ἰγνύα: Difference between revisions

From LSJ

αἴθ' ἔγω, χρυσοστέφαν' Ἀφρόδιτα, τόνδε τὸν πάλον λαχοίην (Sappho, fr. 33 L-P) → Oh gold-crowned Aphrodite, if only this winning lot could fall to me

Source
(6_23)
m (Text replacement - "Arist.''HA''" to "Arist.''HA''")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
(20 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ignya
|Transliteration C=ignya
|Beta Code=i)gnu/a
|Beta Code=i)gnu/a
|Definition=Ion. ἰγνύη, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">the part behind the thigh and knee, ham</b>, κατ' ἰγνύην βεβλημένος <span class="bibl">Il.13.212</span>; παρ' ἰγνύῃσιν ἕλιξε κέρκον <span class="bibl">Theoc.25.242</span>, cf. <span class="bibl">26.17</span>, <span class="title">AP</span>12.176 (Strat.), <span class="title">APl.</span>4.253: also in Prose, <span class="bibl">Hp.<span class="title">Fract.</span>13</span>, <span class="bibl">Ruf.<span class="title">Onom.</span>121</span>; <b class="b3">τὸ μόριον τὸ τῆς ἅλσεως κύριον</b> (καλεῖται δὲ τοῦτο ἰγνύα) <span class="bibl">Arist.<span class="title">HA</span>515b8</span>: acc. sg. ἰγνύαν <span class="bibl">Phld.<span class="title">Acad.Ind.</span>p.50</span> M.; περὶ τὴν ἰγνύαν <span class="bibl">Plu.<span class="title">Art.</span>11</span>: dat. pl. ἰγνύαις <span class="bibl">LXX <span class="title">3 Ki.</span>18.21</span>, Luc.<span class="title">VH</span>1.23. —From a nom. ἰγνύς, ύος, ἡ, we find dat. pl. ἰγνύσι <span class="bibl"><span class="title">h.Merc.</span>152</span>, v.l. in Luc. l.c.: acc. ἰγνύν <span class="bibl">Arist.<span class="title">HA</span>494a8</span> (v.l. [[-ύην]]), <span class="bibl">Agatharch.53</span>; dat. ἰγνύι Gal.10.902: gen. pl. ἰγνύων <span class="bibl">Arist.<span class="title">HA</span>512b22</span>, <span class="bibl">Herod.1.14</span>: acc. pl. <b class="b3">ἰγνύας</b> is indeterminate, <span class="bibl">Plu.<span class="title">Galb.</span>26</span>. [ῡ in <b class="b3">ἰγνύη</b>, v. ll.cc.; but ῠ in <b class="b3">ἰγνύων, ἰγνύσι</b>.]</span>
|Definition=Ion. [[ἰγνύη]], ἡ, [[the part behind the thigh and knee]], [[ham]], κατ' ἰγνύην βεβλημένος Il.13.212; παρ' ἰγνύῃσιν ἕλιξε κέρκον Theoc.25.242, cf. 26.17, ''AP''12.176 (Strat.), ''APl.''4.253: also in Prose, Hp.''Fract.''13, Ruf.''Onom.''121; <b class="b3">τὸ μόριον τὸ τῆς ἅλσεως κύριον</b> (καλεῖται δὲ τοῦτο ἰγνύα) [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]''515b8: acc. sg. ἰγνύαν Phld.''Acad.Ind.''p.50 M.; περὶ τὴν ἰγνύαν Plu.''Art.''11: dat. pl. ἰγνύαις [[LXX]] ''3 Ki.''18.21, Luc.''VH''1.23. —From a nom. ἰγνύς, ύος, ἡ, we find dat. pl. ἰγνύσι ''h.Merc.''152, [[varia lectio|v.l.]] in Luc. [[l.c.]]: acc. ἰγνύν [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]''494a8 ([[varia lectio|v.l.]] -ύην), Agatharch.53; dat. ἰγνύι Gal.10.902: gen. pl. ἰγνύων [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]''512b22, Herod.1.14: acc. pl. [[ἰγνύας]] is indeterminate, Plu.''Galb.''26. [ῡ in [[ἰγνύη]], v. ll.cc.; but ῠ in [[ἰγνύων]], [[ἰγνύσι]].]
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1235.png Seite 1235]] u. ἰγνύη, ἡ, Kniekehle, Il. 13, 212 u. Sp., wie Strat. 18 (XII, 176) Ep. ad. 269 (Plan. 253); ἰγνυῶν [[ὑφαίρεσις]], das Beinstellen beim Ringen durch einen Stoß in die Kniekehle, vgl. Il. 23, 726. – Auch in Prosa, Arist. H. A. 1, 14 u. öfter, u. Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1235.png Seite 1235]] u. ἰγνύη, ἡ, Kniekehle, Il. 13, 212 u. Sp., wie Strat. 18 (XII, 176) Ep. ad. 269 (Plan. 253); ἰγνυῶν [[ὑφαίρεσις]], das Beinstellen beim Ringen durch einen Stoß in die Kniekehle, vgl. Il. 23, 726. – Auch in Prosa, Arist. H. A. 1, 14 u. öfter, u. Sp.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />[[jarret]], [[pli du genou]].<br />'''Étymologie:''' cf. [[γόνυ]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἰγνύα:''' эп.-ион. ἰγνύη (ῡ) ἡ [[подколенная впадина]] Arst., Theocr.: κατ᾽ ἰγνύην βεβλημένος Hom. и τὴν ἰγνύαν πληγείς Plut. раненый под колено.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἰγνύᾱ''': Ἰων. ἰγνύη ῠ, ἡ, τὸ τοῦ γόνατος [[ὄπισθεν]] [[μέρος]], ὁ ὑπὸ τὸ γόνυ [[τόπος]], Λατ. poples, κατ’ ἰγνύην βεβλημένος «ἰγνύην, ἀγκύλην. ἢ τὸ [[ὄπισθεν]] τοῦ γόνατος» (Σχολ.), Ἰλ. Ν. 212˙ παρ’ ἰγνύῃσιν ἕλιξε κέρκον Θεόκρ. 25. 242, πρβλ. Ἀνθ. Π. 12. 176, Πλαν. 4. 253˙ [[ὡσαύτως]] παρὰ πεζολόγοις, Ἱππ. π. Ἀγμ. 761˙ τὸ [[μόριον]] τὸ τῆς ἅλσεως κύριον (καλεῖται δὲ τοῦτο [[ἰγνύα]]) Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 3. 5, 4˙ περὶ τὴν ἰγνύαν Πλουτ. Ἀρτοξ. 11. - Ἐξ ὀνομ. ἰγνύς, ύος, ἡ, εὑρίσκομεν δοτ. πληθ. ἰγνύσι Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἑρμ. 152˙ αἰτ. ἰγνὺν Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 15, 5 (διάφ. γρ. -ύην), ἀλλ’ ἰγνύαν Θεόκρ. 26. 17˙ γεν. πληθ. ἰγνύων Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 3. 3, 1˙ αἰτ. ἰγνύας ([[ὅπερ]] δύναται νὰ ἀνήκῃ εἰς ἑκάτερον τύπον), [[αὐτόθι]] 3. 4 13. ῡ ἐν ἰγνύη, ἴδε τὰ ἀνωτέρω χωρία˙ ἀλλὰ ῠ ἐν ἰγνύσι καὶ [[ἰγνύα]].
|lstext='''ἰγνύᾱ''': Ἰων. ἰγνύη ῠ, ἡ, τὸ τοῦ γόνατος [[ὄπισθεν]] [[μέρος]], ὁ ὑπὸ τὸ γόνυ [[τόπος]], Λατ. poples, κατ’ ἰγνύην βεβλημένος «ἰγνύην, ἀγκύλην. ἢ τὸ [[ὄπισθεν]] τοῦ γόνατος» (Σχολ.), Ἰλ. Ν. 212˙ παρ’ ἰγνύῃσιν ἕλιξε κέρκον Θεόκρ. 25. 242, πρβλ. Ἀνθ. Π. 12. 176, Πλαν. 4. 253˙ [[ὡσαύτως]] παρὰ πεζολόγοις, Ἱππ. π. Ἀγμ. 761˙ τὸ [[μόριον]] τὸ τῆς ἅλσεως κύριον (καλεῖται δὲ τοῦτο [[ἰγνύα]]) Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 3. 5, 4˙ περὶ τὴν ἰγνύαν Πλουτ. Ἀρτοξ. 11. - Ἐξ ὀνομ. ἰγνύς, ύος, ἡ, εὑρίσκομεν δοτ. πληθ. ἰγνύσι Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἑρμ. 152˙ αἰτ. ἰγνὺν Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 15, 5 (διάφ. γρ. -ύην), ἀλλ’ ἰγνύαν Θεόκρ. 26. 17˙ γεν. πληθ. ἰγνύων Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 3. 3, 1˙ αἰτ. ἰγνύας ([[ὅπερ]] δύναται νὰ ἀνήκῃ εἰς ἑκάτερον τύπον), [[αὐτόθι]] 3. 4 13. ῡ ἐν ἰγνύη, ἴδε τὰ ἀνωτέρω χωρία˙ ἀλλὰ ῠ ἐν ἰγνύσι καὶ [[ἰγνύα]].
}}
{{grml
|mltxt=η (Α [[ἰγνύα]], ιων. τ. ἰγνύη)<br />[[κοιλότητα]] στο [[πίσω]] [[μέρος]] της επιφάνειας του γόνατος («κατ' ἰγνύην βεβλημένος», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>εν</i>- (με <i>ι</i>- [[αντί]] <i>ε</i>- προ ερρίνου) <span style="color: red;">+</span> <i>γνυη</i> που εμφανίζει τη μηδενισμένη [[βαθμίδα]] <i>γνυ</i> του [[γόνυ]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἰγνύα:''' Ιων. ἰγνύη, ἡ = το επόμ., [[μέρος]] [[πίσω]] από τον μηρό και το [[γόνατο]], [[κνήμη]], Λατ. [[poples]], σε Ομήρ. Ιλ., Θεόκρ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt== [[ἰγνύς]]<br />the [[part]] [[behind]] the [[thigh]] and [[knee]], the ham, Lat. [[poples]], Il., Theocr.
}}
}}

Latest revision as of 22:25, 24 November 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰγνύα Medium diacritics: ἰγνύα Low diacritics: ιγνύα Capitals: ΙΓΝΥΑ
Transliteration A: ignýa Transliteration B: ignya Transliteration C: ignya Beta Code: i)gnu/a

English (LSJ)

Ion. ἰγνύη, ἡ, the part behind the thigh and knee, ham, κατ' ἰγνύην βεβλημένος Il.13.212; παρ' ἰγνύῃσιν ἕλιξε κέρκον Theoc.25.242, cf. 26.17, AP12.176 (Strat.), APl.4.253: also in Prose, Hp.Fract.13, Ruf.Onom.121; τὸ μόριον τὸ τῆς ἅλσεως κύριον (καλεῖται δὲ τοῦτο ἰγνύα) Arist.HA515b8: acc. sg. ἰγνύαν Phld.Acad.Ind.p.50 M.; περὶ τὴν ἰγνύαν Plu.Art.11: dat. pl. ἰγνύαις LXX 3 Ki.18.21, Luc.VH1.23. —From a nom. ἰγνύς, ύος, ἡ, we find dat. pl. ἰγνύσι h.Merc.152, v.l. in Luc. l.c.: acc. ἰγνύν Arist.HA494a8 (v.l. -ύην), Agatharch.53; dat. ἰγνύι Gal.10.902: gen. pl. ἰγνύων Arist.HA512b22, Herod.1.14: acc. pl. ἰγνύας is indeterminate, Plu.Galb.26. [ῡ in ἰγνύη, v. ll.cc.; but ῠ in ἰγνύων, ἰγνύσι.]

German (Pape)

[Seite 1235] u. ἰγνύη, ἡ, Kniekehle, Il. 13, 212 u. Sp., wie Strat. 18 (XII, 176) Ep. ad. 269 (Plan. 253); ἰγνυῶν ὑφαίρεσις, das Beinstellen beim Ringen durch einen Stoß in die Kniekehle, vgl. Il. 23, 726. – Auch in Prosa, Arist. H. A. 1, 14 u. öfter, u. Sp.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
jarret, pli du genou.
Étymologie: cf. γόνυ.

Russian (Dvoretsky)

ἰγνύα: эп.-ион. ἰγνύη (ῡ) ἡ подколенная впадина Arst., Theocr.: κατ᾽ ἰγνύην βεβλημένος Hom. и τὴν ἰγνύαν πληγείς Plut. раненый под колено.

Greek (Liddell-Scott)

ἰγνύᾱ: Ἰων. ἰγνύη ῠ, ἡ, τὸ τοῦ γόνατος ὄπισθεν μέρος, ὁ ὑπὸ τὸ γόνυ τόπος, Λατ. poples, κατ’ ἰγνύην βεβλημένος «ἰγνύην, ἀγκύλην. ἢ τὸ ὄπισθεν τοῦ γόνατος» (Σχολ.), Ἰλ. Ν. 212˙ παρ’ ἰγνύῃσιν ἕλιξε κέρκον Θεόκρ. 25. 242, πρβλ. Ἀνθ. Π. 12. 176, Πλαν. 4. 253˙ ὡσαύτως παρὰ πεζολόγοις, Ἱππ. π. Ἀγμ. 761˙ τὸ μόριον τὸ τῆς ἅλσεως κύριον (καλεῖται δὲ τοῦτο ἰγνύα) Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 3. 5, 4˙ περὶ τὴν ἰγνύαν Πλουτ. Ἀρτοξ. 11. - Ἐξ ὀνομ. ἰγνύς, ύος, ἡ, εὑρίσκομεν δοτ. πληθ. ἰγνύσι Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἑρμ. 152˙ αἰτ. ἰγνὺν Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 15, 5 (διάφ. γρ. -ύην), ἀλλ’ ἰγνύαν Θεόκρ. 26. 17˙ γεν. πληθ. ἰγνύων Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 3. 3, 1˙ αἰτ. ἰγνύας (ὅπερ δύναται νὰ ἀνήκῃ εἰς ἑκάτερον τύπον), αὐτόθι 3. 4 13. ῡ ἐν ἰγνύη, ἴδε τὰ ἀνωτέρω χωρία˙ ἀλλὰ ῠ ἐν ἰγνύσι καὶ ἰγνύα.

Greek Monolingual

η (Α ἰγνύα, ιων. τ. ἰγνύη)
κοιλότητα στο πίσω μέρος της επιφάνειας του γόνατος («κατ' ἰγνύην βεβλημένος», Ομ. Ιλ.)
[ΕΤΥΜΟΛ. < εν- (με ι- αντί ε- προ ερρίνου) + γνυη που εμφανίζει τη μηδενισμένη βαθμίδα γνυ του γόνυ].

Greek Monotonic

ἰγνύα: Ιων. ἰγνύη, ἡ = το επόμ., μέρος πίσω από τον μηρό και το γόνατο, κνήμη, Λατ. poples, σε Ομήρ. Ιλ., Θεόκρ.

Middle Liddell

= ἰγνύς
the part behind the thigh and knee, the ham, Lat. poples, Il., Theocr.