επικηρύσσω: Difference between revisions

From LSJ
m (Text replacement - " τοῑς " to " τοῖς ")
m (Text replacement - "οῡσι" to "οῦσι")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=(AM [[ἐπικηρύσσω]], αττ. τ. ἐπικηρύττω) [[κηρύσσω]]<br />[[προκηρύσσω]] [[αμοιβή]] για τον φόνο, τη [[σύλληψη]] ή την [[κατάδοση]] επικίνδυνου ατόμου («ἐπεκήρυξαν δέ καὶ χρημάτων [[πλῆθος]] τοῖς ἀνελοῡσι τὸν [[τύραννον]]», <b>Διόδ.</b> Σικ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κοινοποιώ]], [[γνωστοποιώ]] με [[προκήρυξη]]<br /><b>2.</b> [[καθορίζω]] [[ποινή]] και τήν [[ανακοινώνω]] [[δημόσια]] με κήρυκα<br /><b>3.</b> [[αναγορεύω]] [[επίσημα]], [[ανακηρύσσω]] [[δημόσια]] («πύργοις [[ἐπεμβάς]] κἀπικηρυχθείς χθονί», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>4.</b> [[εκθέτω]] σε [[δημοπρασία]] («[[ἐπικηρύσσω]] τάς ὠνάς», <b>Πλούτ.</b>).
|mltxt=(AM [[ἐπικηρύσσω]], αττ. τ. ἐπικηρύττω) [[κηρύσσω]]<br />[[προκηρύσσω]] [[αμοιβή]] για τον φόνο, τη [[σύλληψη]] ή την [[κατάδοση]] επικίνδυνου ατόμου («ἐπεκήρυξαν δέ καὶ χρημάτων [[πλῆθος]] τοῖς ἀνελοῦσι τὸν [[τύραννον]]», <b>Διόδ.</b> Σικ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κοινοποιώ]], [[γνωστοποιώ]] με [[προκήρυξη]]<br /><b>2.</b> [[καθορίζω]] [[ποινή]] και τήν [[ανακοινώνω]] [[δημόσια]] με κήρυκα<br /><b>3.</b> [[αναγορεύω]] [[επίσημα]], [[ανακηρύσσω]] [[δημόσια]] («πύργοις [[ἐπεμβάς]] κἀπικηρυχθείς χθονί», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>4.</b> [[εκθέτω]] σε [[δημοπρασία]] («[[ἐπικηρύσσω]] τάς ὠνάς», <b>Πλούτ.</b>).
}}
}}

Latest revision as of 13:05, 28 March 2021

Greek Monolingual

(AM ἐπικηρύσσω, αττ. τ. ἐπικηρύττω) κηρύσσω
προκηρύσσω αμοιβή για τον φόνο, τη σύλληψη ή την κατάδοση επικίνδυνου ατόμου («ἐπεκήρυξαν δέ καὶ χρημάτων πλῆθος τοῖς ἀνελοῦσι τὸν τύραννον», Διόδ. Σικ.)
αρχ.
1. κοινοποιώ, γνωστοποιώ με προκήρυξη
2. καθορίζω ποινή και τήν ανακοινώνω δημόσια με κήρυκα
3. αναγορεύω επίσημα, ανακηρύσσω δημόσια («πύργοις ἐπεμβάς κἀπικηρυχθείς χθονί», Αισχύλ.)
4. εκθέτω σε δημοπρασίαἐπικηρύσσω τάς ὠνάς», Πλούτ.).