αὐτόφορτος: Difference between revisions
καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled
(7) |
(3) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[αὐτόφορτος]], -ον (AM) [[φόρτος]]<br />(για [[πλοίο]]) [[μαζί]] με το [[φορτίο]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που σηκώνει [[μόνος]] το [[φορτίο]] του. | |mltxt=[[αὐτόφορτος]], -ον (AM) [[φόρτος]]<br />(για [[πλοίο]]) [[μαζί]] με το [[φορτίο]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που σηκώνει [[μόνος]] το [[φορτίο]] του. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''αὐτόφορτος:''' -ον, <b class="num">I.</b> αυτός που μεταφέρει το δικό του φορτίο, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που είναι μαζί με το φορτίο, [[ναῦς]], σε Πλούτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:48, 30 December 2018
English (LSJ)
ον,
A travelling with one's own cargo, S.Fr.251; dub.sense in bearing one's own baggage, A.Ch.675, Cratin.248. II cargo and all, ὁλκάδες Plu.Aem.9, cf. 2.467d.
Greek (Liddell-Scott)
αὐτόφορτος: -ον, ὁ τὸ ἑαυτοῦ φορτίον φέρων, αὐτοδιάκονος, Αἰσχύλ. Χο. 675, Σοφ. Ἀποσπ. 250, πρβλ. Κρατῖνον ἐν «Χείρωνι» 20. ΙΙ. σύν αὐτῷ τῷ φορτίῳ ναῦς Πλουτ. Αἰμίλ. 9., 2. 467D.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
1 qui porte lui-même (càd sans serviteurs) sa charge;
2 avec la cargaison même.
Étymologie: αὐτός, φέρω.
Spanish (DGE)
-ον
cargado con su propio bagaje de pers. στείχοντα δ' αὐτόφορτον οἰκείᾳ σαγῇ ἐς Ἄργος A.Ch.675, cf. S.Fr.251, Cratin.266
•de naves con todo su cargamento ὁλκάδες Plu.Aem.9, cf. 2.467d.
Greek Monolingual
αὐτόφορτος, -ον (AM) φόρτος
(για πλοίο) μαζί με το φορτίο
αρχ.
αυτός που σηκώνει μόνος το φορτίο του.
Greek Monotonic
αὐτόφορτος: -ον, I. αυτός που μεταφέρει το δικό του φορτίο, σε Αισχύλ.
II. αυτός που είναι μαζί με το φορτίο, ναῦς, σε Πλούτ.