ἡμερολογέω
From LSJ
ἐπεὰν νῶτον ὑὸς δελεάσῃ περὶ ἄγκιστρον, μετιεῖ ἐς μέσον τὸν ποταμόν, ὁ κροκόδειλος ἵεται κατὰ τὴν φωνήν, ἐντυχὼν δὲ τῷ νώτῳ καταπίνει → when he has baited a hog's back onto a hook, he throws it into the middle of the river, ... the crocodile lunges toward the voice of a squealing piglet, and having come upon the hogback, swallows it
English (LSJ)
A to count by days, τὸν χρόνον Hdt.1.47.
German (Pape)
[Seite 1166] nach Tagen zählen, τὸν χρόνον, Her. 1, 47.
Greek (Liddell-Scott)
ἡμερολογέω: ἀριθμῶ κατὰ ἡμέρας, τὸν χρόνον Ἡρόδ. 1. 47.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
compter jour par jour, acc..
Étymologie: ἡμέρα, -λογος de λέγω³.
Greek Monotonic
ἡμερολογέω: (λέγω), αριθμώ κατά ημέρες, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
ἡμερολογέω: считать по дням (τὸν χρόνον Her.).