διαθειόω
τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ' οὑντυγχάνων τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ, πράξει καλῶς → It does no good to rage at circumstance; events will take their course with no regard for us. But he who makes the best of those events he lights upon will not fare ill.
English (LSJ)
fumigate thoroughly, εὖδιεθείωσεν μέγαρον Od.22.494.
Spanish (DGE)
fumigar de arriba a abajo, fumigar completamente μέγαρον καὶ δῶμα καὶ αὐλήν Od.22.494.
German (Pape)
[Seite 578] (s. θειόω), mit Schwefel durchräuchern; Od. 22, 494 αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς εὖ διεθείωσεν μέγαρον καὶ δῶμα καὶ αὐλήν.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
ao. 3ᵉ sg. διεθείωσεν;
répandre une vapeur de soufre à travers (une maison), acc..
Étymologie: διά, θειόω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
δια-θειόω met zwavel reinigen.
Russian (Dvoretsky)
διαθειόω: окуривать серой (εὖ διεθείωσεν μέγαρον Hom.).
Greek (Liddell-Scott)
διαθειόω: καπνίζω τι καλῶς μὲ θεῖον, καθαρίζω ἐντελῶς, εὖ διεθείωσεν μέγαρον Ὀδ. Χ. 494.
English (Autenrieth)
(θέειον): fumigate with sulphur, Od. 22.494†.
Greek Monotonic
διαθειόω: μέλ. -ώσω, απολυμαίνω εξολοκλήρου με θείο, θειαφίζω, σε Ομήρ. Οδ.
Middle Liddell
fut. ώσω
to fumigate thoroughly, Od.