ἀπαίτησις: Difference between revisions
ἀγωνίζεσθαι, ἐπιζητεῖν, εὑρίσκειν καί μή εἴκειν → to strive, to seek, to find, and not to yield (Tennyson, Ulysses)
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0275.png Seite 275]] ἡ, das Zurückfordern, Her. 5, 85; ποιεῖσθαι Dem. 33, 26 u. Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0275.png Seite 275]] ἡ, das Zurückfordern, Her. 5, 85; ποιεῖσθαι Dem. 33, 26 u. Sp. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br />réclamation, demande instante, prétention.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπαιτέω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπαίτησις''': -εως, ἡ, τὸ ἀπαιτεῖν τὸ ὀφειλόμενον, τὸ νὰ ζητῇ τις νὰ λάβῃ τι [[ὀπίσω]], Ἡρόδ. 5. 85· Ἑλένης ἀπ. [[ὄνομα]] ἀπολεσθέντος δράματος τοῦ Σοφοκλ.· ἀπ. ποιεῖσθαι, ποιοῦμαι ἀπαίτησιν πρὶν ἢ προβῶ διὰ τῆς δικαστικῆς ὁδοῦ, Δημ. 901. 1.: - [[ἀπαίτησις]], [[ἀξίωσις]], [[δικαίωμα]] ἀπαιτήσεως, τινος ἀπό τινος Συλλ. Ἐπιγρ.1732 β. 25. | |lstext='''ἀπαίτησις''': -εως, ἡ, τὸ ἀπαιτεῖν τὸ ὀφειλόμενον, τὸ νὰ ζητῇ τις νὰ λάβῃ τι [[ὀπίσω]], Ἡρόδ. 5. 85· Ἑλένης ἀπ. [[ὄνομα]] ἀπολεσθέντος δράματος τοῦ Σοφοκλ.· ἀπ. ποιεῖσθαι, ποιοῦμαι ἀπαίτησιν πρὶν ἢ προβῶ διὰ τῆς δικαστικῆς ὁδοῦ, Δημ. 901. 1.: - [[ἀπαίτησις]], [[ἀξίωσις]], [[δικαίωμα]] ἀπαιτήσεως, τινος ἀπό τινος Συλλ. Ἐπιγρ.1732 β. 25. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 13:10, 2 October 2022
English (LSJ)
εως, ἡ, demanding back, Hdt.5.85; Ἑλένης ἀ., name of a play by S.; ἀ. ποιεῖσθαι make a formal demand, D.33.26, cf.POxy.272.13 (i A.D.); claim, right to demand a thing, τινὸς ἔχειν ἀ. ἀπὸ τῆς πόλεως IG9(1).61 (Daulis).
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 reclamación (οἱ Ἀθηναῖοι ... ἀπαίτεον τὰ ἀγάλματα) ... μετὰ τὴν ἀ. Hdt.5.85, Ἑλένας ἀ. tít. de una obra de Baquílides, B.15, Ἑλένης ἀ. tít. de una obra de Sófocles, S.Fr.176-180, ποιεῖσθαι ref. a un depósito, D.33.26, ref. a dinero, Plu.2.206f, ref. a una dote BGU 1102.25 (I a.C.), PIFAO 3.5.15 (II d.C.), en gener. LXX Soph.3.5
•ret. ἐλέγχων ἀ. petición de pruebas Hermog.Stat.18, Fortunat.Rh.105.10.
2 derecho de reclamación τούτου ἔχειν ἀπαίτησιν ... ἀπὸ τῆς ... πόλεως tener derecho a reclamar esto de la ciudad, IG 9(1).61.72 (Daulis II d.C.)
•exigencia πρὸς τὴν τῶν παρόντων ἀπαίτησιν D.C.41.43.4.
German (Pape)
[Seite 275] ἡ, das Zurückfordern, Her. 5, 85; ποιεῖσθαι Dem. 33, 26 u. Sp.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
réclamation, demande instante, prétention.
Étymologie: ἀπαιτέω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπαίτησις: -εως, ἡ, τὸ ἀπαιτεῖν τὸ ὀφειλόμενον, τὸ νὰ ζητῇ τις νὰ λάβῃ τι ὀπίσω, Ἡρόδ. 5. 85· Ἑλένης ἀπ. ὄνομα ἀπολεσθέντος δράματος τοῦ Σοφοκλ.· ἀπ. ποιεῖσθαι, ποιοῦμαι ἀπαίτησιν πρὶν ἢ προβῶ διὰ τῆς δικαστικῆς ὁδοῦ, Δημ. 901. 1.: - ἀπαίτησις, ἀξίωσις, δικαίωμα ἀπαιτήσεως, τινος ἀπό τινος Συλλ. Ἐπιγρ.1732 β. 25.
Greek Monotonic
ἀπαίτησις: -εως, ἡ, η απαίτηση κάποιου να του επιστραφεί κάτι, σε Ηρόδ.· ἀπαίτησιν ποιεῖσθαι, προβάλλω επίσημη απαίτηση πριν προχωρήσω μέσω της δικαστικής οδού, σε Δημ.
Russian (Dvoretsky)
ἀπαίτησις: εως ἡ требование (о возврате) Her., Dem.
Middle Liddell
[from ἀπαιτέω
a demanding back, Hdt.; ἀπ. ποιεῖσθαι to make a formal demand, Dem.