ταξιαρχία: Difference between revisions

From LSJ

Μή μοι γένοιθ', ἃ βούλομ', ἀλλ' ἃ συμφέρει → Ne sit mihi, quod cupio, sed quod expedit → nicht was ich will, geschehe mir, doch was mir nützt

Menander, Monostichoi, 366
(40)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ [[ταξίαρχος]]<br />(στην αρχ. Ελλ.) το [[έργο]] ή το [[αξίωμα]] του ταξιάρχου<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>στρ.</b> [[σχηματισμός]] μονάδων διαφόρων όπλων και σωμάτων υπό ενιαία [[διοίκηση]], ο [[οποίος]] αποτελείται [[συνήθως]] από 2 ή 3 συντάγματα πεζικού υποστηριζόμενα από [[μοίρα]] ή μοίρες πυροβολικού μάχης, από μονάδες τεθωρακισμένων και μονάδες σωμάτων τεχνικού, εφοδιασμού -μεταφορών, υλικού πολέμου<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «διεθνείς ταξιαρχίες» — σώματα ξένων εθελοντών που οργανώθηκαν στο Παρίσι από την [[Κομιντέρν]] και αγωνίστηκαν στην Ισπανία στο [[πλευρό]] τών Δημοκρατικών [[εναντίον]] του Φράνκο [[κατά]] τη [[διάρκεια]] του ισπανικού εμφύλιου πολέμου 1936-1939<br />β) «Ερυθρές Ταξιαρχίες» — εξτρεμιστική μυστική τρομοκρατική [[οργάνωση]] αριστερής απόκλισης που έδρασε [[κυρίως]] στην Ιταλία<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[ταξινόμηση]] αρχών.
|mltxt=η, ΝΜΑ [[ταξίαρχος]]<br />(στην αρχ. Ελλ.) το [[έργο]] ή το [[αξίωμα]] του ταξιάρχου<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>στρ.</b> [[σχηματισμός]] μονάδων διαφόρων όπλων και σωμάτων υπό ενιαία [[διοίκηση]], ο [[οποίος]] αποτελείται [[συνήθως]] από 2 ή 3 συντάγματα πεζικού υποστηριζόμενα από [[μοίρα]] ή μοίρες πυροβολικού μάχης, από μονάδες τεθωρακισμένων και μονάδες σωμάτων τεχνικού, εφοδιασμού -μεταφορών, υλικού πολέμου<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «διεθνείς ταξιαρχίες» — σώματα ξένων εθελοντών που οργανώθηκαν στο Παρίσι από την [[Κομιντέρν]] και αγωνίστηκαν στην Ισπανία στο [[πλευρό]] τών Δημοκρατικών [[εναντίον]] του Φράνκο [[κατά]] τη [[διάρκεια]] του ισπανικού εμφύλιου πολέμου 1936-1939<br />β) «Ερυθρές Ταξιαρχίες» — εξτρεμιστική μυστική τρομοκρατική [[οργάνωση]] αριστερής απόκλισης που έδρασε [[κυρίως]] στην Ιταλία<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[ταξινόμηση]] αρχών.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ταξιαρχία:''' ἡ, το [[έργο]] και το [[αξίωμα]] του ταξίαρχου, σε Αριστ.
}}
}}

Revision as of 02:08, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ταξῐαρχία Medium diacritics: ταξιαρχία Low diacritics: ταξιαρχία Capitals: ΤΑΞΙΑΡΧΙΑ
Transliteration A: taxiarchía Transliteration B: taxiarchia Transliteration C: taksiarchia Beta Code: taciarxi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A office of taxiarch, Arist.Pol.1322b3, Polyaen.3.9.10.    II = τάξις 1.4b, Ascl.Tact.3.4, Arr.Tact.10.9, Ael.Tact.9.10.

German (Pape)

[Seite 1068] ἡ, Amt oder Geschäft des ταξίαρχος, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ταξιαρχία: ἡ, τὸ ἔργον καὶ τὸ ἀξίωμα τοῦ ταξιάρχου, Ἀριστ. Πολιτ. 6. 8, 15, Πολύαιν. 3. 9. 10.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
charge de ταξίαρχος.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ ταξίαρχος
(στην αρχ. Ελλ.) το έργο ή το αξίωμα του ταξιάρχου
νεοελλ.
1. στρ. σχηματισμός μονάδων διαφόρων όπλων και σωμάτων υπό ενιαία διοίκηση, ο οποίος αποτελείται συνήθως από 2 ή 3 συντάγματα πεζικού υποστηριζόμενα από μοίρα ή μοίρες πυροβολικού μάχης, από μονάδες τεθωρακισμένων και μονάδες σωμάτων τεχνικού, εφοδιασμού -μεταφορών, υλικού πολέμου
2. φρ. α) «διεθνείς ταξιαρχίες» — σώματα ξένων εθελοντών που οργανώθηκαν στο Παρίσι από την Κομιντέρν και αγωνίστηκαν στην Ισπανία στο πλευρό τών Δημοκρατικών εναντίον του Φράνκο κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφύλιου πολέμου 1936-1939
β) «Ερυθρές Ταξιαρχίες» — εξτρεμιστική μυστική τρομοκρατική οργάνωση αριστερής απόκλισης που έδρασε κυρίως στην Ιταλία
μσν.-αρχ.
ταξινόμηση αρχών.

Greek Monotonic

ταξιαρχία: ἡ, το έργο και το αξίωμα του ταξίαρχου, σε Αριστ.