ηλεκτρόδιο

From LSJ
Revision as of 09:30, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Τί ἐστι θάνατος; Αἰώνιος ὕπνος, ἀνάλυσις σώματος, ταλαιπωρούντων ἐπιθυμία, πνεύματος ἀπόστασις, πλουσίων φόβος, πενήτων ἐπιθυμία, λύσις μελῶν, φυγὴ καὶ ἀπόκτησις βίου, ὕπνου πατήρ, ἀληθινὴ προθεσμία, ἀπόλυσις πάντων. → What is Death? Everlasting sleep, the dissolution of the body, the desire of those who suffer, the departure of the spirit, the fear of rich men, the desire of paupers, the undoing of the limbs, flight from life and the loss of its possession, the father of sleep, an appointed day sure to be met, the breakup of all things.

Source

Greek Monolingual

το
1. αγωγός με τον οποίο διοχετεύεται ηλεκτρικό ρεύμα σε υγρό ηλεκτρολύτη ή σε αέριο
2. αγωγός που συνδέει το ανθρώπινο σώμα με ηλεκτρικές συσκευές για διαγνωστικό ή θεραπευτικό σκοπό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. electrode < electro- (πρβλ. ήλεκτρο) + -ode (πρβλ. οδός). Η λ. στον λόγιο τ. ηλεκτρόδιον μαρτυρείται από το 1870 στον Αντώνιο Δαμασκηνό].