συνεπικραδαίνω: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἔστιν χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν → no rest for the wicked, no peace to the wicked

Source
(39)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=A<br />[[κραδαίνω]] [[κάτι]] από κοινού ή ταυτόχρονα [[πάνω]] σε [[κάτι]] [[άλλο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐπικραδαίνω]] «[[επισείω]]»].
|mltxt=A<br />[[κραδαίνω]] [[κάτι]] από κοινού ή ταυτόχρονα [[πάνω]] σε [[κάτι]] [[άλλο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐπικραδαίνω]] «[[επισείω]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''συνεπικρᾰδαίνω:''' [[σείω]], [[κινώ]] προς τα [[εμπρός]] και προς τα [[πίσω]] μαζί με κάποιον, [[επισείω]] μαζί, σε Ξεν.
}}
}}

Revision as of 01:56, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεπικρᾰδαίνω Medium diacritics: συνεπικραδαίνω Low diacritics: συνεπικραδαίνω Capitals: ΣΥΝΕΠΙΚΡΑΔΑΙΝΩ
Transliteration A: synepikradaínō Transliteration B: synepikradainō Transliteration C: synepikradaino Beta Code: sunepikradai/nw

English (LSJ)

   A move backwards and forwards together with, σὺν ταῖς οὐραῖς τὰ σώματα, of dogs near game, X.Cyn.6.16.

Greek (Liddell-Scott)

συνεπικρᾰδαίνω: κινῶ, ἐπισείω πρὸς τὰ ἐμπρὸς καὶ πρὸς τὰ ὀπίσω ὁμοῦ μετά τινος, σὺν ταῖς οὐραῖς τὰ σώματα συνεπικραδαίνουσι, ἐπὶ κυνῶν, ὅταν ὦσι περὶ τὸ θήραμα, Ξεν. Κυν. 6, 16.

French (Bailly abrégé)

secouer en même temps.
Étymologie: σύν, ἐπί, κραδαίνω.

Greek Monolingual

A
κραδαίνω κάτι από κοινού ή ταυτόχρονα πάνω σε κάτι άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἐπικραδαίνω «επισείω»].

Greek Monolingual

A
κραδαίνω κάτι από κοινού ή ταυτόχρονα πάνω σε κάτι άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἐπικραδαίνω «επισείω»].

Greek Monotonic

συνεπικρᾰδαίνω: σείω, κινώ προς τα εμπρός και προς τα πίσω μαζί με κάποιον, επισείω μαζί, σε Ξεν.