θεός: Difference between revisions
καὶ ποταμοὺς τινας διαβάντες ἐν μεγίστῃ παρεγινόμεθα κώμῃ → and having crossed some rivers we reached a very large village
(6_14) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''θεός''': ὁ, Βοιωτ. [[θιός]] ἢ [[σιός]], Λακων. [[σιός]] (ἴδε κατωτ. ΙΙ)∙ Δωρ. θεύς, αἰτ. θεῦν (Καλλ. εἰς Δήμ. 58. 130), κλητ. (βραδύτερον) [[θεός]], ἢ (παρὰ τοῖς Ἑβδ. καὶ ἐν τῇ Κ. Δ.) θεέ∙ ἀλλὰ δόκιμον ἐν τοῖς συνθέτοις ὀνόμασι, Ἀμφίθεε Ἀριστοφ. Ἀχ. 176, Τιμόθεε Λουκ. Ἁρμονίδ. 1. (Περὶ τῆς ῥίζης καὶ προσῳδίας ἴδε ἐν τέλ.) | |lstext='''θεός''': ὁ, Βοιωτ. [[θιός]] ἢ [[σιός]], Λακων. [[σιός]] (ἴδε κατωτ. ΙΙ)∙ Δωρ. θεύς, αἰτ. θεῦν (Καλλ. εἰς Δήμ. 58. 130), κλητ. (βραδύτερον) [[θεός]], ἢ (παρὰ τοῖς Ἑβδ. καὶ ἐν τῇ Κ. Δ.) θεέ∙ ἀλλὰ δόκιμον ἐν τοῖς συνθέτοις ὀνόμασι, Ἀμφίθεε Ἀριστοφ. Ἀχ. 176, Τιμόθεε Λουκ. Ἁρμονίδ. 1. (Περὶ τῆς ῥίζης καὶ προσῳδίας ἴδε ἐν τέλ.) | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οῦ (ὁ, ἡ)<br /><i>voc.</i> [[θεός]], <i>postér.</i> [[θεέ]];<br /><b>A.</b> <i>subst.</i><br /><b>I.</b> Dieu, la divinité : σὺν θεῷ, σὺν [[τῷ]] θεῷ SOPH, [[σύν]] [[γε]] θεοῖσιν IL d’accord avec les dieux, selon la volonté des dieux ; [[οὔτοι]] [[ἄνευ]] θεοῦ OD, [[οὐκ]] [[ἄνευθε]] θεοῦ IL non sans les dieux, non malgré les dieux ; ὑπὲρ θεόν IL contre la volonté des dieux ; πρὸς [[θεῶν]] au nom des dieux ; τὰ παρὰ [[τῶν]] [[θεῶν]] XÉN les signes, présages <i>ou</i> oracles par lesquels se manifeste la volonté des dieux ; <i>ou</i> le culte des dieux, la religion ; τὰ περὶ τοὺς θεούς XÉN <i>ou</i> πρὸς τοὺς θεούς XÉN le culte des dieux;<br /><b>II.</b> une divinité (particulière) :<br /><b>1</b> κατὰ θεόν τινα EUR selon l’inspiration d’un dieu ; [[οἱ]] [[δώδεκα]] θεοί les douze grands dieux ; [[οἱ]] νέρτεροι θεοί SOPH, [[οἱ]] [[κάτω]] θεοί SOPH, [[οἱ]] [[κάτωθεν]] θεοί SOPH les dieux des enfers ; ναὶ τὼ [[σιώ]] <i>(lac.)</i> par les deux dieux, <i>càd</i> les Dioscures (Castor et Pollux);<br /><b>2</b> ἡ [[θεός]] une déesse ; <i>particul.</i> ἡ [[θεός]] Athéna ; ἡ νερτέρα [[θεός]] Perséphone ; τὼ θεώ les deux déesses (Déméter et Perséphone);<br /><b>III.</b> dieu par apothéose, <i>à Rome</i> (<i>lat.</i> divus);<br /><b>B.</b> <i>adj.</i> divin, propre aux dieux;<br /><i>Cp.</i> [[θεώτερος]].<br />'''Étymologie:''' R.Θεσ, prier « celui qu’on prie » ; cf. θέσσασθαι ; ou sel. d’autres, Θε placer, poser « celui qui pose, qui établit, qui crée » -- DELG étym. inconnue, « le rapprochement avec <i>lat.</i> deus, <i>skr.</i> devá- {étant} bien entendu impossible ». | |||
}} | }} |
Revision as of 19:26, 9 August 2017
English (LSJ)
ὁ, Boeot. θιός, Lacon. σιός (v. infr.), Cypr., Cret. θιός Inscr.Cypr.135.27 H., Leg.Gort.1.1, Dor. also θεύς Call.Cer.58; acc. θεῦν v.l. ib.130; voc. (only late) θεός, also
A θεέ LXXDe.3.24, Ev.Matt. 27.46, PMag.Lond.121.529, etc.; but classical in compd. names, Ἀμφίθεε, Τιμόθεε:—God, the Deity, in general sense, both sg. and pl. (εἰ καὶ ἐπὶ θεοὺς καὶ ἔτι μᾶλλον ἐπὶ θεὸν ἁρμόζει μεταφέρειν Plot.6.8.1), θ. δὲ τὸ μὲν δώσει τὸ δ' ἐάσει God will grant... Od.14.444; οὐδέ κεν ἄλλως οὐδὲ θ. τεύξειε 8.177, cf. 3.231, Il.13.730 (also θεὸς Ζεύς Od.4.236, 14.327); θ. καὶ ἀγαθὴ τύχη Pl.Lg.757e, cf. Timocl.3 D.; σὺν θεῷ Il.9.49, S.Aj.765, etc. (less freq. ξὺν τῷ θ. ib.383); σὺν θ. εἰρημένον Hdt.1.86, cf. 3.153; σὺν θ. εἰπεῖν Pl.Prt.317b: so in pl., σύν γε θεοῖσιν Il.24.430; οὔ τοι ἄνευ θεοῦ Od.2.372; οὐ θεῶν ἄτερ pi.P.5.76; ἐκ θεόφι Il.17.101; ὑπὲρ θεόν against his will, 17.327; ἂν θ. θέλῃ Alex. 231; θ. θέλοντος Men.Mon.671: in pl., ἂν θεοὶ θέλωσιν Alex.247; θεῶν συνεθελόντων, βουλομένων, X.Eq.Mag.9.8, Luc.Macr.29; εἰ ὀρθῶς ἢ μή, θ. οἶδε Pl.Phdr.266b, cf.R.517b, etc.; in oaths, θ. ἴστω S.OC522 (lyr.), etc.; πρὸς θεῶν Hdt.5.49, D.1.15, etc.: τοὺς θεούς σοι bless you! good heavens! for heaven's sake! M.Ant.7.17, Arr.Epict.2.19.15, al.; τὸν θ. σοι ib.3.7.19, al.: qualified by τις, Od.9.142, etc.; οὐκ ἄνευ θεῶν τινος A.Pers.164 (troch.), E.Ba.764; κατὰ θεόν τινα Id.IA411, Pl. Euthd.272e; κατὰ θεόν πως εἰρημένα Id.Lg.682a: doubled in poets, θεὸν θεόν τις ἀγλαϊζέτω B.3.21, cf. Diagor.1; θεοὶ θεοὶ τῶν ἀδίκων μέλουσι E.HF772, cf. Paus.Gr.Fr.203; θεοί (Cret. θιοί) as an opening formula in Inscrr. (sc. τύχην ἀγαθὴν διδοῖεν), Leg.Gort.1.1, IG 12.52, etc.: sg., θ. τύχη ib.5(2).1, etc.: in Prose also with the Art., ὁ θ. πάντων ἂν εἴη αἴτιος Pl.R.379c, cf. Lg.716c, etc.; τὰ πρὸς τοὺς θ., τὰ παρὰ τῶν θ., X.Mem.1.3.1, 2.6.8. b θεοί, opp. ἄνδρες, πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε Il.1.544; ὃν Ξάνθον καλέουσι θ., ἄνδρες δὲ Σκάμανδρον 20.74: in Comparisons, θεοῖσιν ἶσ' ἔθελε φρονέειν 5.440; θεοῖς ἐναλίγκια μήδεα Od.13.89; also in sg., θεῷ ἐναλίγκιος αὐδήν Il.19.250; θεὸς ὥς 5.78; ὥς τε θεός 3.381: prov., θεὸς πρὸς ἀνθρώπους, of an 'angel's visit', Herod.1.9. c of special divinities, νέρτεροι θ. A.Pers.622, S.Ant.602 (lyr.); ἐνέρτεροι θ. Il.15.225; οἱ κάτωθεν θ. S.Ant.1070; θ. οὐράνιοι h.Cer.55, A.Ag.90 (anap.); οἱ δώδεκα θ. Ar.Eq.235, X.Eq.Mag.3.2, IG22.30, etc.; μὰ τοὺς δώδεκα θ. Men.Sam.91; in dual, τὼ σιώ (Lacon.), of Castor and Pollux, ναὶ τὼ σ. X.An.6.6.34, HG4.4.10, Ar.Lys.81: so in Boeot., of Amphion and Zethus, νεὶ τὼ σιώ (leg. θιώ) Id.Ach.905. d ὁ θ., of natural phenomena, ὁ θ. ὕει (sc. Ζεύς) Hdt.2.13; ὁ θ. ἐνέσκηψε βέλος Id.4.79; ἔσεισεν ὁ θ. (sc. Ποσειδῶν) X.HG4.7.4; of the sun, Hdt.2.24, A.Pers. 502, E.Alc.722; δύνοντος τοῦ θ. App.BC4.79; the weather, τί δοκεῖ τὰ τοῦ θεοῦ; Thphr.Char.25.2. e Astrol., θεοί,= ἀστέρες, Jul. Laod.in Cat.Cod.Astr.8(4).252. f θεός (sc. Ἥλιος), name of the 9th τόπος, Rhetor.ib.163, etc. 2 metaph., of abstract things, τὸ δ' εὐτυχεῖν τόδ' ἐν βροτοῖς θεός τε καὶ θεοῦ πλέον A.Ch.60; ἡ φρόνησις ἁγαθὴ θ. μέγας S.Fr.922; θ. γὰρ καὶ τὸ γιγνώσκειν φίλους E.Hel.<*>60; ὁ πλοῦτος τοῖς σοφοῖς θ. Id.Cyc.316; φθόνος κάκιστος θ. Hippothoon 2. 3 as title of rulers, θεῶν ἀδελφῶν (sc. Ptolemy Il and Arsinoe), Herod.1.30, etc.; Πτολεμαῖος ὑπάρχων θεὸς ἐκ θεοῦ καὶ θεᾶς OGI90.10(Rosetta, ii B.C.); Ἀντίοχος ὅτῳ θεὸς ἐπώνυμον γίγνεται App.Syr.65; θεὸς ἐκ θεοῦ, of Augustus, OGI655.2 (Egypt, 24 B.C.); θ. ἡμῶν καὶ δεσπότης IPE4.71 (Cherson., ii A.D.). b = Lat. Divus, Mon.Anc.Gr.10.4, Str.4.1.1, etc.; οἱ ἐν θεοῖς αὐτοκράτορες,= divi Imperatores, IG12(1).786 (Rhodes). c generally of the dead, καὶ ζῶντός σου καὶ εἰς θεοὺς ἀπελθόντος PPetr.2p.45 (iii B.C.); θεοῖς χθονίοις,= Lat. Dis Manibus, IG14.30,al. 4 one set in authority, judge, τὸ κριτήριον τοῦ θ., ἐνώπιον τοῦ θ., LXXEx.21.6, 22.8; θεοὺς οὐ κακολογήσεις ib.22.28(27). II θεός fem., goddess, μήτε θήλεια θεός, μήτε τις ἄρσην Il.8.7, cf. Hdt.2.35, al.; τοῖς θεοῖς εὔχομαι πᾶσι καὶ πάσαις D.18.1, cf. 141, Orac.ib.21.52; esp. at Athens, of Athena, Decr. ap. And.1.77, Pl.Ti.21a, etc.; ἁ Διὸς θεός, Ζηνὸς ἡ θ., S.Aj.401 (lyr.), 952 (ἡ Διὸς θεά ib.450); of other goddesses, ποντία θεός Pi.I. 8(7).36; ἡ νερτέρα θ.,= Περσεφόνη, S.OC1548, etc.; of Thetis, Pl. Ap.28c; of Niobe, S.El.150 (lyr.), Ant.834 (anap.): in dual, of Demeter and Persephone, τὰ τοῖν θεοῖν ψηφίσματα Ar.V.378 (lyr.); οὐδ' ἔδεισε τὼ θεώ And.1.125; freq. in oaths, νὴ τὼ θεώ Ar.Lys.112; μὰ τὼ θεώ Id.Ec.155,532. III as Adj. in Comp. θεώτερος, divine, θύραι θ., opp. καταιβαταὶ ἀνθρώποισιν, Od.13.111; χορὸς θ. Call.Ap. 93, cf.Dian.249, D.P.257. (Derived by Hdt.2.52 fr. τίθημι (κόσμῳ θέντες τὰ πρήγματα), by Pl.Cra.397d fr. θεῖν. Etym. dub.) [In Ep. (twice in Hom.) and Trag. (E.Ba.47, 1347, al., not in Com.), as monosyll. by synizesis, θεοί Il.1.18, Thgn.142; θεῶν h.Cer.55, 259; θεοῖς Thgn.171; θεοῖσιν Od.14.251; θεούς h.Cer.325: even in nom. θεός before a vowel, E.Or.399 (cf. Pors. ad loc.), HF347; in Pi.P. 1.56 apptly. a short monosyll.]
German (Pape)
[Seite 1197] ὁ (nach Her. 2, 52 ὅτι κόσμῳ θέντες τὰ πάντα πρήγματα καὶ πάσας νομὰς εἶχον, nach Plat. Crat. 397 d u. A. verwandt mit θέω, von den Gestirnen, die zuerst als Götter verehrt wurden; Andere bringen es mit Ζεύς, Διός, deus, zusammen; Andere mit θέσσασθαι, Curt. Grundz. d. Gr. Et. 2. Aufl. S. 230), dor. θεύς, Hdn. περὶ μ. λ. 6, 8, Call. Cer. 58, θεῦν 130, lacon. σιός; – Gott, Gottheit. Bei Hom. sowohl plur. als sing., so daß bei letzterm nicht immer an eine bestimmte Gottheit zu denken, wie etwa an Zeus, sondern an die über den Menschen waltende höhere Gewalt, Gottheit, die auch als θεοῦ μοῖρα bezeichnet wird, u. als μοῖρα allein, vgl. Nägelsbach Homerische Theologie. Sonst bestimmen Beiwörter oder die Zusammensetzungen, welcher Gott gemeint ist, z. B. ἐπερωτᾶν τὸν θεόν, das Orakel des Apollo befragen. Oft findet sich θεὸς ὥς, ὥστε θεός, θεῷ ἐναλίγκιος, um das Höchste u. Vollkommenste unter den Menschen zu bezeichnen, das an die Vortrefflichkeit der Götter hinanreicht; – ὑπὲρ θεόν, über, d. i. wider den Willen des Gottes, Il. 17, 327; σὺν θεῷ, unter Gottes Beistand, 9, 49; σὺν θεοῖς, 24, 230, auch bei Folgdn; Ggstz ἄνευ u. ἄνευθε θεοῦ, Od. 15, 530 Il. 5, 185, gegen den Willen der Götter, von Gott verlassen; πρὸς θεῶν, bei den Göttern, als Betheuerung. – Fem. ἡ θεός, Il. 1, 516; μήτε θήλεια θεός, μήτε τις ἄρσην 8, 7; Soph. Ai. 401. 925 u. a. D.; auch in Prosa, wie Dem. cor. init. u. Plat.; so sind in dem Schwur der Frauen, νή od. μὰ τὼ θεώ, Demeter u. Persephone gemeint, Ar. Lys. 112 Eccl. 532 u. A. – Als Adj. erscheint es Od. 13, 111, θύραι θεώτεραι, Thore, deren sich die Götter mehr bedienen, wie D. Per. 257 θεώτερος ναός sagt; χορὸς θεώτερος Callim. Ap. 93. – Bei Sp. ist ὁ θεὸς Καῖσαρ divus, Strab. IV, 177, oft, [Θεοί ist einsylbig gebraucht Il. 1, 17, θεῶν Hes. th. 44, θεοῖσιν zweisylbig Od. 14, 951, u. so oft bei att, Dichtern.]
Greek (Liddell-Scott)
θεός: ὁ, Βοιωτ. θιός ἢ σιός, Λακων. σιός (ἴδε κατωτ. ΙΙ)∙ Δωρ. θεύς, αἰτ. θεῦν (Καλλ. εἰς Δήμ. 58. 130), κλητ. (βραδύτερον) θεός, ἢ (παρὰ τοῖς Ἑβδ. καὶ ἐν τῇ Κ. Δ.) θεέ∙ ἀλλὰ δόκιμον ἐν τοῖς συνθέτοις ὀνόμασι, Ἀμφίθεε Ἀριστοφ. Ἀχ. 176, Τιμόθεε Λουκ. Ἁρμονίδ. 1. (Περὶ τῆς ῥίζης καὶ προσῳδίας ἴδε ἐν τέλ.)
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ, ἡ)
voc. θεός, postér. θεέ;
A. subst.
I. Dieu, la divinité : σὺν θεῷ, σὺν τῷ θεῷ SOPH, σύν γε θεοῖσιν IL d’accord avec les dieux, selon la volonté des dieux ; οὔτοι ἄνευ θεοῦ OD, οὐκ ἄνευθε θεοῦ IL non sans les dieux, non malgré les dieux ; ὑπὲρ θεόν IL contre la volonté des dieux ; πρὸς θεῶν au nom des dieux ; τὰ παρὰ τῶν θεῶν XÉN les signes, présages ou oracles par lesquels se manifeste la volonté des dieux ; ou le culte des dieux, la religion ; τὰ περὶ τοὺς θεούς XÉN ou πρὸς τοὺς θεούς XÉN le culte des dieux;
II. une divinité (particulière) :
1 κατὰ θεόν τινα EUR selon l’inspiration d’un dieu ; οἱ δώδεκα θεοί les douze grands dieux ; οἱ νέρτεροι θεοί SOPH, οἱ κάτω θεοί SOPH, οἱ κάτωθεν θεοί SOPH les dieux des enfers ; ναὶ τὼ σιώ (lac.) par les deux dieux, càd les Dioscures (Castor et Pollux);
2 ἡ θεός une déesse ; particul. ἡ θεός Athéna ; ἡ νερτέρα θεός Perséphone ; τὼ θεώ les deux déesses (Déméter et Perséphone);
III. dieu par apothéose, à Rome (lat. divus);
B. adj. divin, propre aux dieux;
Cp. θεώτερος.
Étymologie: R.Θεσ, prier « celui qu’on prie » ; cf. θέσσασθαι ; ou sel. d’autres, Θε placer, poser « celui qui pose, qui établit, qui crée » -- DELG étym. inconnue, « le rapprochement avec lat. deus, skr. devá- {étant} bien entendu impossible ».