηούς, της αυγής) αυτή που έχει ρόδινα δάχτυλα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ῥόδον]] / [[βρόδον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δαχτυλος</i> / [[δάκτυλος]] (<span style="color: red;"><</span> [[δάκτυλον]]), <b>πρβλ.</b> <i>σιδηρο</i>-[[δάκτυλος]].
|mltxt=-η, -ο / [[ῥοδοδάκτυλος]], -ον, ΝΜΑ και ροδοδάχτυλος, Ν, και αιολ. τ. [[βροδοδάκτυλος]], Α<br />(συν. ως επίθ. της Ηούς, της αυγής) αυτή που έχει ρόδινα δάχτυλα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ῥόδον]] / [[βρόδον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δαχτυλος</i> / [[δάκτυλος]] (<span style="color: red;"><</span> [[δάκτυλον]]), [[πρβλ]]. [[σιδηροδάκτυλος]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ῥοδοδάκτῠλος:''' -ον, [[ροδοδάκτυλος]], λέγεται για την Ηώ, Αυγή, σε Όμηρ.
|lsmtext='''ῥοδοδάκτῠλος:''' -ον, [[ροδοδάκτυλος]], λέγεται για την Ηώ, Αυγή, σε Όμηρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ῥοδοδάκτῠλος:''' с розовыми пальцами, розоперстый ([[Ἠώς]] Hom., Hes.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ῥοδο-δάκτῠλος, ον,<br />[[rosy]]-fingered, of [[Aurora]], Hom.
|mdlsjtxt=ῥοδο-δάκτῠλος, ον,<br />[[rosy]]-fingered, of [[Aurora]], Hom.
}}
}}

Latest revision as of 09:14, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ῥοδοδάκτῠλος Medium diacritics: ῥοδοδάκτυλος Low diacritics: ροδοδάκτυλος Capitals: ΡΟΔΟΔΑΚΤΥΛΟΣ
Transliteration A: rhododáktylos Transliteration B: rhododaktylos Transliteration C: rododaktylos Beta Code: r(ododa/ktulos

English (LSJ)

ῥοδοδάκτυλον, Aeol. βροδοδάκτυλος (q.v.), rosy-fingered, as epithet of Ἠώς in Hom. and Hes., Od.2.1, Hes.Op.610, etc.; Ἰνάχου ῥοδοδάκτυλος κόρα B.18.18; Κύπρις Coluth.99.

German (Pape)

[Seite 846] rosenfingerig; oft bei Hom. u. Hes., stets als Beiwort der Eos, der Morgenröthe, vgl. Arist. rhet. 3, 2; auch sp. D., wie Anacr. 54, 1; Κύπρις, Coluth. 98; σαῦρα, Strat. 81 (XII, 242).

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
aux doigts de roses.
Étymologie: ῥόδον, δάκτυλος.

Russian (Dvoretsky)

ῥοδοδάκτῠλος: с розовыми пальцами, розоперстый (Ἠώς Hom., Hes.).

Greek (Liddell-Scott)

ῥοδοδάκτῠλος: -ον, ἐπίθ. τῆς Ἠοῦς παρ’ Ὁμ. καὶ Ἡσ., ἡ ἔχουσα ῥοδίνους δακτύλους, πρβλ. Nitzsch εἰς Ὀδ. Β. 1· Κύπρις Κόλουθ. 98.

English (Autenrieth)

rosy-fingered, epithet of Eos, goddess of the dawn.

Greek Monolingual

-η, -ο / ῥοδοδάκτυλος, -ον, ΝΜΑ και ροδοδάχτυλος, Ν, και αιολ. τ. βροδοδάκτυλος, Α
(συν. ως επίθ. της Ηούς, της αυγής) αυτή που έχει ρόδινα δάχτυλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥόδον / βρόδον + -δαχτυλος / δάκτυλος (< δάκτυλον), πρβλ. σιδηροδάκτυλος.

Greek Monotonic

ῥοδοδάκτῠλος: -ον, ροδοδάκτυλος, λέγεται για την Ηώ, Αυγή, σε Όμηρ.

Middle Liddell

ῥοδο-δάκτῠλος, ον,
rosy-fingered, of Aurora, Hom.