φιλοχρηματία
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
ἡ, love of money, Poet. ap. Zen.2.24, Pl.R.391c, Lg.747b, 938b, Eus.Mynd.13, etc.; ἁ φιλοχρηματία Σπάρταν ὀλεῖ = love of money will destroy Sparta, a Spartan proverb, Arist.Fr.544.
German (Pape)
[Seite 1288] ἡ, Geldgier, Habsucht, Streben nach Reichthum; Eur. Ep. 5; Plat. Rep. III, 391 c Legg. V, 747 b; Folgde, wie Plut. Sol. 14.
Greek (Liddell-Scott)
φῐλοχρημᾰτία: ἡ, ἡ τῶν χρημάτων ἀγάπη, Ποιητὴς παρὰ Ζηνοβ. 2. 24, Πλάτ. Πολ. 391C, Νόμ. 747Β, 938Β· ― ἁ φ. Σπάρταν ὀλεῖ, Σπαρτιακὴ παροιμία, Ἀριστ. Ἀποσπ. 501.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
amour de l’argent.
Étymologie: φιλοχρήματος.
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ φιλοχρήματος
υπέρμετρη αγάπη προς το χρήμα, έντονη επιθυμία απόκτησης χρημάτων.
Greek Monotonic
φῐλοχρημᾰτία: ἡ, αγάπη για τα χρήματα, σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
φιλοχρημᾰτία: ἡ жадность к деньгам, сребролюбие Plat., Arst., Plut.
Middle Liddell
φῐλοχρημᾰτία, ἡ, [from φῐλοχρημᾰτέω]
love of money, Plat.