μεσοβασιλεία: Difference between revisions
Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
m (Text replacement - "οῡσι" to "οῦσι") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μεσοβᾰσιλεία''': ἡ, ὡς καὶ νῦν, τὸ χρονικὸν [[διάστημα]] καὶ ἡ [[διοίκησις]] | |lstext='''μεσοβᾰσιλεία''': ἡ, ὡς καὶ νῦν, τὸ χρονικὸν [[διάστημα]] καὶ ἡ [[διοίκησις]] μετὰ τὸν θάνατον ἢ τὴν ἔξωσιν βασιλέως καὶ τῆς ἐνθρονίσεως τοῦ νέου βασιλέως, Πλουτ. Νουμ. 2. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |
Revision as of 11:50, 20 April 2021
English (LSJ)
ἡ, = Lat. A interregnum, Plu.Num.2, D.C.39.31.
German (Pape)
[Seite 138] ἡ, interregnum, Plut. Numa.
Greek (Liddell-Scott)
μεσοβᾰσιλεία: ἡ, ὡς καὶ νῦν, τὸ χρονικὸν διάστημα καὶ ἡ διοίκησις μετὰ τὸν θάνατον ἢ τὴν ἔξωσιν βασιλέως καὶ τῆς ἐνθρονίσεως τοῦ νέου βασιλέως, Πλουτ. Νουμ. 2.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
interrègne.
Étymologie: μεσοβασιλεύς.
Greek Monolingual
η (Α μεσοβασιλεία)
1. το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα στον θάνατο ή την εκθρόνιση ενός βασιλιά και στην ενθρόνιση ενός άλλου («τὸ δὲ σχῆμα τοῦτο τῆς ἀρχῆς μεσοβασιλείαν Ῥωμαῖοι καλοῦσιν», Πλούτ.)
2.συνεκδ. η κοινωνικοπολιτική κατάσταση που επικρατεί σε αυτό το διάστημα
3. (κατ' επέκτ.) μεταβατική κατάσταση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο)- + βασιλεία].
Greek Monotonic
μεσοβᾰσῐλεία: ἡ, το χρονικό διάστημα από τον θάνατο, την έκπτωση από το θρόνο ή την παραίτηση ενός βασιλιά έως την ενθρόνιση νέου, και η εν τω μεταξύ διοίκηση, σε Πλούτ.
Russian (Dvoretsky)
μεσοβᾰσῐλεία: ἡ (лат. interregnum) междуцарствие Plut.
Middle Liddell
μεσο-βᾰσῐλεία, ἡ,
an interregnum, Plut.