ἱερολογία: Difference between revisions

From LSJ

κρέσσων γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος → it is better to be envied than pitied | to be envied is a nobler fate than to be pitied (Pindar, Pythian 1.85)

Source
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)( [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἱερολογία:''' ион. [[ἱρολογίη]] ἡ сакральная речь, священный язык ([[γοητεία]] καὶ ἱ. Luc.).
|elrutext='''ἱερολογία:''' ион. [[ἱρολογίη]] ἡ [[сакральная речь]], [[священный язык]] ([[γοητεία]] καὶ ἱ. Luc.).
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 08:20, 11 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱερολογία Medium diacritics: ἱερολογία Low diacritics: ιερολογία Capitals: ΙΕΡΟΛΟΓΙΑ
Transliteration A: hierología Transliteration B: hierologia Transliteration C: ierologia Beta Code: i(erologi/a

English (LSJ)

Ion. ἱρολογίη, ἡ, mystical language, Luc.Astr.10.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
ion. ἱρολογίη;
langage sacré ou mystique.
Étymologie: ἱερός, λόγος.

German (Pape)

ἡ, das Sprechen von heiligen Dingen od. heiliger Worte, Sp.; bei Luc. astrol. 10 in ion. Form ἱρολογίη.

Russian (Dvoretsky)

ἱερολογία: ион. ἱρολογίηсакральная речь, священный язык (γοητεία καὶ ἱ. Luc.).

Greek (Liddell-Scott)

ἱερολογία: Ἰων. ἱρολογίη, ἡ, ὁμιλία, λόγος περὶ ἱερῶν πραγμάτων, Λουκ. Ἀστρολ. 10, Συνέσ. 1272C, Διον. Ἀρεοπ. 92Α, 377Α, 429C. ΙΙ. ἡ τέλεσις τῆς εὐλογίας τοῦ γάμου, = στεφάνωμα, Νικηφ. Κωνστ/πόλεως 860Α, Λεόντ. Νεαραὶ 211, Κεδρην. ΙΙ. 505, 21, κτλ.

Greek Monolingual

ἡ (ΑΜ ἱερολογία, Α ιων. τ. ἱρολογίη) ιερολόγος
(νεοελλ.-μσν.) ιεροτελεστία, η θρησκευτική τελετή, τα κείμενα τών αναγνωσμάτων, ψαλμάτων και ευχών κατά την τέλεση μυστηρίου
μσν.-αρχ.
1. ομιλία περί θρησκευτικών θεμάτων
2. ιερά λόγια, προσευχές.

Greek Monotonic

ἱερολογία: Ιων. ἱρολογίη, ἡ (λόγος), αποκρυφιστική ή ιερή γλώσσα, λόγος για ιερά πράγματα, σε Λουκ.

Middle Liddell

λόγος
sacred or mystical language, Luc.