μεταμέλεια: Difference between revisions
Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Anaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
m (Text replacement - "''' ἡ<b class="num">1)" to "''' ἡ<br /><b class="num">1)") |
(1ba) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''μεταμέλεια:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> пересмотр мнения, отмена решения (περί τινος Thuc.);<br /><b class="num">2)</b> сожаление (о сделанном), раскаяние (τινος Plat. и περί τινος Thuc.): μεταμελείας (или μεταμέλειαν Eur.) λαμβάνειν ἔκ τινος Thuc. раскаиваться в чем-л.; μ. [[ἔχει]] με Xen. мной овладело раскаяние; μ. τοῦ πεπραγμένου Plat. раскаяние в совершенном. | |elrutext='''μεταμέλεια:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> пересмотр мнения, отмена решения (περί τινος Thuc.);<br /><b class="num">2)</b> сожаление (о сделанном), раскаяние (τινος Plat. и περί τινος Thuc.): μεταμελείας (или μεταμέλειαν Eur.) λαμβάνειν ἔκ τινος Thuc. раскаиваться в чем-л.; μ. [[ἔχει]] με Xen. мной овладело раскаяние; μ. τοῦ πεπραγμένου Plat. раскаяние в совершенном. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[μεταμέλεια]], ἡ, [from [[μεταμέλει]]<br />[[change]] of [[purpose]], [[regret]], [[repentance]], Thuc.; μ. [[ἔχει]] με = [[μεταμέλει]] μοι, Xen. | |||
}} | }} |
Revision as of 03:45, 10 January 2019
English (LSJ)
Ion. -ιη Ps.-Hdt.Vit.Hom.19: ἡ:—
A change of purpose, regret, repentance, μεταμέλειαν λαμβάνει E.Fr.1080.3; μεταμελείας λ. Th.1.34; ἐπί τισι, περί τινος, Democr.43, Th.3.37; μόνη σιωπὴ μ. οὐ φέρει Men.1105; ἐμπιμπλάναι τινὰ μεταμελείας Pl.Lg.727c; μεταμελείας μεστή Id.R.577e; μ. τοῦ πεπραγμένου γίγνεται Id.Lg.866e; τὸ ἐν μ. Arist.EN1110b19; ἐκ μεταμελείας Plb.1.39.14; αὕτη σε ἡ μ. ἔχει X.Cyr.5.3.7, cf. Polystr. p.9 W. (pl.), Phld.Ir.p.43 W. (pl.).
German (Pape)
[Seite 150] ἡ, Aenderung des Vorsatzes, Entschlusses, ἐν τῇ ὑμετέρᾳ περὶ Μιτυληναίων μεταμελείᾳ, Thuc. 3, 37; Reue, Plat. Rep. IX, 577 e; μεταμελείας ἐμπιπλὰς αὐτήν, Legg. V, 727 c; Arist. Eth. 3, 1 u. Sp., wie Pol. 1, 39, 14; auch im plur., λαμβάνειν μεταμελείας, Thuc. 1, 34.
Greek (Liddell-Scott)
μεταμέλεια: ἡ, μεταβολὴ σκοποῦ, μετάνοια, μεταμέλειαν λαμβάνειν Εὐρ. Ἀποσπ. 1065· καὶ ἐν τῷ πληθ., μεταμελείας λ. Θουκ. 1. 34· μ. περί τινος ὁ αὐτ. 3. 37· μόνη σιωπὴ μ. οὐ φέρει Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 153· μεταμελείας ἐμπιπλὰς αὐτὴν Πλάτ. Νόμ. 727C· μ. γίγνεται τοῦ πεπραγμένου αὐτόθι 866Ε· ὁ ἐν μ. = ὁ μεταμελόμενος, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 1, 13· μ. ἔχει με = μεταμέλει μοι, Ξεν. Κύρ. 5. 3, 7·― Ἰων. -ίη. Βίος Ὁμ. 19.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
changement d’avis, regret, repentir.
Étymologie: μεταμέλω.
Greek Monolingual
η (ΑM μεταμέλεια, Α ιων. τ. μεταμελίη)
1. αλλαγή γνώμης, σκοπού ή απόφασης
2. μετάνοια για πράξεις που έγιναν ή μελετήθηκαν («μεταμέλεια τε εὐθὺς τοῡ πεπραγμένου γίγνηται», Πλάτ.)
αρχ.
φρ. «ὁ ἐν μεταμελείᾳ» — αυτός που μετανοεί ή μετανόησε για κάτι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεταμέλομαι / μεταμελοῦμαι αναλογικά προς το επιμέλεια].
Greek Monotonic
μεταμέλεια: ἡ, αλλαγή μιας επιδίωξης, μεταμέλεια, μετάνοια, σε Θουκ.· μεταμέλεια ἔχει με = μεταμέλει μοι, σε Ξεν.
Russian (Dvoretsky)
μεταμέλεια: ἡ
1) пересмотр мнения, отмена решения (περί τινος Thuc.);
2) сожаление (о сделанном), раскаяние (τινος Plat. и περί τινος Thuc.): μεταμελείας (или μεταμέλειαν Eur.) λαμβάνειν ἔκ τινος Thuc. раскаиваться в чем-л.; μ. ἔχει με Xen. мной овладело раскаяние; μ. τοῦ πεπραγμένου Plat. раскаяние в совершенном.
Middle Liddell
μεταμέλεια, ἡ, [from μεταμέλει
change of purpose, regret, repentance, Thuc.; μ. ἔχει με = μεταμέλει μοι, Xen.