Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

προκώνια: Difference between revisions

From LSJ

Δῶς μοι πᾶ στῶ καὶ τὰν γᾶν κινάσωGive me a place to stand on, and I will move the Earth.

Archimedes
m (pape replacement)
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=prokonia
|Transliteration C=prokonia
|Beta Code=prokw/nia
|Beta Code=prokw/nia
|Definition=<b class="b3">ἄλφιτα, τά,</b> [[groats of fresh]] or [[unroasted barley]], <span class="bibl">Hp.<span class="title">Mul.</span> 2.110</span>: without [[ἄλφιτα]], <span class="title">IG</span>22.1672.280, <span class="bibl">Lycurg.<span class="title">Fr.</span>83</span>, Ar.Byz. ap. Harp., etc.; but expld. as [[groats of wheat and barley]], <span class="bibl">Anticl.<span class="title">Fr.</span>17</span>, as <b class="b3">πυροὶ μέλιτι κεχρισμένοι</b>, Did. ap. Harp., as <b class="b3">κάχρυς κατηριγμέναι μετ' ἀρωμάτων</b>, <span class="bibl">Demon 22</span>: written πρόκωνα, <span class="bibl">Poll.6.77</span>:—also πυροὶ προκωνίαι <span class="bibl">Hp.<span class="title">Nat.Mul.</span>58</span>.
|Definition=[[ἄλφιτα]], τά, [[groat]]s of [[fresh]] or [[unroasted]] [[barley]], Hp.''Mul.'' 2.110: without [[ἄλφιτα]], ''IG''22.1672.280, Lycurg.''Fr.''83, Ar.Byz. ap. Harp., etc.; but expld. as [[groats of wheat and barley]], Anticl.''Fr.''17, as <b class="b3">πυροὶ μέλιτι κεχρισμένοι</b>, Did. ap. Harp., as <b class="b3">κάχρυς κατηριγμέναι μετ' ἀρωμάτων</b>, Demon 22: written πρόκωνα, Poll.6.77:—also πυροὶ προκωνίαι Hp.''Nat.Mul.''58.
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 10:29, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προκώνια Medium diacritics: προκώνια Low diacritics: προκώνια Capitals: ΠΡΟΚΩΝΙΑ
Transliteration A: prokṓnia Transliteration B: prokōnia Transliteration C: prokonia Beta Code: prokw/nia

English (LSJ)

ἄλφιτα, τά, groats of fresh or unroasted barley, Hp.Mul. 2.110: without ἄλφιτα, IG22.1672.280, Lycurg.Fr.83, Ar.Byz. ap. Harp., etc.; but expld. as groats of wheat and barley, Anticl.Fr.17, as πυροὶ μέλιτι κεχρισμένοι, Did. ap. Harp., as κάχρυς κατηριγμέναι μετ' ἀρωμάτων, Demon 22: written πρόκωνα, Poll.6.77:—also πυροὶ προκωνίαι Hp.Nat.Mul.58.

Greek (Liddell-Scott)

προκώνια: (ἐξυπακ. ἄλφιτα), τά, τὰ ἐξ ἀφρύκτων κριθῶν ἄλφιτα, Ἱππ. 638, 5, Λυκοῦργ. κ. ἄλλ. παρ’ Ἁρποκρ., Γαλην., Φώτ., κλπ.· ὡσαύτως πυροὶ προκωνίαι, Ἱππ. 581. 20· ὡσαύτως πρόκωνα, Πολυδ. Ϛ΄, 77. ― Κατὰ τὸν Ἁρποκρ.: «προκώνια: Λυκοῦργος κατὰ Μενεσαίχμου. Δίδυμος προκώνια φησὶν “ἐστὶ πυροὶ μέλιτι κεχρισμένοι”, Ἀριστοφάνης δὲ ὁ γραμματικὸς καὶ Κράτης τὰ ἐξ ἀφρύκτων κριθῶν οὕτω φασὶν ὀνομάζεσθαι, ἔοικε δὲ καὶ ἐκ πυρῶν καὶ κριθῶν γίνεσθαι, ὡς Αὐτοκλείδης ἐν τοῖς ἐξηγητικοῖς ὑποσημαίνει. Δήμων δὲ ἐν τῷ περὶ Θυσιῶν φησι “καὶ προκώνιά ἐστι κάχρυς κατηρειγμέναι μετὰ ἀρωμάτων”».

Greek Monolingual

και πρόκωνα [ενν. ἄλφιτα], τὰ, Α
χονδροαλεσμένοι σπόροι φρέσκου ή άψητου κριθαριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + κῶνος «κουκουνάρι» με την έννοια ότι οι αλεσμένοι σπόροι δεν ήταν δυνατόν να πλάθονται].

Frisk Etymological English

Grammatical information: n. pl.
Meaning: with or ithout ἄλφιτα, flour of barley (Hp., Att. inscr.); s. the Thesaurus.
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: Unknown.

German (Pape)

τά, = πρόκωνα.