Βακχεία

From LSJ
Revision as of 13:00, 14 September 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " in pl." to " in plural")

τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Βακχεία Medium diacritics: Βακχεία Low diacritics: Βακχεία Capitals: ΒΑΚΧΕΙΑ
Transliteration A: Bakcheía Transliteration B: Bakcheia Transliteration C: Vakcheia Beta Code: *bakxei/a

English (LSJ)

ἡ, A Bacchic frenzy, revelry, Βακχείας καλῆς A.Ch.698, cf. E.Ba.232, Arist.Pol.1342b4; ἡδονῇ δοὺς ἔς τε Β. πεσών (prob. for -εῖον) E.Ph.21; τῆς φιλοσόφου μανίας τε καὶ Βακχείας the madness and frenzy of philosophy, Pl.Smp.218b: in plural, Bacchic orgies, E.Ba. 218,1293.

Greek (Liddell-Scott)

Βακχεία: ἡ, ἡ ἑορτὴ τοῦ Βάκχου, βακχικὴ μανία, παραφροσύνη, ἔκφρων εὐθυμία, Βακχείας καλῆς Αἰσχύλ. Χο. 698 (ὁ Ἑρμανν. προτείνει Βακχείας ζάλης), πρβλ. Εὐρ. Βάκχ. 232, καὶ ἴδε ἐν λέξει Φρυγιστί· τῆς φιλοσόφου μανίας καὶ Βακχείας, ἡ μανία καὶ τρέλλα, ἐνθουσιασμὸς τῆς φιλοσοφίας, Πλάτ. Συμπ. 218Β· - κατὰ πληθ., βακχικὰ ὄργια, Εὐρ. Βάκχ. 215. 1294.

Greek Monotonic

Βακχεία: ἡ, γιορτή προς τιμήν του Βάκχου, βακχική μανία, κραιπάλη, σε Αισχύλ., Ευρ.· γενικά, παραφροσύνη κι ενθουσιασμός από την επαφή με τη φιλοσοφία, σε Πλάτ.· στον πληθ., τα βακχικά όργια, σε Ευρ.

Middle Liddell


the feast of Bacchus, Bacchic frenzy, revelry, Aesch., Eur.: generally, frenzy, Plat.:—in pl. Bacchic orgies, Eur.