ἐκπυρσεύω
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
A kindle, inflame : metaph., in Pass., τὴν ἐπιθυμίαν ὑπὸ φιλοσοφίας S.E.M.11.179 (Pass.). II give signals by a beaconlight, J.BJ4.10.5. III give out flame, τεῖχος ἐ. φλόγα ib.7.8.5.
German (Pape)
[Seite 777] ein Feuerzeichen geben, von Leucht-oder Wachtthürmen, τινί , Ios.; übertr., in heftige Leidenschaft setzen, Sext. Emp. adv. math. 4, 179 u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκπυρσεύω: ἀνάπτω, φλέγω, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 11. 179, ἐν τῷ παθ. ΙΙ. κάμνω σημεῖον διὰ πυρῶν, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 4. 10, 5.
Spanish (DGE)
1 desprender, emitir φλόγα πολλήν de unas antorchas, I.BI 7.316
•abs. emitir luz, alumbrar del faro de Alejandría, I.BI 4.613, cf. 5.169.
2 fig. inflamar, encender c. ac. adverb. Ἵμερος ... ἐκπυρσεύων ἀμήχανον el Deseo lanzando un fuego irresistible Him.9.19, en v. pas. c. ac. de rel. τὴν ψυχὴν ἐξεπυρσεύθη Longus 1.15.1, ἐκπυρσεύεται ... τὴν ἐπιθυμίαν ὑπὸ τῆς Περιπατητικῆς φιλοσοφίας S.E.M.11.179.
Greek Monolingual
ἐκπυρσεύω (AM)
ανάβω, καίω
αρχ.
1. κάνω σημάδια με πυρσούς
2. (για φλόγα) εκπέμπω.
Russian (Dvoretsky)
ἐκπυρσεύω: зажигать, pass. воспламеняться: ἐκπυρσεύεσθαι τὴν ἐπιθυμίαν Sext. загораться страстью.