ἀποθεραπεία

From LSJ

Ἀναβάντα γὰρ εἰς τὴν ἀκρόπολιν, καὶ διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς λύπης προσκόψαντα τῷ ζῆν, ἑαυτὸν κατακρημνίσαι → For he ascended the acropolis and then, because he was disgusted with life by reason of his excessive grief, cast himself down the height

Diodorus Siculus, 4.61.7
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποθερᾰπεία Medium diacritics: ἀποθεραπεία Low diacritics: αποθεραπεία Capitals: ΑΠΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Transliteration A: apotherapeía Transliteration B: apotherapeia Transliteration C: apotherapeia Beta Code: a)poqerapei/a

English (LSJ)

ἡ,
A regular worship, θεῶν Arist.Pol.1335b15.
II restorative treatment after fatigue, Antyll. ap. Orib.6.21.1, Gal.Thras. 47.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 culto θεῶν Arist.Pol.1335b15.
2 medic. apoterapia, tratamiento para la recuperación después de los ejercicios deportivos, Antyll. en Orib.6.21.1, διὰ τοῦ ἀλείμματος Sor.100.8, cf. Gal.5.898.

German (Pape)

[Seite 302] ἡ, 1) Verehrung, θεῶν Arist. pol. 7, 14, 9. – 2) Heilung, Medic., bes. Nachkur. Bei den gymnastischen Übungen der Schluß, den Salben des Leibes machte, Galen.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
1 soin, culte, adoration;
2 soins du corps après les exercices gymnastiques.
Étymologie: ἀποθεραπεύω.

Russian (Dvoretsky)

ἀποθερᾰπεία:почитание, культ (θεῶν Arst.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀποθερᾰπεία: ἡ, κανονικὴ λατρεία, πρὸς τὴν τῶν θεῶν ἀποθεραπείαν Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 16, 14. ΙΙ. θεραπεία τοῦ σώματος, τελείᾳ ἀνάρρωσις, Ἄντυλλ. ἐν Matthaei, 106· ἡ μετὰ τὴν ἐκ τῶν γυμνασίων κόπωσιν περιποίησις καὶ θεραπεία τοῦ σώματος, Γαλην. τ. 6. σ. 39.

Greek Monolingual

η (Α ἀποθεραπεία)
συμπλήρωση της θεραπείας, η πλήρης θεραπεία
αρχ.
1. η λατρεία των θεών
2. περιποίηση του σώματος μετά τη γυμναστική.

Greek Monotonic

ἀποθεραπεία: ἡ, κανονική λατρεία, θεῶν, σε Αριστ.

Middle Liddell

regular worship, θεῶν Arist.