κάλυξις: Difference between revisions

From LSJ

θνῄσκει δὲ πίστις, βλαστάνει δ' ἀπιστίαloyalty dies and disloyalty is born

Source
m (LSJ1 replacement)
m (pape replacement)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κάλυξις]], ἡ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i><br /><b>1.</b> [[κάλυξ]], [[κάλυμμα]], [[σκέπασμα]], [[περιτύλιγμα]], [[περικάρπιο]]<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <b>φρ.</b> «[[κόσμος]] τις ἐκ ῥόδων» — κοσμήματα γυναικεία σε [[σχήμα]] κάλυκα άνθους, ίσως σκουλαρίκια ή πόρπες φορεμάτων ή άλλων κοσμημάτων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>καλύσσω</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κάλυξ]], -<i>υκος</i>)].
|mltxt=[[κάλυξις]], ἡ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i><br /><b>1.</b> [[κάλυξ]], [[κάλυμμα]], [[σκέπασμα]], [[περιτύλιγμα]], [[περικάρπιο]]<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <b>φρ.</b> «[[κόσμος]] τις ἐκ ῥόδων» — κοσμήματα γυναικεία σε [[σχήμα]] κάλυκα άνθους, ίσως σκουλαρίκια ή πόρπες φορεμάτων ή άλλων κοσμημάτων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>καλύσσω</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κάλυξ]], -<i>υκος</i>)].
}}
{{pape
|ptext=ἡ, = [[κάλυξ]], Hesych.
}}
}}

Revision as of 16:41, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κάλυξις Medium diacritics: κάλυξις Low diacritics: κάλυξις Capitals: ΚΑΛΥΞΙΣ
Transliteration A: kályxis Transliteration B: kalyxis Transliteration C: kalyksis Beta Code: ka/lucis

English (LSJ)

εως, ἡ, = κάλυξ (covering, seed-vessel, husk, shell, pod, cup, calyx of a flower, rosebud, ) I. 1, Hsch. ; also, = κάλυξ) II, Id.

Greek (Liddell-Scott)

κάλυξις: -εως, ἡ, «κόσμος τις ἐκ ῥόδων» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

κάλυξις, ἡ (Α)
(κατά τον Ησύχ.)
1. κάλυξ, κάλυμμα, σκέπασμα, περιτύλιγμα, περικάρπιο
2. στον πληθ. φρ. «κόσμος τις ἐκ ῥόδων» — κοσμήματα γυναικεία σε σχήμα κάλυκα άνθους, ίσως σκουλαρίκια ή πόρπες φορεμάτων ή άλλων κοσμημάτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καλύσσω (< κάλυξ, -υκος)].

German (Pape)

ἡ, = κάλυξ, Hesych.