πάγκος

From LSJ
Revision as of 12:12, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (30)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἐν δὲ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσ' ἀρετὴ ἔνι → in justice is all virtue found in sum, in justice is every virtue there is, in justice every virtue is brought together, justice contains in itself all the virtues

Source

Greek Monolingual

και μπάγκος, ο (Μ μπάγκος και μπάκος)
1. έδρανο, θρανίο που συνήθως βρίσκεται στο πεζοδρόμιο ή σε δημόσιο κήπο
2. τραπέζι μαραγκού ή τσαγκάρη
3. μακρύ τραπέζι ή επίμηκες έπιπλο, σε καφενείο ή άλλο κατάστημα, όμοιο με τραπέζι και εφοδιασμένο με συρτάρια, που χρησιμεύει ως ταμείο και για το σερβίρισμα ποτών
4. (σε χαρτοπαικτικό παχνίδι) το χρηματικό ποσό που κατατίθεται από τον μπαγκαδόρο
5. ναυτ. εγκάρσια δοκός στην οποία κάθονται οι κωπηλάτες
6. ωκεαν. προεξοχή του θαλάσσιου βυθού προς τα επάνω, με σχετικά μεγάλη επιφάνεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. banco].