ἀρχηγέτης: Difference between revisions
κινδυνεύει μὲν γὰρ ἡμῶν οὐδέτερος οὐδὲν καλὸν κἀγαθὸν εἰδέναι, ἀλλ᾽ οὗτος μὲν οἴεταί τι εἰδέναι οὐκ εἰδώς, ἐγὼ δέ, ὥσπερ οὖν οὐκ οἶδα, οὐδὲ οἴομαι· ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι. → for neither of us appears to know anything great and good; but he fancies he knows something, although he knows nothing; whereas I, as I do not know anything, so I do not fancy I do. In this trifling particular, then, I appear to be wiser than he, because I do not fancy I know what I do not know.
(13_5) |
(6_19) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0365.png Seite 365]] ὁ, (Oberaufseher) Stammvater eines Geschlechts, Erbauer einer Stadt, auch von Göttern, Τιρυνθίων Pind. Ol. 7, 78; vgl. P. 5, 60; vgl. Plat. Lys. 255 d; Xen. Hell. 6, 3, 4; τῆς πόλεως 7, 3, 8; Pol. 34, 1; übh. Herrscher, König, Aesch. Spt. 990 Suppl. 181; Soph. O. R. 751; Urheber, τύχης Eur. El. 554. – In Athen hießen so die zehn ἥρωες ἐπώνυμοι, Dem. 43, 66; vgl. B. A. 449, 14. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0365.png Seite 365]] ὁ, (Oberaufseher) Stammvater eines Geschlechts, Erbauer einer Stadt, auch von Göttern, Τιρυνθίων Pind. Ol. 7, 78; vgl. P. 5, 60; vgl. Plat. Lys. 255 d; Xen. Hell. 6, 3, 4; τῆς πόλεως 7, 3, 8; Pol. 34, 1; übh. Herrscher, König, Aesch. Spt. 990 Suppl. 181; Soph. O. R. 751; Urheber, τύχης Eur. El. 554. – In Athen hießen so die zehn ἥρωες ἐπώνυμοι, Dem. 43, 66; vgl. B. A. 449, 14. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀρχηγέτης''': -ου, ὁ, θηλ. ἀρχηγέτις, ιδος, ἀλλὰ δοτ. ἀρχηγέτι (Ἀριστοφ. Λυσ. 644): Δωρ. [[ἀρχαγέτης]]: ([[ἡγέομαι]]): ― ὁ πρῶτος [[ἡγέτης]], ὁ πρῶτος [[αἴτιος]], [[κυρίως]] οἰκιστὴς πόλεως ἢ ὁ [[γενάρχης]] οἰκογενείας, ἀλλαχοῦ καλούμενος [[κτίστης]], [[οἰκιστής]], Ἡρόδ. 9. 86, Πινδ. Ο. 7. 143, Συλλ. Ἐπιγρ. 1732 β. 2· καὶ ὁ [[Ἀπόλλων]] ἐκαλεῖτο [[οὕτως]] ἐν Κυρήνῃ ὡς ὁ [[αἴτιος]] τῆς ἱδρύσεως τῆς πόλεως, Πινδ. Π. 5. 80· [[οὕτως]] ἐν Νάξῳ τῆς Σικελίας, Θουκ. 6. 3· ἐν Ταυρομενίῳ, Eckhel. 1. σ. 248· ἐν Ἱεραπόλει, Συλλ. Ἐπιγρ. 3906, κτλ.: ― ἐν Ἀθήναις οἱ ἥρωες ἐπώνυμοι [[οὕτως]] ἐκαλοῦντο, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 186, παρὰ Δημ. 1072. 25· οὕτω ὁ δήμου ἀρχ., ὃ. ἐ. ὁ προστατήριος [[ἥρως]] δήμου, ὁ [[δημοῦχος]] [[ἥρως]], Πλάτ. Λύσ. 205D. ἐν Σπάρτῃ ἐπὶ τῶν βασιλέων, Πλουτ. Λυκοῦργ. 6· οὕτω θηλ. ἀρχηγέτις ἐπὶ τῆς Ἀθηνᾶς, Συλλ. Ἐπιγρ. 476. 477, κ. ἀλλ.· τἀρχηγέτι = τῇ ἀρχηγέτιδι Ἀριστοφ. Λυσ. 644 2) [[καθόλου]], [[ἀρχηγός]], [[ἡγεμών]], Αἰσχύλ. Θηβ. 999, Ἱκ. 184, 251, Σοφ. Ο. Τ. 751, κτλ. 3) πρώτη [[αἰτία]], [[πρωταίτιος]], ἀρχ. τύχης Εὐρ. Ἠλ. 891· γένους Ὀρ. 555· ― [[ἐντεῦθεν]] ἐπιθ. -ετικός, ή, όν, Θεόδ. Μετοχ. Σύμμ. σ. 481. 5. | |||
}} | }} |
Revision as of 09:52, 5 August 2017
English (LSJ)
ου, ὁ, fem. ἀρχηγέτις, ιδος (dat.
A ἀρχηγέτι Ar.Lys.644); Dor. ἀρχᾱγέτας: (ἡγέομαι):—first leader, author, esp. founder of a city or family, Hdt.9.86, Pi.O.7.78, IG9(1).61.49 (Daulis); title of Apollo at Cyrene, Pi.P.5.60; at Naxos in Sicily, Th.6.3; of Heracles at Sparta, X.HG6.3.6; Asclepius in Phocis, Paus.10.32.12; Helios at Rhodes, Aristid.Or. 24(44).50; freq. of ἥρωες, IG2.1191, SIG1024.40 (Myconos), etc.; so at Athens of ἥρωες ἐπώνυμοι, Ar.Fr.126, Orac. ap. D.43.66; ὁ δήμου ἀ. the tutelary hero of the deme, Pl.Ly.205d; at Sparta of the kings, ῥήτρα ap. Plu.Lyc.6; so at Thera, IG12(3).762; fem. ἀρχηγέτις, of Athena, IG3.65, al., cf. BMus.Inscr.481*.20 (Ephesus, ii A. D.); τἀρχηγέτι, = τῇ ἀρχηγέτιδι, Ar.Lys.644. 2 generally, leader, chief, A.Supp.184,251, S.OT751, etc.; later, governor, Chor. in Rev.Phil.1.67: metaph., ἀ. φιλοσοφίας Jul.Or.6.188b; of a philosophical school, τῆς ἀγωγῆς Phld.Sto.Herc.339.12. 3 first cause, author, τύχης E.El.891; γένους Id.Or.555.
German (Pape)
[Seite 365] ὁ, (Oberaufseher) Stammvater eines Geschlechts, Erbauer einer Stadt, auch von Göttern, Τιρυνθίων Pind. Ol. 7, 78; vgl. P. 5, 60; vgl. Plat. Lys. 255 d; Xen. Hell. 6, 3, 4; τῆς πόλεως 7, 3, 8; Pol. 34, 1; übh. Herrscher, König, Aesch. Spt. 990 Suppl. 181; Soph. O. R. 751; Urheber, τύχης Eur. El. 554. – In Athen hießen so die zehn ἥρωες ἐπώνυμοι, Dem. 43, 66; vgl. B. A. 449, 14.
Greek (Liddell-Scott)
ἀρχηγέτης: -ου, ὁ, θηλ. ἀρχηγέτις, ιδος, ἀλλὰ δοτ. ἀρχηγέτι (Ἀριστοφ. Λυσ. 644): Δωρ. ἀρχαγέτης: (ἡγέομαι): ― ὁ πρῶτος ἡγέτης, ὁ πρῶτος αἴτιος, κυρίως οἰκιστὴς πόλεως ἢ ὁ γενάρχης οἰκογενείας, ἀλλαχοῦ καλούμενος κτίστης, οἰκιστής, Ἡρόδ. 9. 86, Πινδ. Ο. 7. 143, Συλλ. Ἐπιγρ. 1732 β. 2· καὶ ὁ Ἀπόλλων ἐκαλεῖτο οὕτως ἐν Κυρήνῃ ὡς ὁ αἴτιος τῆς ἱδρύσεως τῆς πόλεως, Πινδ. Π. 5. 80· οὕτως ἐν Νάξῳ τῆς Σικελίας, Θουκ. 6. 3· ἐν Ταυρομενίῳ, Eckhel. 1. σ. 248· ἐν Ἱεραπόλει, Συλλ. Ἐπιγρ. 3906, κτλ.: ― ἐν Ἀθήναις οἱ ἥρωες ἐπώνυμοι οὕτως ἐκαλοῦντο, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 186, παρὰ Δημ. 1072. 25· οὕτω ὁ δήμου ἀρχ., ὃ. ἐ. ὁ προστατήριος ἥρως δήμου, ὁ δημοῦχος ἥρως, Πλάτ. Λύσ. 205D. ἐν Σπάρτῃ ἐπὶ τῶν βασιλέων, Πλουτ. Λυκοῦργ. 6· οὕτω θηλ. ἀρχηγέτις ἐπὶ τῆς Ἀθηνᾶς, Συλλ. Ἐπιγρ. 476. 477, κ. ἀλλ.· τἀρχηγέτι = τῇ ἀρχηγέτιδι Ἀριστοφ. Λυσ. 644 2) καθόλου, ἀρχηγός, ἡγεμών, Αἰσχύλ. Θηβ. 999, Ἱκ. 184, 251, Σοφ. Ο. Τ. 751, κτλ. 3) πρώτη αἰτία, πρωταίτιος, ἀρχ. τύχης Εὐρ. Ἠλ. 891· γένους Ὀρ. 555· ― ἐντεῦθεν ἐπιθ. -ετικός, ή, όν, Θεόδ. Μετοχ. Σύμμ. σ. 481. 5.