принимать участие: Difference between revisions
From LSJ
(5) |
(DvTab) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[συνεφάπτομαι]], [[συνεπάπτομαι]], [[συνεπιλαμβάνω]], [[ἀντιβολέω]], [[μετέχω]], [[πεδέχω]], [[προσπλέκομαι]], [[συμπεριλαμβάνω]], [[ἐπιμίγνυμι]], [[κοινωνέω]], [[μεταλαμβάνω]], [[μεταλαγχάνω]], [[συμμερίζομαι]], [[συναπολαύω]], [[συγκάμνω]] | |rueltext=[[συνάπτω]], [[συνεφάπτομαι]], [[συνεπάπτομαι]], [[συνεπιλαμβάνω]], [[ἀντιβολέω]], [[μετέχω]], [[πεδέχω]], [[προσπλέκομαι]], [[συμπεριλαμβάνω]], [[ἐπιμίγνυμι]], [[κοινωνέω]], [[μεταλαμβάνω]], [[μεταλαγχάνω]], [[συμμερίζομαι]], [[συναπολαύω]], [[συγκάμνω]], [[καθίημι]], [[ἀντιάζω]], [[συνέρχομαι]], [[πρόσειμι]], [[προσλαμβάνω]], [[συναγωνίζομαι]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:25, 15 October 2019
Russian > Greek
συνάπτω, συνεφάπτομαι, συνεπάπτομαι, συνεπιλαμβάνω, ἀντιβολέω, μετέχω, πεδέχω, προσπλέκομαι, συμπεριλαμβάνω, ἐπιμίγνυμι, κοινωνέω, μεταλαμβάνω, μεταλαγχάνω, συμμερίζομαι, συναπολαύω, συγκάμνω, καθίημι, ἀντιάζω, συνέρχομαι, πρόσειμι, προσλαμβάνω, συναγωνίζομαι