ἁπαξάπας: Difference between revisions

From LSJ

ὥστε πλείους ἢ χιλίας ἱεροδούλους ἐκέκτητο ἑταίρας → it owned more than a thousand temple-slaves, courtesans

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0279.png Seite 279]], bes. im plur., alle auf einmal, zusammen, Ar. Pl. 111 u. öfter, wie a. com.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0279.png Seite 279]], bes. im plur., alle auf einmal, zusammen, Ar. Pl. 111 u. öfter, wie a. com.
}}
{{bailly
|btext=ασα, αν;<br />tout entier ; <i>pl.</i> tous en une fois, tous ensemble.<br />'''Étymologie:''' [[ἅπαξ]], [[ἅπας]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἁπαξάπᾱς''': ᾱσα, ᾰν, [[ὅλος]], η, ον [[ὁμοῦ]] ἢ διὰ μιᾶς, [[ὁλόκληρος]], περιτρέχων τὴν γὴν ἁπαξάπασαν, ὁλόκληρον, ὅλην διὰ μιᾶς, Ἕρμιππ. ἐν «Ἀθηνᾶς γοναῖς» 1· [[ἡμέρα]] ἁπ. Στράττις ἐν «Μυρμιδόσιν» 1· ἁπαξάπαν Ξέναρχ. ἐν «Πορφύρᾳ» 1. 16: - τὸ πλεῖστον κατὰ πληθ. ἀριθ., πάντες [[ἄνευ]] ἐξαιρέσεως, μὰ Δί’, ἀλλ’ ἁπαξάπαντες Ἀριστοφ. Πλ. 111, εὑρὼν ἁπαξάπαντα κατακεκλειμένα, πάντα ἀνεξαιρέτως, [[αὐτόθι]] 206, κ. ἀλλ.
|lstext='''ἁπαξάπᾱς''': ᾱσα, ᾰν, [[ὅλος]], η, ον [[ὁμοῦ]] ἢ διὰ μιᾶς, [[ὁλόκληρος]], περιτρέχων τὴν γὴν ἁπαξάπασαν, ὁλόκληρον, ὅλην διὰ μιᾶς, Ἕρμιππ. ἐν «Ἀθηνᾶς γοναῖς» 1· [[ἡμέρα]] ἁπ. Στράττις ἐν «Μυρμιδόσιν» 1· ἁπαξάπαν Ξέναρχ. ἐν «Πορφύρᾳ» 1. 16: - τὸ πλεῖστον κατὰ πληθ. ἀριθ., πάντες [[ἄνευ]] ἐξαιρέσεως, μὰ Δί’, ἀλλ’ ἁπαξάπαντες Ἀριστοφ. Πλ. 111, εὑρὼν ἁπαξάπαντα κατακεκλειμένα, πάντα ἀνεξαιρέτως, [[αὐτόθι]] 206, κ. ἀλλ.
}}
{{bailly
|btext=ασα, αν;<br />tout entier ; <i>pl.</i> tous en une fois, tous ensemble.<br />'''Étymologie:''' [[ἅπαξ]], [[ἅπας]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 14:00, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁπαξάπας Medium diacritics: ἁπαξάπας Low diacritics: απαξάπας Capitals: ΑΠΑΞΑΠΑΣ
Transliteration A: hapaxápas Transliteration B: hapaxapas Transliteration C: apaksapas Beta Code: a(paca/pas

English (LSJ)

ασα, αν, all together, the whole, περιτρέχων τὴν γῆν ἁπαξάπασαν Hermipp. 4.3; ἡμέρα ἁ. Stratt. 36.2; ἁπαξάπαν Xenarch. 7.16; ἁπαξαπάσης τιμῆς Phld. Mort. 23; mostly in plural, all at once, all together, Ar. Pl. 111, 206, etc.

Spanish (DGE)

(ἁπαξάπᾱς) -ᾱσα, -ᾰν
• Prosodia: [-ξᾰ-]
1 todo entero περιτρέχων τὴν γῆν ἁπαξάπασαν Hermipp.4.3 (cj.), ἡμέρα Stratt.36.2, τιμή Phld.Mort.23, ἁπαξάπαν Xenarch.7.16.
2 en plu. todos juntos, todos en conjunto Ar.Pl.111, PMerton 43.8 (V d.C.)
en gener. εὑρὼν ἁπαξάπαντα κατακεκλεισμένα encontrando todo bien cerrado Ar.Pl.206.

German (Pape)

[Seite 279], bes. im plur., alle auf einmal, zusammen, Ar. Pl. 111 u. öfter, wie a. com.

French (Bailly abrégé)

ασα, αν;
tout entier ; pl. tous en une fois, tous ensemble.
Étymologie: ἅπαξ, ἅπας.

Greek (Liddell-Scott)

ἁπαξάπᾱς: ᾱσα, ᾰν, ὅλος, η, ον ὁμοῦ ἢ διὰ μιᾶς, ὁλόκληρος, περιτρέχων τὴν γὴν ἁπαξάπασαν, ὁλόκληρον, ὅλην διὰ μιᾶς, Ἕρμιππ. ἐν «Ἀθηνᾶς γοναῖς» 1· ἡμέρα ἁπ. Στράττις ἐν «Μυρμιδόσιν» 1· ἁπαξάπαν Ξέναρχ. ἐν «Πορφύρᾳ» 1. 16: - τὸ πλεῖστον κατὰ πληθ. ἀριθ., πάντες ἄνευ ἐξαιρέσεως, μὰ Δί’, ἀλλ’ ἁπαξάπαντες Ἀριστοφ. Πλ. 111, εὑρὼν ἁπαξάπαντα κατακεκλειμένα, πάντα ἀνεξαιρέτως, αὐτόθι 206, κ. ἀλλ.

Greek Monotonic

ἁπαξάπᾱς: [ξᾰ], -ᾱσα, -ᾰν, ολόκληρος μεμιάς, κατά κανόνα στον πληθ., σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

ἁπαξάπας: πασα, παν весь в целом, весь целиком: εὑρών ἁπαξάπαντα κατακεκλῃμένα Arph. найдя все решительно запертым.

Middle Liddell

all at once, mostly in plural, Ar.