γειτονία: Difference between revisions
Ἔνεισι καὶ γυναιξὶ σώφρονες τρόποι → Insunt modesti mores etiam mulieri → Auch Frauen haben in sich weise Lebensart
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />") |
m (Text replacement - " l.c." to " l.c.") |
||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[γειτονεία]]<br /><i>IG</i> 5(2).443.13 (Megalópolis II/I a.C.), Phld.<i>D</i>.3.9.36, Plot.5.8.7<br /><b class="num">1</b> [[vecindad]], [[proximidad]] πικρὰν γειτονίαν ἀπεργάζονται Pl.<i>Lg</i>.843c, οὐδὲν γειτονίας χαλεπώτερον Arist.<i>Rh</i>.1395<sup>b</sup>9, διὰ τὴν τῶν Παννονίων γειτονίαν D.C.54.34.4, cf. Phld.l.c., Plot.4.4.19, l.c.<br /><b class="num">•</b>plu. [[lugares]], [[regiones limítrofes]] ἀναμέσον τῶν γειτονιῶν Sm.<i>Ge</i>.49.14, περιωρίσαμεν τὸν τόπον ἐξ αὐτᾶν τᾶν γειτονειᾶν <i>IG</i> l.c.<br /><b class="num">2</b> [[asociación de vecinos]], <i>SEG</i> 31.1035 (Lidia II d.C.), <i>MAMA</i> 7.301 (Amorion).<br /><b class="num">3</b> [[distrito]] I.<i>BI</i> 7.73. | |dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[γειτονεία]]<br /><i>IG</i> 5(2).443.13 (Megalópolis II/I a.C.), Phld.<i>D</i>.3.9.36, Plot.5.8.7<br /><b class="num">1</b> [[vecindad]], [[proximidad]] πικρὰν γειτονίαν ἀπεργάζονται Pl.<i>Lg</i>.843c, οὐδὲν γειτονίας χαλεπώτερον Arist.<i>Rh</i>.1395<sup>b</sup>9, διὰ τὴν τῶν Παννονίων γειτονίαν D.C.54.34.4, cf. Phld.l.c., Plot.4.4.19, [[l.c.]]<br /><b class="num">•</b>plu. [[lugares]], [[regiones limítrofes]] ἀναμέσον τῶν γειτονιῶν Sm.<i>Ge</i>.49.14, περιωρίσαμεν τὸν τόπον ἐξ αὐτᾶν τᾶν γειτονειᾶν <i>IG</i> [[l.c.]]<br /><b class="num">2</b> [[asociación de vecinos]], <i>SEG</i> 31.1035 (Lidia II d.C.), <i>MAMA</i> 7.301 (Amorion).<br /><b class="num">3</b> [[distrito]] I.<i>BI</i> 7.73. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 11:09, 15 August 2022
English (LSJ)
ἡ, A neighbourship, πικρὰ γ. Pl.Lg.843c, cf. Arist.Rh.1395b9; neighbouring region, Plot.4.4.19. 2 quarter, ward, in a city, J.BJ7.4.1:— hence γειτον-ίαρχος, ὁ, chief official of a ward, Hsch. s.v. ῥεγεονάριος.
German (Pape)
[Seite 478] ἡ, Nachbarschaft, Plat. Legg. VIII, 843 c; Arist. rhet. 2, 21.
Greek (Liddell-Scott)
γειτονία: ἡ, ὡς παρ’ ἡμῖν, Πλάτ. Νόμ. 843C, Ἀριστ. Ρητ. 2. 21, 15. 2) μέρος, συνοικία, ἐνορία πόλεως, Βυζ.· ἐντεῦθεν γειτονιάρχης, ὁ, αὐτόθι.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
voisinage.
Étymologie: γείτων.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
• Alolema(s): γειτονεία
IG 5(2).443.13 (Megalópolis II/I a.C.), Phld.D.3.9.36, Plot.5.8.7
1 vecindad, proximidad πικρὰν γειτονίαν ἀπεργάζονται Pl.Lg.843c, οὐδὲν γειτονίας χαλεπώτερον Arist.Rh.1395b9, διὰ τὴν τῶν Παννονίων γειτονίαν D.C.54.34.4, cf. Phld.l.c., Plot.4.4.19, l.c.
•plu. lugares, regiones limítrofes ἀναμέσον τῶν γειτονιῶν Sm.Ge.49.14, περιωρίσαμεν τὸν τόπον ἐξ αὐτᾶν τᾶν γειτονειᾶν IG l.c.
2 asociación de vecinos, SEG 31.1035 (Lidia II d.C.), MAMA 7.301 (Amorion).
3 distrito I.BI 7.73.
Greek Monolingual
η (AM γειτονία) γείτων
η κοντινή περιοχή γύρω από το σπίτι ή τον τόπο εργασίας κάποιου
μσν.- νεοελλ.
περιοχή, συνοικία πόλης
νεοελλ.
1. γειτνίαση, γειτόνεμα
2. οι γείτονες.
Greek Monotonic
γειτονία: ἡ, γειτονιά, συνοικία, σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
γειτονία: ἡ Plat., Arst. = γειτόνημα.
Middle Liddell
γείτων
neighbourhood, Plat.