orden: Difference between revisions
From LSJ
τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)
mNo edit summary Tag: Reverted |
mNo edit summary Tag: Manual revert |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ἀγγελία]], [[ἀκολουθία]], [[ἀνάταξις]], [[ἀνωγή]], [[ἀποστολή]], [[ | |sltx=[[ἀγγελία]], [[ἀκολουθία]], [[ἀνάταξις]], [[ἀνωγή]], [[ἀποστολή]], [[ἀπόστολος]], [[ἁρμονία]], [[βάσις]], [[γραμματεῖον]], [[γυμνασία]], [[διάγγελμα]], [[διάθεσις]], [[διακέλευμα]], [[διακέλευσις]], [[διακόσμησις]], [[διάκοσμος]], [[διαστολή]], [[διαταγή]], [[διάταγμα]], [[διαταγμός]], [[διάταξις]], [[δικαίωμα]], [[διόρθωσις]], [[ἐγκέλευσις]], [[ἐγκέλευσμα]], [[ἔκταξις]], [[ἔνταλμα]], [[ἐνταλτήριον]], [[ἐντολή]], [[ἐντόλιον]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 22:46, 12 November 2024
Spanish > Greek
ἀγγελία, ἀκολουθία, ἀνάταξις, ἀνωγή, ἀποστολή, ἀπόστολος, ἁρμονία, βάσις, γραμματεῖον, γυμνασία, διάγγελμα, διάθεσις, διακέλευμα, διακέλευσις, διακόσμησις, διάκοσμος, διαστολή, διαταγή, διάταγμα, διαταγμός, διάταξις, δικαίωμα, διόρθωσις, ἐγκέλευσις, ἐγκέλευσμα, ἔκταξις, ἔνταλμα, ἐνταλτήριον, ἐντολή, ἐντόλιον