σταφυλάγρα: Difference between revisions

From LSJ

Οὕτως ἔδειξέν μοι κύριος καὶ ἰδοὺ ἐπιγονὴ ἀκρίδων ἐρχομένη ἑωθινή, καὶ ἰδοὺ βροῦχος εἷς Γωγ ὁ βασιλεύς (Amos 7:1) → Thus the Lord showed me and look, early-morning offspring of locusts coming, and look, one locust-larva: Gog the king.

Source
(6_9)
m (LSJ1 replacement)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=stafylagra
|Transliteration C=stafylagra
|Beta Code=stafula/gra
|Beta Code=stafula/gra
|Definition=ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">forceps for taking hold of the uvula</b>, <span class="bibl">Hp.<span class="title">Medic.</span>9</span>, <span class="bibl">Paul.Aeg.6.31</span>.</span>
|Definition=ἡ, [[forceps for taking hold of the uvula]], Hp.''Medic.''9, Paul.Aeg.6.31.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''στᾰφῠλάγρα''': ἡ, ([[σταφυλή]], [[ἀγρεύω]]) λαβὶς δι’ ἧς λαμβάνεται ἡ (πρὸ τοῦ φάρυγγος) [[σταφυλή]], ὁ [[σταφυλίτης]], Ἱππ. 21. 20, Παῦλ. Αἰγ. 6. 31· [[ὅστις]] ἔχει καὶ (3. 26) σταφυλεπάρτης, ὁ, ([[ἐπαίρω]]) ἐπὶ τῆς αὐτῆς σημασίας.
|lstext='''στᾰφῠλάγρα''': ἡ, ([[σταφυλή]], [[ἀγρεύω]]) λαβὶς δι’ ἧς λαμβάνεται ἡ (πρὸ τοῦ φάρυγγος) [[σταφυλή]], ὁ [[σταφυλίτης]], Ἱππ. 21. 20, Παῦλ. Αἰγ. 6. 31· [[ὅστις]] ἔχει καὶ (3. 26) σταφυλεπάρτης, ὁ, ([[ἐπαίρω]]) ἐπὶ τῆς αὐτῆς σημασίας.
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΑ<br />[[χειρουργική]] [[λαβίδα]] με την οποία συγκρατείται η σταφυλίδα [[κατά]] τη [[διάρκεια]] χειρουργικών επεμβάσεων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σταφυλή]] / [[σταφυλίς]] <span style="color: red;">+</span> [[ἄγρα]] «[[κυνήγι]], [[σύλληψη]]» ([[πρβλ]]. [[ποδάγρα]])].
}}
{{elnl
|elnltext=σταφυλάγρα -ας, ἡ &#91;[[σταφυλή]], [[ἄγρα]]] pincet (om de huig naar buiten te brengen).
}}
}}

Latest revision as of 11:45, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στᾰφῠλάγρα Medium diacritics: σταφυλάγρα Low diacritics: σταφυλάγρα Capitals: ΣΤΑΦΥΛΑΓΡΑ
Transliteration A: staphylágra Transliteration B: staphylagra Transliteration C: stafylagra Beta Code: stafula/gra

English (LSJ)

ἡ, forceps for taking hold of the uvula, Hp.Medic.9, Paul.Aeg.6.31.

German (Pape)

[Seite 931] ἡ, Zange zum Fassen des Zapfens im Munde, Paul. Aeg.

Greek (Liddell-Scott)

στᾰφῠλάγρα: ἡ, (σταφυλή, ἀγρεύω) λαβὶς δι’ ἧς λαμβάνεται ἡ (πρὸ τοῦ φάρυγγος) σταφυλή, ὁ σταφυλίτης, Ἱππ. 21. 20, Παῦλ. Αἰγ. 6. 31· ὅστις ἔχει καὶ (3. 26) σταφυλεπάρτης, ὁ, (ἐπαίρω) ἐπὶ τῆς αὐτῆς σημασίας.

Greek Monolingual

η, ΝΑ
χειρουργική λαβίδα με την οποία συγκρατείται η σταφυλίδα κατά τη διάρκεια χειρουργικών επεμβάσεων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σταφυλή / σταφυλίς + ἄγρα «κυνήγι, σύλληψη» (πρβλ. ποδάγρα)].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σταφυλάγρα -ας, ἡ [σταφυλή, ἄγρα] pincet (om de huig naar buiten te brengen).