ἀνανέω
ἐξ ὀνύχων λέοντα τεκμαίρεσθαι → judge by the claws, judge by a slight but characteristic mark, small traits give the clue to the character of a person, deduce something from a small indication, identify a lion from its claws
English (LSJ)
A come to the surface, Ael.NA5.22.
German (Pape)
[Seite 199] (s. νέω), heraufschwimmen, emportauchen, Ael. H. A. 5, 20; sich erholen, ἀπό τινος, Dio Chrys. I. 164.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνανέω: ἐξ οὗ τὰ παρ’ Ἡσυχίῳ: «ἀνανέσαι, καταστῆσαι, Κρῆτες» καὶ «ἀνανῆσαι, σφάξαι». μέλλ. -νεύσομαι, ἀναθέω, ἀνέρχομαι εἰς τὴν ἐπιφάνειαν, Λατ. emergere, Αἰλ. περὶ Ζ. 5. 20: ἐντεῦθεν, ἀναλαμβάνω, Δίων Χρυσ.
French (Bailly abrégé)
ao. ἀνένευσα;
remonter sur l’eau.
Étymologie: ἀνά, νέω.
Spanish (DGE)
salir a la superficie, nadar hacia arriba ἐς τοὺς ψυκτῆρας ὅταν οἱ μύες ἐμπέσωσιν ἀνανεῦσαι ... οὐ δυνάμενοι Ael.NA 5.22, cf. Batr.220.
Greek Monolingual
ἀνανέω (ΑΜ)
έρχομαι στην επιφάνεια, ανέρχομαι, αναδύομαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα- + νέω «πλέω, κολυμπώ».
ΠΑΡ. ἀνάνευσις (ΙΙ)].