παντέλεια

From LSJ
Revision as of 12:13, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (30)

συνετῶν μὲν ἀνδρῶν, πρὶν γενέσθαι τὰ δυσχερῆ, προνοῆσαι ὅπως μὴ γένηται· ἀνδρείων δέ, γενόμενα εὖ θέσθαι → it is the part of prudent men, before difficulties arise, to provide against their arising; and of courageous men to deal with them when they have arisen

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παντέλεια Medium diacritics: παντέλεια Low diacritics: παντέλεια Capitals: ΠΑΝΤΕΛΕΙΑ
Transliteration A: pantéleia Transliteration B: panteleia Transliteration C: panteleia Beta Code: pante/leia

English (LSJ)

ἡ,

   A consummation, ἡ π. τῆς καταφθορᾶς Plb.1.48.9; π. ἀρετῆς Ph.1.38; πᾶσα πολιτικὰ κοινωνία λύρας παντελῄᾳ ποτέοικεν prob. in Hippod. ap. Stob.4.1.94; εἰς ἀσφαλῆ τινα καὶ βεβαίαν π. ἀγαθῶν ἐξικόμενον Plu.2.106If; εἰς π. διδαχθῆναι, opp. εἰς τύπωσιν, Phld. Rh.2.34S.; τριετηρικὴ π., of the great mysteries, Plu.2.671d, cf. IG 3.77.    II παντέλεια was a Pythagorean name of the number ten, Theol.Ar.63.

German (Pape)

[Seite 463] ἡ, Vollendung, der höchstmögliche Grad; τῆς καταφθορᾶς, Pol. 1, 48, 9; Sp.; – τριετηρικὴ παντ. nennt Plut. Symp. 4, 6, 1 die großen Mysterien. – Bei den Pythagoräern hieß die Zehnzahl so, Theol. arithm. p. 63.

Greek (Liddell-Scott)

παντέλεια: ἡ, ἡ παντελὴς τελειότης, τοιαύτην συνέβη γενέσθαι τὴν παντέλειαν τῆς καταφθορᾶς, ὥστε καὶ τὰς βάσεις τῶν πύργων .. ὑπὸ τοῦ πυρὸς ἄχρειωθῆναι Πολύβ. 1. 48, 9· π. τῶν ἀγαθῶν, ἐπὶ τῆς μυήσεως εἰς τὰ μυστήρια, Πλούτ. 2. 1061Ε, Κλήμ. Ἀλ. 498 τριετηρικὴ π., ἐπὶ τῶν μεγάλων μυστηρίων, Πλούτ. 2. 671D. ΙΙ. παντέλεια ἦτο πυθαγόρειον ὄνομα τοῦ ἀριθμοῦ δέκα, Θεολ. Ἀριθμ. 63· καλεῖται καὶ παντελὴς ἀριθμὸς ὑπὸ τοῦ Φιλολάου ἐν Στοβ. Ἐκλογ. 1. 8· παντέλειος παρὰ Κλήμ. Ἀλ. 782.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
achèvement, fin ; le dernier terme de l’initiation aux mystères ; ἡ τριετηρικὴ παντέλεια PLUT l’accomplissement triennal des grands mystères.
Étymologie: παντελής.

Greek Monolingual

ἡ, Α παντελής
1. ο μέγιστος βαθμός, το κορύφωμα, η απόλυτη πληρότητα («τοιαύτην συνέβη γενέσθαι τὴν παντέλειαν τῆς καταφθορᾱς, ὥστε καὶ τὰς βάσεις τῶν πύργων... ὑπὸ τοῡ πυρὸς ἀχρειωθῆναι», Πολ.)
2. (στους Πυθαγορείους) ο αριθμός δέκα.