ἀπονοστέω: Difference between revisions

From LSJ

Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either

Plato, Apology 21d
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "mdlsjtxt=<br />" to "mdlsjtxt=")
Line 35: Line 35:
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />to [[return]], [[come]] [[home]], ἂψ ἀπονοστήσας, Il.; ἀπ. [[ὀπίσω]] Hdt.
|mdlsjtxt=to [[return]], [[come]] [[home]], ἂψ ἀπονοστήσας, Il.; ἀπ. [[ὀπίσω]] Hdt.
}}
}}

Revision as of 11:55, 3 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπονοστέω Medium diacritics: ἀπονοστέω Low diacritics: απονοστέω Capitals: ΑΠΟΝΟΣΤΕΩ
Transliteration A: aponostéō Transliteration B: aponosteō Transliteration C: aponosteo Beta Code: a)ponoste/w

English (LSJ)

return, come home, Hom. in phrase ἂψ ἀπονοστήσειν Il.1.60, al.; ἀ. ἀπὸ τάφου Hes.Op.735; ἀ. ὀπίσω Hdt.4.33; ἀ. σῶς Id.3.124, 4.76; ἀπήμων Id.1.42, al.; ἐς Σπάρτην Id.1.82; rare in Trag. and Prose, ἀπονοστήσας χθονός when he returns from.., E.IT731; ἀ. ἐπ' οἴκου Th.7.87; ἐκ πυρός Iamb.Protr.21.ί: abs., X.An.3.5.16.

Spanish (DGE)

volver ἄψ Il.1.60, ἀπὸ τάφου Hes.Op.735, ὀπίσω Hdt.4.33, ἀπονοστήσας χθονός cuando vuelva del país E.IT 731, ἐκ πυρός Iambl.Protr.21.ιʹ, ἐπ' οἴκου Th.7.87, ἐς Σπάρτην Hdt.1.82, cf. Pi.N.6.50, D.C.71.2.4
c. adj. pred. ἢν σῶς ἀπονοστήσῃ Hdt.3.124, 4.76, ἀπήμων Hdt.1.42
abs., X.An.3.5.16
ἀπονοστήσω· ἀπονοσφίσωμαι Hsch.

German (Pape)

[Seite 317] heimkehren, Hom. sechsmal, immer ἂψ ἀπονοστήσειν Versanfang: Iliad. 1, 60. 8, 499. 12, 115. 17, 406 Od. 13, 6. 24, 471; das compos. Homerisch anstatt des simpl. νοστέω; – εἴς τι Pind. N. 6, 52; Her. 4, 33 u. öfter; Thuc. 7, 87; Xen. An. 3, 5, 16; Arr. 7, 4, 3.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
1 revenir, rentrer dans ses foyers;
2 revenir de.
Étymologie: ἀπό, νοστέω.

Russian (Dvoretsky)

ἀπονοστέω: возвращаться к себе, приходить домой (ἄψ Hom.; ἀπό τινος Hes.; εἰς τόπον Pind., Her.; ἐπ᾽ οἴκον Thuc.; χθονός Eur.; οἴκαδε Plut.; ἀπονοστῆσαι διὰ τὴν δυσχωρίαν Xen.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀπονοστέω: ἐπανέρχομαι, ὑποστρέφω εἰς τὴν πατρίδα μου, Ὅμ. ἐν τῇ φράσει ἂψ ἀπονοστήσας Ἰλ. Α. 60, κτλ.· ἀπ. ἀπό τινος Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 733· παρ’ Ἡρόδ., ἀπ. ὀπίσω 4. 33· ἀπ. σῶς 3. 124., 4. 76· ἀπήμων 1. 42, κ. ἀλλ. ἐς τόπον 1. 82· σπάν. Παρ’ Ἀττ., ἀπονοστήσας χθόνος, ὅτε ὑπέστρεψεν ἐκ.., Εὐρ. Ι. Τ. 731· ἀπ. ἐπ' οἴκου Θουκ. 7. 87· ἀπολ., Ξεν. Ἀν. 3. 5, 16.

English (Autenrieth)

only fut. inf. ἀπονοστήσειν: return home, return, always with ἄψ, Α, Od. 24.471.

English (Slater)

ἀπονοστέω (-νοστάω Forssman, p. 45f.) return καὶ ἐς Αἰθίοπας Μέμνονος οὐκ ἀπονοστήσαντος ἔπαλτο (Ahrens: ἀπονοστάσαντος codd.) (N. 6.50)

Greek Monotonic

ἀπονοστέω: μέλ. -ήσω, επιστρέφω, γυρίζω στην πατρίδα μου, ἂψ ἀπονοστήσειν, σε Ομήρ. Ιλ.· ἀπονοστέω ὀπίσω, σε Ηρόδ.

Middle Liddell

to return, come home, ἂψ ἀπονοστήσας, Il.; ἀπ. ὀπίσω Hdt.