ἀνάζευξις

From LSJ
Revision as of 16:20, 9 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "]]de " to "]] de ")

Καλὸν τὸ θνῄσκειν, οἷς ὕβριν τὸ ζῆν φέρει → Quis foeda vita restat, his pulchrum est mori → Wem das Leben Schmach bringt, dem ist Sterben schön

Menander, Monostichoi, 291
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνάζευξις Medium diacritics: ἀνάζευξις Low diacritics: ανάζευξις Capitals: ΑΝΑΖΕΥΞΙΣ
Transliteration A: anázeuxis Transliteration B: anazeuxis Transliteration C: anazefksis Beta Code: a)na/zeucis

English (LSJ)

εως, ἡ, A breaking up one's quarters, marching forth, Plu.Ages.22; return home, Id.Cor.31.

German (Pape)

[Seite 187] ἡ, der Aufbruch des Heeres, auch Heimkehr, Plut. Cor. 31.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνάζευξις: -εως, ἡ, ἐκκίνησις τοῦ στρατοῦ, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ κατάλυσις, πρὸ τῆς ἡμέρας ποιούμενος τὰς ἀναζεύξεις καὶ πάλιν σκοταίους τὰς καταλύσεις Πλουτ. Ἀγησ. 22, ἡ οἴκαδε ἐπάνοδος, Πλουτ. Κορ. 31.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
1 levée d’un camp, marche en avant;
2 retour d’une armée dans ses foyers.
Étymologie: ἀναζεύγνυμι.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 acción de levantar el campo de un ejército IPE 12.32.A.92 (Olbia III/II a.C.), Plu.Ages.22
fig. Plu.2.502f.
2 vuelta a la patria καὶ προδοσίαν ἐκάλουν τὴν ἀνάζευξιν Plu.Cor.31.

Greek Monolingual

ἀνάζευξις (-εως), η (Α) άναζεύγνυμι
1. η αναχώρηση του στρατεύματος
2. η επιστροφή στην πατρίδα.

Greek Monotonic

ἀνάζευξις: -εως, ἡ, βηματισμός του στρατού, επιστροφή στην πατρίδα, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

ἀνάζευξις: εως ἡ
1) выступление в поход Plut.;
2) возвращение Plut.

Middle Liddell

[from ἀναζεύγνυμι
a marching off, return home, Plut.